Η Παγκόσμια Ημέρα των Ηλικιωμένων εορτάζεται κάθε χρόνο την 1η Οκτωβρίου. Υιοθετήθηκε από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ πριν 32 χρόνια, το 1990, για να αποτίσει τον οφειλόμενο φόρο τιμής στα άτομα της τρίτης ηλικίας, αλλά και να επισημάνει τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος των ηλικιωμένων σε μία σύγχρονη κοινωνία οι οποίοι λειτουργούν διαχρονικά ως συνεκτικός παράγοντας. Στην Ελλάδα στηρίζουν παραδοσιακά την οικογένεια με διάφορους τρόπους και έχουν ενεργό συμμετοχή, καθώς συμβάλλουν οικονομικά με τη σύνταξή τους, φροντίζουν τα εγγόνια τους στις καθημερινές τους δραστηριότητες, αναλαμβάνουν τις εξωτερικές δουλειές των παιδιών τους αλλά και τη φροντίδα του σπιτιού και είναι πάντα διαθέσιμοι να μεταδώσουν τις γνώσεις και τις εμπειρίες τους στις νεότερες γενιές. Στόχος του ΟΗΕ και του ΠΟΥ είναι η Παγκόσμια Ημέρα των Ηλικιωμένων, να συμβάλει στο να αναγνωρισθεί η μεγάλη συμβολή των ατόμων 65+ σε
όλους τους τομείς.
Η Ελληνική Γεροντολογική και Γηριατρική Εταιρεία φέτος αφιερώνει την Παγκόσμια Ημέρα των Ηλικιωμένων στην ενεργό γήρανση, μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις παγκοσμίως με βάση τις προοπτικές μελέτες για τη δημογραφική γήρανση. Οι αριθμοί που ακολουθούν μπορούν να βοηθήσουν στο να γίνει πιο αντιληπτό το πρόβλημα.
Με βάση τις εκτιμήσεις των Ηνωμένων Εθνών για την προοπτική εξέλιξης του παγκόσμιου πληθυσμού από το 2010 μέχρι το 2050, προβλέπεται αύξηση 188% για τα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών, 351% για τα άτομα ηλικίας άνω των 85 ετών και 1004% για τα άτομα που ξεπερνούν τα 100 χρόνια. Αυτές οι εντυπωσιακές αυξήσεις των ατόμων της τρίτης ηλικίας βρίσκονται σε αντιδιαστολή με μία αύξηση μόλις 22% του γενικού πληθυσμού ηλικίας από 0- 64 ετών για το ίδιο χρονικό διάστημα.
Ο εν δυνάμει οικονομικά ενεργός πληθυσμός (δηλαδή όλοι οι πολίτες ηλικίας 20-69 ετών που δυνητικά θα μπορούσαν να δουλέψουν) θα μειωθεί από 7 εκατομμύρια το 2015 σε 4,8-5,5 εκατομμύρια το 2050. Ο πραγματικός οικονομικά ενεργός πληθυσμός θα μειωθεί από 4,7 εκατομμύρια το 2015 σε 3-3,7 εκατομμύρια.
Σε ό,τι αφορά στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ελλάδα και η Ιταλία καταγράφουν τον τρίτο χαμηλότερο δείκτη γεννήσεων (9‰), μετά τη Γερμανία (8,4‰) και την Πορτογαλία (8,5‰). Σαν αποτέλεσμα της υπογεννητικότητας και της γήρανσης του πληθυσμού αλλά και του αρνητικού ισοζυγίου μετανάστευσης, υπολογίζεται ότι θα έχουμε μείωση του πληθυσμού της Ελλάδας από τα 11 εκατομμύρια το 2013 στα 8,3 έως 10 εκατομμύρια το 2050. Η ελάττωση του πληθυσμού θα κυμανθεί από 800 χιλιάδες μέχρι 2,5 εκατομμύρια άτομα.
Ο πληθυσμός των παιδιών σχολικής ηλικίας (από 3 μέχρι 17 ετών) θα μειωθεί από 1,6 εκατομμύρια σήμερα σε 1,4 εκατομμύρια (αισιόδοξο σενάριο) έως 1 εκατομμύριο (απαισιόδοξο σενάριο) το 2050. Το 2020 ένα στα 7 παιδιά που γεννήθηκαν στη χώρα μας είχαν έναν τουλάχιστον αλλοδαπό γονιό.
Ο πληθυσμός της χώρας μειώνεται σε απόλυτους αριθμούς ετησίως συνεχώς από το 2011, οπότε και για πρώτη φορά ο αριθμός των γεννήσεων και των μεταναστευτικών ροών προς τη χώρα υπολείπεται του αριθμού των θανάτων και της μετανάστευσης Ελλήνων στο εξωτερικό.
Η υπογεννητικότητα είναι χρόνιο πρόβλημα για την πατρίδα μας. Ο μέσος όρος ολικής γονιμότητας, δηλαδή παιδιών ανά ζεύγος, είναι 1,26, σταθερός τα τελευταία χρόνια, όταν ο μέσος όρος της Ε.Ε. είναι 1,49. Επισημαίνεται ότι για να διατηρηθεί σταθερός ο πληθυσμός πρέπει ο δείκτης γονιμότητας να είναι πάνω από 2,1.
Τα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών αντιπροσωπεύουν σήμερα στη χώρα μας ποσοστό πάνω από το 21,3% του πληθυσμού και σύμφωνα με τις προβλέψεις το 2030 θα είναι περίπου το 30% του πληθυσμού ενώ το 2050 θα πλησιάσουν το 1/3 του πληθυσμού. Αντίθετα, το αντίστοιχο ποσοστό των ατόμων ηλικίας 0-14 ετών είναι σήμερα περίπου 14% και αναμένεται να υποχωρήσει το 2050 στο 10-12%. Αντίστοιχα, η μέση ηλικία, που ήταν 26 έτη το 1951 και που είναι 44 έτη σήμερα, αναμένεται να αυξηθεί και να αγγίξει τα 50 έτη. Αυτή η δημογραφική γήρανση -κοινή σε όλες τις δυτικού τύπου χώρες- προκαλεί πολλά προβλήματα ιατρικά, κοινωνικά, οικογενειακά, οικονομικά, ασφαλιστικά, κ.ά. που θα προσλάβουν εκρηκτικές διαστάσεις στις προσεχείς δεκαετίες.
Βλέποντας όλα τα παραπάνω στοιχεία αντιλαμβανόμαστε ότι το στοίχημα για υγιή γήρανση πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα σε όλες τις χώρες. Στο πλαίσιο αυτό, ο ΟΗΕ κήρυξε επίσημα τη δεκαετία 2021-2030 ως «Δεκαετία υγιούς γήρανσης», μία πρωτοβουλία παγκόσμιας συνεργασίας όλων των φορέων που ασχολούνται με την υγεία, κυβερνήσεων, διεθνών οργανισμών, ιδιωτικού τομέα, επαγγελματιών υγείας, μέσων μαζικής ενημέρωσης και επικοινωνίας, ακαδημαϊκής και πανεπιστημιακής κοινότητας και κοινωνίας των πολιτών, με στόχο τη βελτιστοποίηση της «λειτουργικής ικανότητας» των ηλικιωμένων και της μακροζωίας, αλλά με υγιή και ευχάριστο τρόπο. Βέβαια κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολα εφαρμόσιμο, αν αναλογιστούμε ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των ηλικιωμένων παγκοσμίως ζει σε χώρες μεσαίου και χαμηλού εισοδήματος, ενώ πολλοί από αυτούς δεν έχουν πρόσβαση ούτε στους βασικούς πόρους και υπηρεσίες. Τονίζουμε εδώ ότι η πανδημία του κορωνοϊού τα δύο τελευταία χρόνια επιδείνωσε αρκετά την κατάσταση και ανέδειξε τα σοβαρά προβλήματα των συστημάτων υγείας σε όλο τον κόσμο.
Ωστόσο, η «Δεκαετία Υγιούς Γήρανσης», την οποία ήδη διανύουμε εστιάζει σε 4 βασικούς τομείς δράσης:
α) τη δημιουργία φιλικών προς την τρίτη ηλικία κοινωνιών και περιβάλλοντος που επιτρέπουν την πρόσβαση σε συστήματα υγείας, στην τεχνολογία, σε υπηρεσίες και προϊόντα που μπορούν να κάνουν ευκολότερη τη ζωή των ηλικιωμένων ατόμων,
β) την αντιμετώπιση των ηλικιακών διακρίσεων, του λεγόμενου «ageism», που αποκλείει τους μεγαλύτερους ανθρώπους από την ενεργό δράση με μόνο κριτήριο την ηλικία και όχι τις ικανότητες, τη γνώση ή/και την εμπειρία,
γ) την παροχή της ολοκληρωμένης φροντίδας, που αφορά σε όλες τις υπηρεσίες υγείας στο πεδίο της πρόληψης, της θεραπείας και της αντιμετώπισης ασθενειών με χαμηλό κόστος για τους ηλικιωμένους και
δ) την πρόσβαση στη μακροχρόνια φροντίδα, η οποία απευθύνεται σε άτομα μη αυτοεξυπηρετούμενα με ανάγκη για μόνιμη υποστήριξη και υποβοήθηση.
Όλοι οι παραπάνω τομείς έχουν στόχο να βοηθήσουν τα άτομα της τρίτης ηλικίας να έχουν ένα καλό επίπεδο ζωής, με ίσα δικαιώματα και ευκαιρίες με τις υπόλοιπες ηλικιακές ομάδες και πάνω απ’ όλα να διαβιώνουν με αξιοπρέπεια.
Ωστόσο, η υγιής γήρανση είναι μία διαδικασία που μπορούμε να προσεγγίσουμε με προσωπική προσπάθεια και ατομικές ενέργειες, όχι όταν φτάσουμε στην τρίτη ηλικία, αλλά καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μας και αυτό είναι ανεξάρτητο από πρωτοβουλίες και δράσεις διεθνών οργανισμών. Η υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής, με ισορροπημένη διατροφή, κυρίως μεσογειακή, πλούσια σε θρεπτικά συστατικά, αποφυγή του αλκοόλ και του καπνίσματος, επαρκείς ώρες ποιοτικού ύπνου, καθημερινή άσκηση, διατήρηση των κοινωνικών συναναστροφών και παράλληλα επιμελή πραγματοποίηση προληπτικών εξετάσεων, μπορεί να μας βοηθήσει να διατηρήσουμε ένα καλό επίπεδο σωματικής και ψυχικής υγείας και να «γεράσουμε» όμορφα χωρίς σοβαρά προβλήματα.
Η σωστή διατροφή, όπως είναι η μεσογειακή, επισημαίνει ο Πρόεδρος της Ε.Γ.Γ.Ε. Καθηγητής κ. Ιωάννης Καραϊτιανός, είναι ζωτικής σημασίας για τους ηλικιωμένους αφού θα πρέπει να λειτουργεί ως «φάρμακο» για το σώμα, χωρίς να το καταπονεί ή να το επιβαρύνει. Η δυσθρεψία, η κατάσταση κατά την οποία το σώμα δεν λαμβάνει τις απαραίτητες ποσότητες σε θερμίδες, πρωτεΐνες, βιταμίνες και ιχνοστοιχεία μέσω της διατροφής, αφορά 1 στους 3 άνω των 65 ετών και σχετίζεται με πολύ σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία. Είναι αποτέλεσμα ελαττωμένης πρόσληψης τροφής και θρεπτικών συστατικών ή διαταραχών στην απορρόφηση και στον μεταβολισμό και προκαλεί διαταραχές στη σωματική και νοητική λειτουργία. Εκτός των σωματικών αιτιών η δυσθρεψία είναι αποτέλεσμα ψυχολογικών και κοινωνικών παραγόντων. Η δυσθρεψία σταδιακά οδηγεί σε απώλεια μυϊκής μάζας και δύναμης που με τη σειρά τους μπορεί να οδηγήσουν σε σαρκοπενία (σοβαρή απώλεια μυϊκής μάζας), αδύναμο ανοσοποιητικό σύστημα, αναιμία, οστεοπόρωση, κ.ά. Ανεξήγητη απώλεια βάρους, εξάντληση, αδυναμία ή δυσκολία στην κίνηση αποτελούν κάποια από τα αναγνωρίσιμα «σημάδια» της δυσθρεψίας.
Σημαντικό ρόλο σε συνδυασμό και με τη σωστή διατροφή παίζει η φυσική δραστηριότητα και η σωματική άσκηση ήπιας έντασης, όπως είναι το περπάτημα και η κολύμβηση. Η άσκηση στην τρίτη ηλικία συμβάλλει στο να διατηρηθούν σε καλή κατάσταση οι κινητικές λειτουργίες του ατόμου, η όραση και η ακοή, το καρδιαγγειακό και το αναπνευστικό σύστημα, καθώς επίσης και το μυοσκελετικό σύστημα, αυξάνοντας τη μυϊκή μάζα, την ευκινησία των αρθρώσεων και την αντοχή των οστών. Η άσκηση ενδυναμώνει το ηλικιωμένο άτομο, βοηθώντας το να έχει αίσθηση του σώματός του και βελτιώνει την ισορροπία του, με αποτέλεσμα να είναι λιγότερο επιρρεπές σε πτώσεις. Παράλληλα με την άσκηση βελτιώνεται και η ψυχική διάθεση, μειώνεται το άγχος και απομακρύνεται ο κίνδυνος εμφάνισης κατάθλιψης.
Επισημαίνεται εξάλλου η ανάγκη επιμελούς φροντίδας της στοματικής υγείας των ηλικιωμένων γιατί ασθένειες του στόματος όπως η τερηδόνα, η περιοδοντική νόσος, η απώλεια δοντιών, η ξηροστομία και λειτουργικές δυσκολίες της μάσησης έχουν ως αποτέλεσμα να επηρεάζονται δυσμενώς η γενικότερη υγεία των ηλικιωμένων αλλά και η ποιότητα διατροφής και ζωής τους.
Χρόνια νοσήματα της τρίτης ηλικίας
Καρκίνος: Αποτελεί νόσο της τρίτης ηλικίας αφού περίπου το 55% των νέων κρουσμάτων αφορά στα άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω. Είναι η πρώτη αιτία θανάτου για τις ηλικίες μεταξύ 65 -74 ετών και η δεύτερη αιτία θανάτου από 75 ετών και άνω. Η εγκατάλειψη των προληπτικών εξετάσεων για καρκίνο κατά τη διάρκεια της πανδημίας δυστυχώς οδήγησε σε μία μείωση των νέων διαγνώσεων καρκίνου κατά 40% το 2020 σε σχέση με το 2019! Ανάλογα στοιχεία έχουμε και για το 2021 και για το 2022. Στο διάστημα της πανδημίας παρατηρήθηκε να προσέρχονται ασθενείς σε προχωρημένα στάδια καρκίνου τα οποία δεν επιδέχονται τις περισσότερες φορές ριζική θεραπευτική αντιμετώπιση με αποτέλεσμα αυξημένη θνητότητα, χαμηλή ποιότητα ζωής και μεγάλες ανάγκες σε φροντίδα τελικού σταδίου.
Οι περισσότερες μορφές καρκίνου διαγιγνώσκονται σε ηλικιωμένα άτομα: Πάνω από το 50% των κακοήθων όγκων στις ΗΠΑ και στην Ε.Ε. αφορά σε άτομα άνω των 65 ετών. Η ετήσια επίπτωση των κακοήθων νεοπλασμάτων αυξάνει με ταχύτατο ρυθμό σε ηλικίες άνω των 65 ετών.
Την τελευταία 30ετία μειώθηκαν κατά 25% οι θάνατοι από νεοπλασίες σε άτομα κάτω των 55 ετών, αλλά αυξήθηκε κατά 18% η θνητότητα από καρκίνο στους υπερήλικες ασθενείς.
Στις ΗΠΑ το 52% όλων των καρκίνων στις γυναίκες και το 59% στους άνδρες διαγιγνώσκεται σε άτομα άνω των 65 ετών.
Οι συχνότερες μορφές καρκίνου είναι ο καρκίνος του πνεύμονα, του προστάτη και του παχέος εντέρου για τους άνδρες και ο καρκίνος του μαστού, του πνεύμονα, του παχέος εντέρου και των γεννητικών οργάνων για τις γυναίκες. Αύξηση παρουσιάζει τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας η επίπτωση του καρκίνου του παγκρέατος και του μελανώματος. Τα βασικοκυτταρικά καρκινώματα του δέρματος είναι συχνότατα νεοπλάσματα της προχωρημένης ηλικίας και για τα δύο φύλα και έχουν καλή πρόγνωση αν αντιμετωπιστούν σωστά και έγκαιρα.
Όπως αναφέρει ο Πρόεδρος της Ε.Γ.Γ.Ε. Καθηγητής κ. Ιωάννης Καραϊτιανός, πάνω από το 66% των θανάτων από καρκίνο συμβαίνει σε ασθενείς ηλικίας άνω των 65 ετών.
Έτσι προκύπτουν ηθικά και δεοντολογικά προβλήματα για την ιατρική περίθαλψη των ηλικιωμένων. Παρά τη σήμερα επικρατούσα άποψη ότι οι προληπτικές εξετάσεις για καρκίνο στα άτομα τρίτης ηλικίας στοιχίζουν δυσανάλογα στο Σύστημα Υγείας σε σχέση με το πιθανό όφελος, αυτό δεν φαίνεται να ισχύει. Έχει μείζονα σημασία η εφαρμογή εθνικών προγραμμάτων έγκαιρης διάγνωσης των συχνότερων μορφών καρκίνου (μαστού, παχέος εντέρου, προστάτη, τραχήλου μήτρας, δέρματος, κλπ.) ακόμα και σε άτομα προχωρημένης ηλικίας, τουλάχιστον μέχρι τα 75 έτη ανάλογα με τη βιολογική ηλικία αλλά και το προσδόκιμο επιβίωσης των ατόμων αυτών.
Η έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου σημαίνει εξάλλου: λιγότερες βαριές χειρουργικές επεμβάσεις, λιγότερες χημειοθεραπείες και ακτινοθεραπείες, λιγότερες ημέρες νοσηλείας και τελικά προσφέρει μεγάλες πιθανότητες ίασης ή μακρότερης επιβίωσης με ικανοποιητική ποιότητα ζωής.
Καρδιαγγειακά νοσήματα: Αντίστοιχη εικόνα παρουσιάζει και η καθυστέρηση στη διάγνωση των καρδιαγγειακών νοσημάτων όπως είναι η αρτηριακή υπέρταση, η στεφανιαία νόσος, οι αρρυθμίες και η κολπική μαρμαρυγή, η αποφρακτική αρτηριοπάθεια, κ.λ.π.
Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία, σε παγκόσμιο επίπεδο 1 στους 3 ενήλικες πάσχει από αυξημένη αρτηριακή πίεση. Στην Ελλάδα η υπέρταση αφορά περίπου στο 20% του συνολικού πληθυσμού, αλλά στα άτομα 65 ετών και άνω το ποσοστό αυτό υπερβαίνει το 50% και όσο γηράσκει το άτομο αυξάνει και η επίπτωση της πάθησης.
Στην περίπτωση της στεφανιαίας νόσου, η νοσηρότητα και η θνητότητα της νόσου αυξάνουν με την ηλικία λόγω της συνύπαρξης πολλών παραγόντων κινδύνου όπως είναι η αρτηριακή υπέρταση, η υπερλιπιδαιμία και αθηροσκλήρωση, ο σακχαρώδης διαβήτης, η παχυσαρκία και το κάπνισμα. Ραγδαία είναι η αύξησή τους σε ηλικίες άνω των 75 ετών.
Η κολπική μαρμαρυγή είναι μια συνήθης μορφή καρδιακής αρρυθμίας όπου ο ρυθμός συστολής της καρδιάς είναι ταχύς, ανώμαλος και αποδιοργανωμένος. Παρατηρείται σε ποσοστό 5% στα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών και σε 10% στους υπερήλικες άνω των 80 ετών και αποτελεί το κύριο αίτιο θρομβοεμβολικών αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων. Στην Ελλάδα καταγράφονται πάνω από 30.000 αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια κάθε χρόνο και με θνητότητα γύρω στο 30% τον πρώτο χρόνο. Η στένωση των καρωτίδων, εξάλλου, ευθύνεται για το 25-30% των εγκεφαλικών αγγειακών επεισοδίων, ιδιαίτερα όταν η στένωση είναι της τάξεως του 70-80% και η διάγνωσή της είναι ευχερής με ένα απλό υπερηχογράφημα triplex. Και στις δύο περιπτώσεις (κολπική μαρμαρυγή και στένωση καρωτίδων), η αντιπηκτική φαρμακευτική αγωγή προστατεύει από εγκεφαλικό επεισόδιο.
Σακχαρώδης διαβήτης: Η επίπτωση του σακχαρώδους διαβήτη αυξάνεται ταχύτατα στην Ευρώπη και στη χώρα μας και υπολογίζεται σε 10% του ελληνικού πληθυσμού. Αποτελεί μαζί με την παχυσαρκία και την αρτηριακή υπέρταση βασικό παράγοντα θνησιμότητας. Οι οφειλόμενοι στον σακχαρώδη διαβήτη θάνατοι παγκοσμίως αγγίζουν το 1,5 εκατομμύριο ετησίως και 1 στους 20 θανάτους αποδίδεται άμεσα ή έμμεσα στον σακχαρώδη διαβήτη και τις επιπλοκές του.
Οστεοπόρωση: Αποτελεί και αυτή νόσο της τρίτης ηλικίας η οποία πλήττει πάνω από το 30% των μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών και υπολογίζεται ότι πάσχουν από αυτή 200 εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως. Οφείλεται στην κακή διατροφή, την έλλειψη άσκησης, τη μη επαρκή έκθεση στον ήλιο και την κληρονομικότητα, ενώ μελέτες στην Ελλάδα έδειξαν χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D στο αίμα, που είναι απαραίτητη μαζί με το ασβέστιο για την υγεία των οστών, στο 60% των ενηλίκων ανδρών και στο 70% των γυναικών. Ένα οστεοπορωτικό κάταγμα συμβαίνει παγκοσμίως κάθε 3 δευτερόλεπτα (30% των οστεοπορωτικών ανδρών και γυναικών θα εμφανίσει ένα κάταγμα). Αξίζει να σημειωθεί ότι οι καταγματίες αυτοί έχουν πιθανότητα 85% να πάθουν και δεύτερο κάταγμα. Σοβαρότερες είναι οι επιπτώσεις από το κάταγμα του ισχίου. Ένα χρόνο μετά από κάταγμα του ισχίου η πιθανότητα θανάτου εξαιτίας του κατάγματος είναι 20%-25%, ανάλογα με το ιατρονοσηλευτικό επίπεδο, η δε πλήρης αποκατάσταση μετά από κάταγμα ισχίου δεν υπερβαίνει το 50%. Στην Ελλάδα το 2018 συνέβησαν περίπου 90.000 οστεοπορωτικά κατάγματα (εκ των οποίων τα 16.000 του ισχίου) και τα οποία κόστισαν περισσότερα από 700 εκατομμύρια ευρώ. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση το ετήσιο κόστος των καταγμάτων είναι 37 δισεκατομμύρια ευρώ και αναμένεται να αυξηθεί κατά 25% μέχρι το 2025. Δυστυχώς, η μεγάλη πλειοψηφία των οστεοπορωτικών ατόμων υποθεραπεύονται ή δεν λαμβάνουν καθόλου φαρμακευτική αγωγή, κυρίως λόγω οικονομικών δυσχερειών αλλά και της έλλειψης ορθής εκτίμησης της σοβαρότητας της πάθησης από τους πάσχοντες και το ιατρικό προσωπικό παγκοσμίως. Ακόμα και μετά το πρώτο οστεοπορωτικό κάταγμα, μόνο το 20% των ασθενών άνω των 50 ετών διεθνώς, αναγνωρίζονται ως ασθενείς με οστεοπόρωση και λαμβάνουν αγωγή πρόληψης νέου κατάγματος.1 στις 3 γυναίκες και 1 στους 4 άνδρες άνω των 50 ετών θα υποστούν οστεοπορωτικό κάταγμα. Στην Ευρώπη κάθε μισό λεπτό έχουμε ένα οστεοπορωτικό κάταγμα ενώ η παγκόσμια οργάνωση υγείας προβλέπει ότι τα επόμενα 50 χρόνια θα υπάρχει τετραπλασιασμός των καταγμάτων του ισχίου. Στην Ελλάδα ο αριθμός των καταγμάτων του ισχίου αυξάνεται κατά 7% ετησίως!!! Οι πιο συχνοί τραυματισμοί που εμφανίζουν τα άτομα είναι στο κεφάλι, στον καρπό, στην σπονδυλική στήλη και στο ισχίο.
Άνοια: Από άνοια και άλλες διαταραχές της μνήμης πάσχουν περισσότεροι από 200.000 ασθενείς στη χώρα μας και λόγω της φύσης της νόσου συμπάσχει και ανάλογος αριθμός οικογενειών που φροντίζουν τους ασθενείς τους. Ο αντίστοιχος αριθμός για την Ευρώπη ανέρχεται σε 10.000.000 ενώ παγκοσμίως καταγράφονται 47.000.000 ασθενείς. Αν και φαίνεται να υπάρχει μία προοδευτική ελάττωση του αριθμού των πασχόντων στις αναπτυγμένες χώρες την τελευταία 20ετία, υπολογίστηκε ότι το 2020 έπασχαν από διαταραχές μνήμης 60 εκατομμύρια ασθενείς ενώ κάθε 20 χρόνια ο αριθμός αυτός θα διπλασιάζεται. Σημασία έχει η πρόληψη με τη σωστή μεσογειακή διατροφή, τη σωματική και πνευματική άσκηση, ενώ μεγάλες εξελίξεις αναμένονται από την έρευνα για τη γονιδιακή επιβάρυνση της νόσου και τη φαρμακευτική αντιμετώπισή της σε πρώιμα στάδια. Ιδιαίτερα υποστηρικτικό ρόλο για τη φροντίδα των ασθενών παίζει το ευαισθητοποιημένο και εκπαιδευμένο οικογενειακό περιβάλλον, καθώς και οι ειδικές μονάδες φροντίδας χρονίως πασχόντων.