Η ανεπάρκεια του ενζύμου της Αρωματικής L-Άμινο-Οξικής-Δεκαρβοξυλάσης (ΑADCd) αποτελεί μια εξαιρετικά σπάνια γενετική νόσο, με τη συχνότητα εμφάνισή της, όσον αφορά την Ευρώπη, να είναι περίπου 1 στις 116.000 γεννήσεις. Πρόκειται για μια διαταραχή που επηρεάζει τη σύνθεση των νευροδιαβιβαστών, διαταράσσοντας την παραγωγή της ντοπαμίνης και της σεροτονίνης στον εγκέφαλο. Το αποτέλεσμα είναι η πρόκληση σοβαρής αναπηρίας, δυνητικά θανατηφόρας, χωρίς καμία ειδική θεραπεία – έως και πρόσφατα.
Από τους πρώτους κιόλας μήνες της ζωής ενός παιδιού που πάσχει από ανεπάρκεια του ενζύμου της AADC, μπορεί να εκδηλωθεί με έντονη και ποικίλη συμπτωματολογία, επηρεάζοντας τόσο τη σωματική, όσο και την ψυχική ακεραιότητα του ασθενούς. Αν και η συμπτωματολογία ποικίλλει, τα κύρια συμπτώματα με βάση τη συχνότητα εμφάνισής τους, που θέτουν ισχυρή υποψία για ανεπάρκεια του ενζύμου της AADC, είναι ο συνδυασμός αναπτυξιακής καθυστέρησης με συνοδό υποτονία, και ταυτόχρονη παρουσία οφθαλμογυρικών κρίσεων και διαταραχών του αυτόνομου νευρικού συστήματος.
Εδώ και έναν χρόνο στη φαρέτρα των διαθέσιμων μέσων για την αντιμετώπιση της νόσου έχει προστεθεί η πρώτη εγκεκριμένη γονιδιακή θεραπεία για την ανεπάρκεια του ενζύμου της AADC. Ασθενείς που έχουν λάβει τη γονιδιακή θεραπεία μπόρεσαν να επιτύχουν σημαντικά κινητικά ορόσημα με εμφανή και προοδευτική βελτίωση των κινητικών δεξιοτήτων τους, αλλά και των συμπεριφορικών και γνωσιακών λειτουργιών τους. Η θεραπεία, λόγω της πολυπλοκότητας της χορήγησης και της σπανιότητας της νόσου, μπορεί να χορηγηθεί σε προσβεβλημένα παιδιά ηλικίας 18 μηνών και άνω, σε εξειδικευμένα και αρμοδίως εξοπλισμένα κέντρα εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Dr. Roser Pons, Καθ. Παιδονευρολογίας στο Νοσοκομείο Παίδων «Η Αγία Σοφία», με εξειδίκευση στις κινητικές διαταραχές, επισημαίνει σχετικά: «Η ανεπάρκεια του ενζύμου της AADC μπορεί να είναι δύσκολο να διαγνωστεί και απαιτείται υψηλός βαθμός υποψίας για να επιτευχθεί η διάγνωση. Συχνά αυτό έχει ως αποτέλεσμα ορισμένοι από τους ασθενείς να έχουν διαγνωστεί, λανθασμένα, με άλλες παθήσεις (π.χ. εγκεφαλική παράλυση ή φαρμακοανθεκτική επιληψία). Με δεδομένο πως η ανεπάρκεια της AADC αποτελεί μια διαταραχή η οποία μπορεί πλέον να αντιμετωπιστεί, είναι πολύ σημαντικό να υπάρξει ενημέρωση και ευαισθητοποίηση γύρω από το θέμα, ώστε να αναγνωρίζονται οι κλινικές εκδηλώσεις της και να μπορεί να επιτευχθεί η σωστή διάγνωση όσο το δυνατόν νωρίτερα».
Σύμφωνα με έρευνα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για τις Σπάνιες Παθήσεις, EURORDIS, οι σπάνιες παθήσεις επηρεάζουν επί του παρόντος το 3,5-5,9% του παγκόσμιου πληθυσμού, ποσοστό που ισοδυναμεί, με μια συντηρητική εκτίμηση, με 300 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως. Στην Ελλάδα εκτιμάται πως οι Σπάνιοι Ασθενείς μπορεί να φτάνουν και τις 600.000.
Η πρόεδρος του Συλλόγου «“95”, Ελληνική Συμμαχία για τους Σπάνιους Ασθενείς», Μαίρη Αδαμοπούλου, αναφέρει: «Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ευαισθητοποίησης για την Ανεπάρκεια του ενζύμου της AADC, θα ήθελα να στείλω ένα μήνυμα ελπίδας, αισιοδοξίας και δύναμης σε όλους τους ασθενείς που ζουν με ένα Σπάνιο Νόσημα, στις οικογένειές τους, καθώς και σε όσους βρίσκονται σε πολυετή αναζήτηση μιας έγκυρης διάγνωσης. Το δύσβατο μονοπάτι του Σπάνιου Ασθενή φωτίζεται πλέον όλο και περισσότερο από την έρευνα και την ασφαλή και αποτελεσματική θεραπεία, ακόμα και για τα πιο Σπάνια Νοσήματα, που αφορούν εξαιρετικά μικρό αριθμό ασθενών, όπως η AADC. Μη σταματάτε ποτέ να αναζητάτε τη σωστή διάγνωση. Πίσω από κοινά συμπτώματα ίσως κρύβεται μια Σπάνια Πάθηση. Είναι βέβαιο ότι, στα επόμενα χρόνια, ολοένα και περισσότερες θεραπείες θα είναι διαθέσιμες για τους Σπάνιους Ασθενείς, αλλάζοντας τη ζωή και την καθημερινότητά τους με τρόπους που δεν είχαμε φανταστεί ως τώρα. Ο Σύλλογος «95» παραμένει πάντα στο πλευρό κάθε σπάνιου ασθενή, προσφέροντας τη στήριξή του με όποιον τρόπο μπορεί».
Διαβάστε επίσης:
Σπάνια νοσήματα: Υποφέρει το 5% του πληθυσμού στην Ελλάδα – Εκστρατεία από την Ένωση Ασθενών