Η 17η Μαΐου έχει ορισθεί ως Παγκόσμια Ημέρα κατά της Υπέρτασης. Ο Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ) με την αφορμή της Παγκόσμιας Ημέρας κατά της Υπέρτασης, συμμετέχει στην ευαισθητοποίηση του κοινού για ανάγκη ελέγχου μέτρησης της πίεσης σε συνθήκες ηρεμίας, με τη χρήση πιστοποιημένου πιεσόμετρου και την επίσκεψη στον ιατρό για τη λήψη εξατομικευμένων οδηγιών πρόληψης ή ελέγχου της υπέρτασης.
Η αρτηριακή υπέρταση ορίζεται ως η αυξημένη πίεση του αίματος στο εσωτερικό του τοιχώματος των μεγάλων αρτηριών του σώματος. Η υπέρταση ή «σιωπηλή νόσος» όπως επίσης αποκαλείται, καθώς πολλοί άνθρωποι δεν γνωρίζουν ότι πάσχουν, παραμένει ο ισχυρότερος τροποποιήσιμος παράγοντας κινδύνου για την καρδιαγγειακή νοσηρότητα και θνητότητα παγκοσμίως.
Η αρτηριακή πίεση καταγράφεται με δύο αριθμούς και μετριέται σε χιλιοστά στήλης υδραργύρου. Ο μεγαλύτερος αριθμός αποτελεί τη «συστολική» πίεση, η οποία είναι γνωστή ως «μεγάλη» πίεση και ο μικρότερος καταγράφει τη «διαστολική», γνωστή ως «μικρή» πίεση. Αρτηριακή υπέρταση εμφανίζουν τα άτομα στα οποία είτε η συστολική τους πίεση καταγράφεται ≥ 140 χιλιοστά της στήλης υδραργύρου, είτε η διαστολική τους είναι ≥ 90 χιλιοστά.
Η υπέρταση αποτελεί τον κύριο παράγοντα κινδύνου για τα καρδιαγγειακά νοσήματα, και ειδικότερα για το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, τη στεφανιαία νόσο, και την καρδιακή ανεπάρκεια. Αποτελεί επίσης ισχυρό παράγοντα κινδύνου για τη χρόνια νεφρική νόσο, τις αρρυθμίες, την υπερτασική αμφιβληστροειδοπάθεια και την άνοια.
Επιδημιολογικά Δεδομένα
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), υπολογίζεται ότι 1,28 δισεκατομμύρια ενήλικοι ηλικίας 30–79 χρόνων διεθνώς πάσχουν από υπέρταση, με την πλειονότητα αυτών να διαμένουν σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος.
Σύμφωνα με ερευνητικά δεδομένα, στην Ελλάδα, όπου τα καρδιαγγειακά νοσήματα αποτελούν την κύρια αιτία θνησιμότητας, πάνω από το 1/3 του πληθυσμού πάσχουν από υπέρταση (περίπου 3.300.000 άτομα) ενώ ένα στα δύο ηλικιωμένα άτομα είναι υπερτασικό. Περίπου 30% των υπερτασικών είναι αδιάγνωστοι ενώ λιγότερο από 1/3 των υπερτασικών έχουν επιτύχει καλή ρύθμιση με φαρμακευτική αγωγή.
Παράγοντες κινδύνου
Οι τροποποιήσιμοι παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν την ανθυγιεινή διατροφή (υπερβολική κατανάλωση αλατιού, δίαιτα υψηλή σε κορεσμένα και τρανς λιπαρά, χαμηλή κατανάλωση φρούτων και λαχανικών), την έλλειψη σωματικής άσκησης, την κατανάλωση καπνού και αλκοόλ και την παχυσαρκία. Στους μη τροποποιήσιμους παράγοντες περιλαμβάνεται το οικογενειακό ιστορικό, η ηλικία άνω των 65 ετών και η ταυτόχρονη νόσηση με διαβήτη και παθήσεις των νεφρών.
Πρώιμη διάγνωση – Θεραπεία
Η υψηλή αρτηριακή πίεση συνήθως είναι ασυμπτωματική και μη αντιληπτή. Οι ασθενείς δεν γνωρίζουν ότι έχουν υψηλή αρτηριακή πίεση μέχρι να επισκεφτούν τον ιατρό τους για κάποιο άλλο λόγο.
Η κατάλληλη και συνεχής ενημέρωση του πληθυσμού όσον αφορά στην πρόληψη και η αύξηση της επαγρύπνησης του κοινού για τη νόσο αποτελούν τη βάση της διάγνωσης. Εφιστάται η προσοχή στη μεθοδολογία της μέτρησης για τον εντοπισμό και τη διαχείριση αυτής. Συστήνεται ο συνδυασμός μεθόδων μέτρησης στο ιατρείο, ως πιο ενδεδειγμένος τρόπος, ενώ παράλληλα, οι μετρήσεις εκτός ιατρείου με πιστοποιημένα πιεσόμετρα για την παρακολούθηση του ασθενούς είναι απαραίτητες για την αξιολόγηση των ασθενών που βρίσκονται σε αγωγή ή όχι.
Όσον αφορά στη φαρμακευτική θεραπεία συχνά απαιτείται συνδυασμός φαρμάκων, ιδίως, στην κατηγορία ασθενών με συννοσηρότητες όπως σακχαρώδης διαβήτης, δυσλιπιδαιμία, και στεφανιαία νόσος. Τονίζεται ότι η θεραπεία είναι εξατομικευμένη για κάθε ασθενή.
Μέτρα Πρόληψης και Ελέγχου
Ένας από τους παγκόσμιους στόχους που έχει τεθεί για τα μη Μεταδοτικά Νοσήματα είναι η μείωση της πρόωρης θνησιμότητας εξαιτίας τους κατά 33% έως το 2030 και η μείωση της συχνότητας της υπέρτασης θα συμβάλλει σημαντικά στο στόχο αυτό.
Παράγοντες που μπορεί να προλάβουν, να καθυστερήσουν την εμφάνιση της υπέρτασης και να συμβάλλουν στη μείωση της αρτηριακής πίεσης, είναι:
• η υγιεινή διατροφή πλούσια σε λαχανικά και φρούτα
• η μειωμένη πρόσληψη αλατιού
• ο περιορισμός κατανάλωσης του αλκοόλ
• η τακτική σωματική δραστηριότητα
• η διατήρηση κανονικού σωματικού βάρους
• η διακοπή καπνίσματος
• η ρύθμιση άλλον χρόνιων νόσων όπως ο σακχαρώδης διαβήτης και η νεφρική ανεπάρκεια
• η μείωση του άγχους και ο έλεγχος της ψυχικής υγείας
• η συχνή μέτρηση της πίεσης
• η παρακολούθηση από τον θεράποντα ιατρό
• η φαρμακευτική αγωγή και η συνέπεια στη μακροχρόνια λήψη της.