Το «κύμα» ελλείψεων φαρμάκων συνεχίζεται, παρουσιάζοντας εξάρσεις και υφέσεις. Καθημερινά πολίτες επιδίδονται σε ένα…σαφάρι αναζήτησης φαρμάκων, τόσο κοινών όσο και πιο σπάνιων για χρόνιες παθήσεις. Σήμερα, οι ελλείψεις στη χώρα μας είναι αισθητά λιγότερες σε σχέση με έξι μήνες πριν. Όμως, δε σταματούν και «ταλαιπωρούν» όχι μόνο την Ελλάδα αλλά και την Ευρώπη. Είναι χαρακτηριστικό, όπως προκύπτει από στοιχεία του Απριλίου, ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει καταγεγραμμένες ελλείψεις σε 9.000 κωδικούς φαρμάκων.

Ο αριθμός αυτός δε μεταφράζεται σε αριθμό φαρμάκων, καθώς ένα σκεύασμα μπορεί να έχει περισσότερους από έναν κωδικό. Παρολ’ αυτά, είναι εμφανές από τα δεδομένα (προέρχονται από την IQVIA) ότι η Ευρώπη εξακολουθεί να αντιμετωπίζει μια δύσκολη κατάσταση. Από τους 9000 κωδικούς που βρίσκονται σε έλλειψη, μόνο το 4% εξ αυτών αφορά σε μοναδικά προϊόντα.

Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Πανελληνίου Συλλόγου Φαρμακαποθηκάριων, Θεόδωρο Σκυλακάκη, σήμερα οι ελλείψεις στην Ελλάδα είναι οι μισές συγκριτικά με αυτές που ήταν τον περασμένο Δεκέμβριο. Ο ίδιος εξηγεί ότι δυσεύρετα είναι κατά βάση τα σκευάσματα δύο κατηγοριών: Μιας σειράς ινσουλινών εξαιτίας προβλημάτων παραγωγής (για παράδειγμα έλλειψη σε βελόνες), καθώς και αρκετών παλιών φθηνών φαρμάκων και κοινών αντιβιώσεων. Για τα τελευταία, οι λόγοι έλλειψης συνοψίζονται σε προβλήματα προμήθειας δραστικών ουσιών καθώς και στο χαμηλό κόστος που αποθαρρύνει τις εταιρείες να τα διακινήσουν. Παράλληλα με τις δύο παραπάνω κατηγορίες, περιορισμένη διαθεσιμότητα παρατηρείται και σε άλλες θεραπευτικές ομάδες, όπως επίσης και σε νοσοκομειακά φάρμακα (ηπαρίνες, φουροσεμίδη, κ.ά).

Τρεις λόγοι ελλείψεων

Εξηγώντας αναλυτικότερα τους λόγους των ελλείψεων, ο κ. Σκυλακάκης τις χωρίζει σε τρεις κατηγορίες, τονίζοντας πάντα πως δεν είναι ένα ελληνικό φαινόμενο αλλά ένα «ντόμινο» που επηρεάζει όλη την Ευρώπη και ξεπερνά τα σύνορα της γηραιάς ηπείρου. Η πρώτη και πολύ βασική αιτία είναι ότι δε συμφέρει τις εταιρείες να διαθέτουν πολύ φθηνά φάρμακα καθώς το κόστος παραγωγής έχει εκτοξευθεί. Ειδικά όταν η φαρμακοβιομηχανία στη χώρα μας επωμίζεται τα κόστη των αυτόματων επιστροφών (clawback και rebate). Ο δεύτερος λόγος είναι ότι εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία έχουν δημιουργηθεί «ρωγμές» στην εφοδιαστική αλυσίδα. Η τρίτη αιτία, σύμφωνα με τον κ. Σκυλακάκη, έχει να κάνει με την πολιτική τιμολόγησης στις ΗΠΑ που προκαλεί…αρρυθμίες στην Ευρώπη. «Στην Αμερική η τιμή του τελικού προϊόντος μπορεί να αλλάξει με μονομερή απόφαση του παραγωγού. Όταν ο παραγωγός από την Κίνα αποφασίσει να δώσει μια δραστική ουσία (σ.σ «κόμβος» παραγωγής αρκετών δραστικών ουσιών είναι Κίνα και Ινδία) με πολύ αυξημένη τιμή, οι ΗΠΑ θα την πάρουν, ενώ η Ευρώπη που έχει ένα συγκεκριμένο σύστημα δεν θα την αγοράσει», σημειώνει.

Πάντως, στην Ελλάδα από τα λίγο λιγότερα από 200 σκευάσματα που έχει ο Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων (ΕΟΦ) σε έλλειψη και κατά συνέπεια σε απαγόρευση παράλληλων εξαγωγών, για τουλάχιστον 150 έχει ομαλοποιηθεί η διάθεσή τους. Ο Σύλλογος Φαρμακαποθηκάριων ζητά την άρση της απαγόρευσης, σε αντίθεση με τους φαρμακοποιούς που έχουν ως πάγιο αίτημα τη συνέχιση της απαγόρευσης, ενώ έχουν αιτηθεί την ένταξη επιπλέον 100 σκευασμάτων σε απαγόρευση παράλληλων εξαγωγών. Για ορισμένα από τα σκευάσματα αυτά η επάρκεια δεν εξασφαλίζεται ακόμη και με την απαγόρευση εξαγωγών, λόγω μειωμένων ποσοτήτων που «μπαίνουν» στην ελληνική αγορά. «Από τον Δεκέμβριο έχουμε κάνει δύο φορές καταγγελία στον ΕΟΦ για μείωση ποσοτήτων 50 σκευασμάτων και εννέα εταιρείες που χρόνο με το χρόνο διαθέτουν όλο και λιγότερες ποσότητες. Καταγράφεται έως και 65% μείωση των ποσοτήτων», προσθέτει ο κ. Σκυλακάκης.

Το πρόβλημα του κόστους από εισαγωγές του ΙΦΕΤ

Στο μεταξύ, για φάρμακα οι ελλείψεις των οποίων αντιμετωπίζονται με έκτακτες εισαγωγές από το Ινστιτούτο Φαρμακευτικής Έρευνας και Τεχνολογίας (ΙΦΕΤ), παραμένει μεγάλο πρόβλημα το πολλαπλάσιο κόστος τους. Τελευταίο παράδειγμα, μετά τις ενέσεις σεμαγλουτίδης, είναι οι ηπαρίνες.
Οι ηπαρίνες δίνονται με το «σταγονόμετρο» στα νοσοκομειακά φαρμακεία, με αποτέλεσμα οι ασθενείς να μην έχουν πρόσβαση στο σωτήριο φάρμακο.

Το ΙΦΕΤ αντιμετωπίζει το πρόβλημα προσωρινά για τους επόμενους μήνες με έκτακτες εισαγωγές για την κάλυψη των αναγκών σε κλασικές ηπαρίνες. Το κόστος, όμως, από τις έκτακτες εισαγωγές ανεβαίνει κατακόρυφα. Πιο συγκεκριμένα, οι κλασικές ηπαρίνες κυκλοφορούν στην Ελλάδα σε τιμή 30 ευρώ. Το ΙΦΕΤ, κατάφερε να βρει περί τις 50.000 συσκευασίες κλασικής ηπαρίνης σε τιμή 170-180 ευρώ ανά συσκευασία, επιβαρύνοντας τους προϋπολογισμούς των νοσοκομείων με 8,5 εκατ. ευρώ.

 

Διαβάστε επίσης:

Φάρμακα – Ελλείψεις: Γιατί δεν «γεμίζουν» τα ράφια στα ιδιωτικά και τα νοσοκομειακά φαρμακεία – Τι ζητούν οι φαρμακοποιοί και τι θα κάνει το υπουργείο Υγείας

Ελλείψεις φαρμάκων: Αργή η πορεία ομαλοποίησης της αγορά

Θάνος Πλεύρης: Ελλείψεις φαρμάκων έχουμε όπου δεν υπάρχουν γενόσημα