Στις 11 Ιανουαρίου 2020, οι αρχές στην Κίνα ανακοίνωσαν τον πρώτο θάνατο από έναν άγνωστο τότε κορωνοϊό. Πέντε χρόνια μετά την έναρξη της πανδημίας που προκάλεσε ο ιός SARS-CoV-2, η COVID-19 έχει πάψει να προκαλεί παγκόσμια αναστάτωση, αλλά παραμένει παρούσα, συνεχίζοντας να προκαλεί μολύνσεις – συχνά επίμονες – και θανάτους.

Μέχρι σήμερα, η COVID-19 έχει επισήμως μολύνει 777 εκατομμύρια ανθρώπους και έχει προκαλέσει περισσότερους από 7 εκατομμύρια θανάτους, αν και οι πραγματικοί αριθμοί θεωρούνται υψηλότεροι, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ). Με την πάροδο των χρόνων, ωστόσο, οι επιπτώσεις της πανδημίας σε θανάτους και νοσηλείες έχουν μειωθεί σημαντικά, χάρη στην ανοσία που έχει αναπτυχθεί μέσω εμβολιασμών ή προηγούμενων μολύνσεων.

Παρά τη μείωση των σοβαρών επιπτώσεων, η COVID-19 εξακολουθεί να στοιχίζει ζωές. Από τον Οκτώβριο έως τον Νοέμβριο του 2024, πάνω από 3.000 θάνατοι καταγράφηκαν σε 27 χώρες, σύμφωνα με τον ΠΟΥ. Η συντριπτική πλειοψηφία αυτών των θανάτων, όμως, σημειώθηκε μεταξύ 2020 και 2022. Επισήμως, η πανδημία έληξε την άνοιξη του 2023, όταν ο ΠΟΥ ανακάλεσε το υψηλότερο επίπεδο συναγερμού που είχε κηρύξει.

Ο ιός SARS-CoV-2, ωστόσο, δεν έχει εξαλειφθεί. Αντίθετα, φαίνεται να γίνεται σταδιακά ενδημικός, με περιοδικές εξάρσεις, παρόμοιες με αυτές της εποχικής γρίπης, όπως εκτιμούν οι ειδικοί. Ωστόσο, η γενική αίσθηση είναι ότι ο κόσμος θέλει να αφήσει πίσω του την εμπειρία της COVID-19. «Οι άνθρωποι θέλουν να ξεχάσουν ότι αυτός ο ιός εξακολουθεί να είναι μαζί μας, επιλέγοντας μερικές φορές να προσποιούνται ότι δεν συνέβη τίποτα, καθώς η πανδημία υπήρξε τραυματική», σχολίασε η δρ Μαρία Βαν Κερχόβε, υπεύθυνη για τις επιδημίες και τις πανδημίες στον ΠΟΥ.

Η παραλλαγή Omicron, που εμφανίστηκε το φθινόπωρο του 2021, εξακολουθεί να κυριαρχεί, με υποπαραλλαγές που διαδέχονται η μία την άλλη, χωρίς όμως να προκαλούν σοβαρότερες επιπτώσεις. Παρόλα αυτά, δεν αποκλείεται η πιθανότητα εμφάνισης νέων στελεχών που θα είναι πιο μεταδοτικά ή θα παρακάμπτουν την ανοσία, προειδοποιούν οι επιστήμονες.

Σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση της πανδημίας διαδραμάτισαν τα εμβόλια, με πάνω από 13,6 δισεκατομμύρια δόσεις να έχουν χορηγηθεί παγκοσμίως. Ωστόσο, η πρόσβαση στα εμβόλια υπήρξε άνιση, με τις πλουσιότερες χώρες να προπορεύονται σε σχέση με τις φτωχότερες. Οι ειδικοί συνεχίζουν να συνιστούν τη χρήση τροποποιημένων εμβολίων για την παραλλαγή Όμικρον, ειδικά για τις ευπαθείς ομάδες, καθώς προσφέρουν προστασία από τις σοβαρές μορφές της ασθένειας και το σύνδρομο long COVID.

Σε ό,τι αφορά τη θεραπεία, παραμένουν διαθέσιμα ορισμένα αντιιικά φάρμακα και μονοκλωνικά αντισώματα, ενώ οι καινοτομίες, όπως τα εμβόλια mRNA, έχουν γεννήσει ελπίδες για την αντιμετώπιση άλλων ασθενειών, όπως ο καρκίνος.

Το σύνδρομο long COVID συνεχίζει να αποτελεί σημαντικό πρόβλημα. Όσοι το βιώνουν, συχνά για μήνες μετά τη μόλυνση, παρουσιάζουν συμπτώματα όπως κόπωση, βήχα, δύσπνοια, απώλεια γεύσης ή όσφρησης, δυσκολίες στη συγκέντρωση, και κατάθλιψη. Το 6% των μολυσμένων ατόμων εκτιμάται ότι επηρεάζεται από αυτό, με τις γυναίκες και όσους έχουν υποκείμενα νοσήματα να είναι πιο ευάλωτοι.

Τέλος, η COVID-19 δεν θα είναι η τελευταία πανδημία. Οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι είναι ζήτημα χρόνου η εμφάνιση της επόμενης, με την εντατική αποψίλωση των δασών και την αυξανόμενη επαφή των ανθρώπων με άγρια ζώα να αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης νέων ζωονοτικών ασθενειών. Παράλληλα, η εποχή της COVID ενίσχυσε την παραπληροφόρηση και την αντίσταση στα εμβόλια, γεγονός που προβληματίζει για την αποτελεσματικότητα της ανταπόκρισης σε μελλοντικές υγειονομικές κρίσεις.

Ειδήσεις σήμερα 

Τρέχουν οι αλλαγές σε Επείγοντα και εφημερίες – Τι ζητά το Μαξίμου από τον Άδωνι Γεωργιάδη

Με γρίπη και RSV έκανε ποδαρικό το 2025 – Αντιικά ούτε για δείγμα

Αιματολογικοί καρκίνοι: Οι διατροφικές παρεμβάσεις που επηρεάζουν την αποτελεσματικότητα της θεραπείας