Γράφει ο Στέφανος Φυγετάκης, καθηγητής Φυσικής Αγωγής και προπονητής δρόμων αποστάσεων

Η συντομογραφία EMS προέρχεται από τα αρχικά του αγγλικού όρου Electrical Μuscle Stimulation, που σημαίνει ηλεκτρική διέγερση των μυών ή όπως είναι γνωστό στο ευρύ κοινό ηλεκτρομυοδιέγερση. Επίσης, πολύ συχνά συναντάμε και τον όρο Νeuromuscular Electrical Stimulation (NMES), δηλαδή νευρομυϊκή ηλεκτρική διέγερση.

Η ηλεκτρομυοδιέγερση είναι η πρόκληση συστολής των μυών με τη χρήση ηλεκτρικών παλμών και συχνοτήτων. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πάρα πολλά αθλήματα ως μέσο ενδυνάμωσης και αύξησης κινητικότητας.

Έτσι, λοιπόν, ουσιαστικά πρόκειται για μια τεχνολογία, η οποία επιφέρει μυϊκή σύσπαση μέσω ηλεκτρικών ερεθισμών.

Εάν αυτό γίνεται με το λεγόμενο ρεύμα διέγερσης (δηλαδή ρεύμα χαμηλής συχνότητας), τότε αναφερόμαστε αποκλειστικά σε τεχνολογία EMS, κατά την οποία τα κινητικά νεύρα διεγείρονται και τελικά οδηγούν σε σύσπαση των μυών.

Το ρεύμα διέγερσης δημιουργείται από μια ηλεκτρονική φορητή συσκευή και παρέχεται μέσω ηλεκτροδίων (pads), τα οποία τοποθετούνται πάνω στο δέρμα, στις μυϊκές ομάδες που θέλουμε να διεγείρουμε. Τα pads είναι ειδικά μικρά «μαξιλαράκια», που καλύπτουν τις μυϊκές ομάδες στις οποίες θέλουμε να επιδράσουμε.

Το ηλεκτρικό ρεύμα διέγερσης προσομοιάζει το δυναμικό δράσης που προέρχεται από το κεντρικό νευρικό σύστημα, προκαλώντας τη σύσπαση των μυών.

Το 1761 ο Luigi Galvani ανακάλυψε πρώτος, ότι το ρεύμα μπορεί να ενεργοποιήσει τους μύες. Κατά τη διάρκεια του 19ου και 20ού αιώνα, οι ερευνητές μελέτησαν και κατέγραψαν τις ακριβείς ηλεκτρικές ιδιότητες που προκαλούν κίνηση των μυών.

Ανακαλύφθηκε ότι οι λειτουργίες του σώματος που προκλήθηκαν από ηλεκτρική διέγερση προκάλεσαν θετικές μεταβολές στους μυες.

Στη δεκαετία του 1960, πρώτοι σοβιετικοί προπονητές εφάρμοσαν την ηλεκτρομυοδιέγερση στην προπόνηση ελίτ αθλητών, υποστηρίζοντας ότι κέρδισαν δύναμη 40%.

Αρκετά χρόνια αργότερα, τη δεκαετία του 1970, η τεχνογνωσία αυτή έγινε γνωστή και εκτός Σοβιετικής Ένωσης. Εκείνη την εποχή τα αποτελέσματα ήταν αμφιλεγόμενα, μάλλον, επειδή οι μηχανισμοί στους οποίους ενήργησε το EMS δεν ήταν ακόμη κατανοητοί.

Τα τελευταία χρόνια η φυσιολογία επισήμανε τους μηχανισμούς με τους οποίους η ηλεκτρική διέγερση προκαλεί την προσαρμογή των κυττάρων των μυών, των αιμοφόρων αγγείων και των νεύρων.

Η χρήση της ηλεκτρομυοδιέγερσης είναι γνωστή εδώ και δεκαετίες στην φυσιοθεραπεία κατά την διάρκεια προγραμμάτων αποκατάστασης.

Τα οφέλη που παρέχει είναι η βελτίωση της κινητικότητας και η ενδυνάμωση των μυών σε μέλη του σώματος που έχουν περιορισμένη κινητικότητα λόγω κάποιου τραυματισμού και έχουν ατροφήσει.
Διεγείρει τους μύες στις περιοχές αυτές, με ένα τρόπο απολύτως φιλικό για το σώμα, χωρίς να απαιτείται κίνηση ή η χρήση αντιστάσεων.

Επίσης, επιτυγχάνει προστασία του μυοσκελετικού συστήματος και των αρθρώσεων, δυναμώνοντας τους μύες που τις περιβάλλουν, όπως, για παράδειγμα στη σπονδυλική στήλη και τα γόνατα.

Πέρα, όμως, από τα οφέλη που προέκυψαν στην φυσικοθεραπεία, βρέθηκε ότι η χρήση ηλεκτρομυοδιέγερσης μπορούσε να προσφέρει περισσότερα πράγματα, όπως  ενδυνάμωση και βελτίωση στην κινητικότητα.

Σειρά μελετών στο University of Bayreuth (2002-2003), στο University of Erlangen-Nurnberg (2009), στο German Sporthochschule Köln (2008), καθώς και στην κλινική καρδιολογίας στο Bad Oeynhausen (2010) έχουν αποδείξει την αποτελεσματικότητα της εκγύμνασης EMS σε ήδη γυμνασμένους, αλλά και αγύμναστους ανθρώπους, οι οποίοι είχαν ορατά αποτελέσματα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα.

Στην πραγματικότητα, μάλιστα, το γενικό «χτίσιμο» των μυών δεν ήταν το μοναδικό αποτέλεσμα: Η εκγύμναση EMS λειτουργεί άριστα όσον αφορά στην αύξηση της ταχυδύναμης και της «εκρηκτικότητας» ενός αθλητή χάρη στο γεγονός ότι μυϊκές ίνες ταχείας συστολής ενεργοποιούνται πρώτα από τα εξωτερικά ερεθίσματα.

Η ηλεκτρομυοδιέγερση λειτουργεί, επίσης, άριστα όταν στοχεύει σε συγκεκριμένες περιοχές: για παράδειγμα τον μέγα γλουτιαίο, τους κοιλιακούς τους ραχιαίους, ειδικά όσον αφορά στη μείωση του πόνου της πλάτης ή άλλων τραυματισμών.

Επιπλέον, το EMS -σε αντίθεση με την συμβατική γυμναστική- δεν καταπονεί τις αρθρώσεις, τους συνδέσμους και τους τένοντες.

Κατά τη διάρκεια της εκγύμνασης EMS, το 90% όλων των μυών που βρίσκονται ανάμεσα σε δύο ηλεκτρόδια ενεργοποιούνται διαδοχικά με κάθε κύκλο συσπάσεων. Επιπλέον, οι συσπάσεις των μυών είναι δυνατότερες και πιο έντονες σε σύγκριση με την μεμονωμένη εκούσια σωματική άσκηση.

Σε σχέση με την προπόνηση με βάρη, με το EMS ενεργοποιούνται οι βαθύτεροι μύες, γεγονός που οδηγεί στον καλύτερο εσωτερικό συγχρονισμό των μυών.

Με βάση αυτά τα επιστημονικώς αποδεδειγμένα δεδομένα μπορούμε να έχουμε πολύ πιο σημαντικά αποτελέσματα και σε μικρότερο χρονικό διάστημα.

Δεδομένης της διάρκειας και της έντασης των συσπάσεων των μυών, το αποτέλεσμα έως και 20 λεπτών προπόνησης με EMS μπορεί άνετα να συγκριθεί με αρκετές ώρες συμβατικής γυμναστικής με βάρη, γεγονός που με την σειρά του σημαίνει γρηγορότερα ορατά αποτελέσματα.

Η συγκεκριμένη προπόνηση μπορεί να γίνει τόσο σε ειδικά γυμναστήρια που έχουν τα συγκεκριμένα μηχανήματα, αλλά ακόμη και στον δικό μας χώρο αν αποκτήσουμε τις συσκευές αυτές.

Ένα ακόμα σημαντικό πλεονέκτημα είναι ότι το κόστος της συσκευής EMS δεν είναι μεγάλο, αν και υπάρχουν αρκετά διαφορετικά μοντέλα στο εμπόριο.

Το EMS μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε για αποκατάσταση μετά την προπόνηση, καθώς και για αποκατάσταση μετά από τραυματισμό. Μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε μόνο του ως προπονητικό μέσο, αλλά και σε συνδυασμό με οποιαδήποτε άλλη προπόνηση κάνουμε.

 

Ο Στέφανος Φυγετάκης είναι καθηγητής Φυσικής Αγωγής και προπονητής δρόμων αποστάσεων. Τεχνικός διευθυντής αγώνων δρόμου, πρώην πρωταθλητής στα 3000 μέτρα με φυσικά εμπόδια. Έχει διοργανώσει, μεταξύ άλλων, τη σειρά αγώνων Attica Grand Prix και We Run Athens, ενώ έχει διατελέσει μέλος της οργανωτικής επιτροπής του Μαραθωνίου της Αθήνας