Ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας είναι ο τέταρτος πιο συχνός καρκίνος στις γυναίκες παγκοσμίως – καταγράφονται 13,1 περιστατικά ανά 100.000 γυναίκες ανά έτος. Μάλιστα, συγκαταλέγεται μεταξύ των τριών πρώτων σε συχνότητα καρκίνων που αφορούν σε γυναίκες ηλικίας κάτω των 45 ετών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται από πλευράς γονιμότητας, οικογενειακής και κοινωνικής ζωής, ψυχολογικών και οικονομικών επιπτώσεων.
Με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του 2020 αναφέρθηκαν παγκοσμίως περίπου 604.000 νέα περιστατικά και 342.000 θάνατοι από την νόσο. Στην Ευρώπη διαγιγνώσκονται 31.130 νέες περιπτώσεις καρκίνου τραχήλου της μήτρας και 413.977 περιπτώσεις προκαρκινικών αλλοιώσεων (CIN2/3) ετησίως. Στην Ελλάδα, μόνο κατά την πενταετία 2009-2013, καταγράφηκαν 7.817 νέες περιπτώσεις καρκίνου και υψηλού βαθμού αλλοιώσεων του τραχηλικού επιθηλίου. Τα πρόσφατα επιδημιολογικά στοιχεία (2021) «μαρτυρούν» 697 νέα περιστατικά καρκίνου του τραχήλου της μήτρας και 282 θανάτους ετησίως.
Η επίπτωση της νόσου διαφοροποιείται σημαντικά μεταξύ των χωρών, ανάλογα με το κοινωνικο-οικονομικό τους επίπεδο, από 2 έως και 75 περιστατικά ανά 100.000 γυναίκες ανά έτος. Στην Ελλάδα η επίπτωση ανήλθε το 2018 στα 7,9 περιστατικά ανά 100.000 γυναίκες και η θνησιμότητα στις 2 γυναίκες ανά 100.000 γυναικείου πληθυσμού.
Ορόσημα στις προσπάθειες πρόληψης του καρκίνου τραχήλου μήτρας
Οι προσπάθειες για την πρωτογενή και δευτερογενή πρόληψη του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας διεθνώς ανάγονται περίπου σε έναν αιώνα, με καθοριστικά ορόσημα την εισαγωγή της κολποσκόπησης στην κλινική πράξη από τον Hans Hinselmann στην Γερμανία (1925) και τις πρώτες δημοσιεύσεις του Aurel Babes στην Γαλλία και του Γεωργίου Παπανικολάου στις ΗΠΑ (1928). Σημαντικοί σταθμοί της διαδρομής αυτής αποτέλεσαν η έναρξη εφαρμογής του «τεστ Παπανικολάου» στις ΗΠΑ (1955) και η ανακάλυψη της αιτιολογικής σχέσης του HPV με τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας από τον Harald zur Hausen και τους συνεργάτες του στην Γερμανία (1975).
Ορόσημα ήταν επίσης η παγκόσμια αποδοχή της συσχέτισης HPV και καρκίνου τραχήλου μήτρας (1999), η δημιουργία HPV εμβολίων και έναρξη εφαρμογής του εμβολιασμού έναντι του HPV (2007), η πρώτη FDA-αδειοδότηση ενός HPV DNA test ως μόνου τεστ για τον πρωταρχικό προσυμπτωματικό έλεγχο για καρκίνο τραχήλου μήτρας (2014) και τέλος η σύνταξη από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (Π.Ο.Υ.) της Παγκόσμιας Στρατηγικής για την Εξάλειψη του Καρκίνου Τραχήλου Μήτρας ως προβλήματος δημόσιας υγείας και η προτροπή για εφαρμογή της από όλες τις χώρες με δεδομένους στόχους (2020).
Η παρεχόμενη προστασία μέσω του εμβολίου και η ανάγκη προληπτικών ελέγχων
Ως προς την πρωτογενή πρόληψη, υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι ο εμβολιασμός των κοριτσιών κατά του HPV μπορεί να προσφέρει σημαντικότατη προστασία από την μόλυνση με τους πλέον ογκογόνους τύπους του HPV (16,18, 31, 33, 45, 52, 58), οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για πάνω από το 90% των περιπτώσεων καρκίνου στον τράχηλο της μήτρας. Κατά την εφαρμογή, μέχρι σήμερα, πέραν των 350 εκατομμυρίων δόσεων HPV-εμβολίων παγκοσμίως, τα HPV εμβόλια αποδείχθηκαν ασφαλή, χωρίς αιτιολογικά σχετιζόμενες σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες. O Π.Ο.Υ. συστήνει τη χορήγηση του HPV εμβολίου κατά προτεραιότητα σε κορίτσια 9-15 ετών και, ήδη, πάνω από 100 χώρες έχουν εντάξει στα εθνικά εμβολιαστικά τους προγράμματα τον HPV εμβολιασμό.
Προ 6ετίας, ήδη, είχε υπολογιστεί ότι ένα κορίτσι 12 ετών, χωρίς προηγούμενη HPV μόλυνση, εμβολιαζόμενο με το 9δύναμο HPV εμβόλιο θα έχει δια βίου προστασία από τον καρκίνο τραχήλου μήτρας κατά 85-90%. Έτσι, είναι εντυπωσιακό ότι πρόσφατες μελέτες-ορόσημα από τη Σουηδία και την Αγγλία, βασισμένες σε πληθυσμιακά δεδομένα πραγματικής ζωής (real-life) από τον πρώτο γύρο ελέγχου εμβολιασμένων γυναικών, επιβεβαιώνουν ότι σε νέες γυναίκες που είχαν εμβολιαστεί πριν από την ηλικία των 17 ετών παρατηρήθηκε σημαντικότατη μείωση του διηθητικού καρκίνου του τραχήλου της μήτρας (κατά περίπου 88%) αλλά και των προκαρκινικών αλλοιώσεων (κατά 97%!).
Ως προς τη δευτερογενή πρόληψη, τα αποτελέσματα πρόσφατης έρευνας από Ιταλούς και Ολλανδούς επιστήμονες, βασισμένα σε 20ετή μελέτη γυναικών εξεταζόμενων με HPV DNA testing ανά 5ετία, έδειξαν σαφώς ότι ο εμβολιασμός κατά του HPV θα οδηγήσει σε ισχυρή μείωση του κινδύνου για (προ)καρκίνο τραχήλου μήτρας (CIN3+) των ελεγχόμενων γυναικών και ότι ο υπολειπόμενος κίνδυνος για CIN3+ μεταξύ των εμβολιασμένων γυναικών είναι πολύ χαμηλός (4,1% μεταξύ των μη εμβολιασμένων γυναικών, 1,2% μεταξύ των γυναικών που εμβολιάστηκαν με το διδύναμο εμβόλιο και 0,5% μεταξύ των γυναικών που εμβολιάστηκαν με το εννεαδύναμο εμβόλιο).
Σύμφωνα με τους συγγραφείς, ο χαμηλός κίνδυνος δικαιολογεί έναν λιγότερο εντατικό έλεγχο των εμβολιασμένων γενεών μέσω μεγαλύτερων μεσοδιαστημάτων ελέγχου, καταλήγοντας έτσι στο ίδιο συμπέρασμα με άλλες υπολογιστικές μελέτες, οι οποίες έδειξαν ότι σε γυναίκες που έχουν εμβολιαστεί με το 9δύναμο HPV εμβόλιο απαιτούνται μόνο δύο δια βίου έλεγχοι με HPV testing, όπως προτείνει και η Στρατηγική του Π.Ο.Υ., ενώ σε μη εμβολιασμένες γυναίκες απαιτούνται έως επτά δια βίου έλεγχοι.
Ήδη υπάρχουν κράτη, όπως π.χ. η Αυστραλία, η Νορβηγία, η Σουηδία, που έχουν δηλώσει ότι εντός της επόμενης 15ετίας θα είναι σε θέση να πετύχουν τον στόχο που έθεσε ο Π.Ο.Υ. για όλα τα κράτη, δηλ. να εξαλείψουν τον καρκίνο τραχήλου μήτρας ως πρόβλημα δημόσιας υγείας. Στις χώρες, μάλιστα, που θα επιτευχθεί ο στόχος αυτός, η επίπτωση της νόσου θα είναι τόσο χαμηλή, ώστε δεν θα χρειάζεται πλέον προληπτικός-προσυμπτωματικός έλεγχος των γυναικών.
* Ο κ. Θεόδωρος Αγοραστός είναι Καθηγητής Μαιευτικής-Γυναικολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Πρόεδρος της Ελληνικής HPV Εταιρείας.
** Η MSD Ελλάδος υποστηρίζει την πρωτοβουλία του «Πρώτου Θέματος» να αναδείξει τη σημασία του εμβολιασμού. Η φαρμακευτική εταιρεία δεν έχει καμιά ανάμειξη στην επιλογή των αρθρογράφων και στο περιεχόμενο των κειμένων.