Αντιδρά ο ιατρικός κόσμος στο νομοσχέδιο του Υπουργείου Υγείας που συζητήθηκε και ψηφίστηκε στη Βουλή και αφορά, μεταξύ άλλων, στη δυνατότητα των γιατρών του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ) να ασκεί ιδιωτικό έργο. Με ανακοίνωσή του ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος (ΠΙΣ) σημειώνει ότι κατά τη διάρκεια συζήτησης του νομοσχεδίου παρατηρήθηκαν «σοβαρές στρεβλώσεις» των θέσεων του Συλλόγου.
«Ο ΠΙΣ τάσσεται υπέρ της πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης των γιατρών του ΕΣΥ, στους οποίους η πολιτεία οφείλει να αυξήσει σημαντικά τους μισθούς προκειμένου να στελεχωθούν οι δημόσιες δομές υγείας με επαρκή αριθμό προσλήψεων, ώστε να εκλείψουν φαινόμενα υπερεργασίας και να καλυφθούν με ποιοτικές υπηρεσίες υγείας οι πολίτες. Τυχόν χορήγηση δυνατότητας σε ιατρούς του ΕΣΥ να ασκούν ιδιωτικό έργο, όπως το περιγραφόμενο στο άρθρο 7, θα αποδιαρθρώσει τα Νοσοκομεία και ΚΥ του ΕΣΥ και ταυτόχρονα θα προκαλέσει συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού με τους ιατρούς που δραστηριοποιούνται ως ελεύθεροι επαγγελματίες. Ο ΠΙΣ θεωρεί θεμελιώδη ανάγκη τη διατήρηση καθαρών σχέσεων ανάμεσα στο δημόσιο και το ιδιωτικό σύστημα υγείας και κυρίως ανάμεσα στον γιατρό και τον ασθενή και προς αυτή την κατεύθυνση θα συνεχίσει να εκπληρώνει το θεσμικό του ρόλο», σημειώνει ο ΠΙΣ.
Με τα παραπάνω ο Σύλλογος θέλει να πει ότι «είναι παντελώς αβάσιμη και προσχηματική η επίκληση του ΠΙΣ ως εισηγούμενου την τροπολογία της τελευταίας στιγμής που απέσυρε ο υπουργός Υγείας. Υποθέτουμε ότι το έπραξε προκειμένου να μην κατονομάσει και εκθέσει στην ιατρική κοινότητα εκείνους που όντως την εισηγήθηκαν, καταστρατηγώντας ανερυθρίαστα τις αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης».
Ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος υποστηρίζει, αντίθετα, πως «ουδόλως εξυπηρετεί τη διαφάνεια η απόσυρση από τον υπουργό του άρθρου 35 που είχε εισηγηθεί ο ΠΙΣ και είχε εγκριθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο και τη νομοπαρασκευαστική Επιτροπή. Με τη συγκεκριμένη ρύθμιση αίρονταν κάθε ακαταδίωκτο και ασυλία σε πειθαρχικές υποθέσεις για προέδρους και μέλη των Ιατρικών Συλλόγων και του ΠΙΣ, ώστε ισότιμα προς κάθε άλλο γιατρό της χώρας να λογοδοτούν στα πειθαρχικά όργανα, όταν αυτό επιβάλλεται από τους νόμους και τον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας».
Τέλος, σε ό,τι αφορά στο ζήτημα των απογευματινών χειρουργείων που απασχόλησε μεγάλο μέρος της συζήτησης στη Βουλή, ο ΠΙΣ πιστεύει πως αποτελεί έλασσον ζήτημα η απασχόληση των γιατρών ΕΣΥ στον ελεύθερο χρόνο τους, ενώ «μείζον ζήτημα αποτελεί αυτό που θα μπορούσαν να προσφέρουν στον εργάσιμο τακτικό χρόνο τους, όταν εξαιτίας της ελλιπούς στελέχωσης το 40% των χειρουργικών αιθουσών παραμένουν κλειστές».
Αρνητικός αντίκτυπος στους ασθενείς
Την αντίθεσή του στο νομοσχέδιο που «ανοίγει» την απασχόληση των γιατρών των δημόσιων νοσοκομείων για τον ιδιωτικό τομέα διατυπώνει και το Δίκτυο Υγειονομικών Νέας Αριστεράς.
«Η ελληνική κοινωνία πολύ σύντομα θα αντιληφθεί τις δραματικές συνέπειες της νομοθετημένης πλέον ολοκληρωτικής ιδιωτικοποίησης του ΕΣΥ, τις οποίες ο σκληρά νεοφιλελεύθερος Υπουργός Υγείας κ. Γεωργιάδης εισηγήθηκε στη Βουλή και υπερασπίζεται καθημερινά στις τηλεοπτικές οθόνες, έχοντας ασφαλώς τη στήριξη του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη. Η κατάργηση της πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης των γιατρών είναι βέβαιο πως θα αποτελέσει τη χαριστική βολή στο δημόσιο σύστημα υγείας, εκχωρώντας ιδιωτικό ιατρείο στους γιατρούς των Νοσοκομείων και Κέντρων Υγείας και παρέχοντας δυνατότητα απασχόλησης σε ιδιωτικές κλινικές, σε διαγνωστικά κέντρα, σε ιδιωτικά μαιευτήρια και κέντρα αποκατάστασης, ακόμα και σε φαρμακευτικές εταιρείες», αναφέρουν οι υγειονομικοί σε ανακοίνωσή τους.
Προσθέτουν δε ότι εκείνοι που θα θιγούν περισσότερο από τις ρυθμίσεις είναι οι ασθενείς, «που θα επιβαρυνθούν οικονομικά για να εξυπηρετηθούν σε ιδιωτικές δομές ή δεν θα έχουν εύκολη πρόσβαση στην πρωινή δωρεάν λειτουργία των νοσοκομείων. Προάγγελος η νομοθέτηση νέων επιβαρύνσεων των ασθενών στις εργαστηριακές εξετάσεις, η οποία στο άμεσο μέλλον είναι βέβαιο πως θα επεκταθεί σε πολλές επιπλέον υπηρεσίες».
Ειδήσεις σήμερα:
Απίστευτη ταλαιπωρία για τον πρόεδρο της Αντικαρκινικής Εταιρείας στο «Γεννηματάς» – Τι καταγγέλλει
Ογκολογικοί ασθενείς: Ο ένας στους τρεις εξυπηρετείται μετ’ εμποδίων