Ικανοποιητικό διαπιστώνεται το κέρδος που αποκομίζει ένα ελληνικό ιδιωτικό φαρμακείο από τη διακίνηση συνταγογραφούμενων φαρμάκων, αν και σύμφωνα με μελέτη, δεν είναι και το υψηλότερο σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Όπως προκύπτει από μελέτη της εταιρείας ανάλυσης δεδομένων για την αγορά φαρμάκου IQVIA, τα ελληνικά φαρμακεία αποκομίζουν ένα σχετικά καλό κέρδος από φθηνά φάρμακα, το οποίο είναι υψηλότερο στις πιο ακριβές κατηγορίες, όμως και πάλι δεν είναι από τα καλύτερα.
Ειδικότερα, για ένα φάρμακο που η τιμή χονδρικής του είναι 10 ευρώ, ο φαρμακοποιός κερδίζει 3 ευρώ. Στη συγκεκριμένη κατηγορία, και συγκρίνοντας με αντίστοιχα στοιχεία από Βέλγιο, Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία, Ιρλανδία και Πορτογαλία βλέπουμε πως το κέρδος αυτό βρίσκεται κάτω από το μέσο όρο των χωρών αυτών που είναι 3,43 ευρώ. Το υψηλότερο κέρδος αποκομίζει ο φαρμακοποιός στο Βέλγιο με σχεδόν 5 ευρώ και το χαμηλότερο στη Γαλλία με 1,16 ευρώ.
Αντίστοιχα αν ένα φάρμακο στοιχίζει στη χονδρική 20 ευρώ, η χώρα απολαμβάνει υψηλότερο κέρδος το οποίο φτάνει στα 6 ευρώ, όταν ο μέσος όρος των προαναφερόμενων χωρών είναι στα 5,43 ευρώ. Εδώ καλύτερα κέρδη απολαμβάνει ένας Ιταλός φαρμακοποιός το οποίο υπολογίζεται στα 8,72 ευρώ, ενώ και πάλι το μικρότερο ένας Γάλλος με 1,82 ευρώ.
Στην κατηγορία των φαρμάκων με χονδρική τιμή στα 30 ευρώ, ένα ελληνικό φαρμακείο κερδίζει 9 ευρώ, όταν ο μέσος όρος κέρδους των επτά χωρών είναι στα 7,57 ευρώ. Τα καλύτερα κέρδη αποκομίζει και πάλι το ιταλικό φαρμακείο με 13,07 ευρώ και τα χαμηλότερα το γαλλικό με 2,05 ευρώ.
Τέλος για τα πιο ακριβά φάρμακα τα οποία φτάνουν στη χονδρική τιμή τα επίπεδα των 50 ευρώ, το ελληνικό φαρμακείο κερδίζει 15 ευρώ, όταν ο μέσος όρος διαμορφώνεται 11,25 ευρώ. Και πάλι τα σημαντικότερα κέρδη τα απολαμβάνει το ιταλικό φαρμακείο με 21,79 ευρώ και τα χαμηλότερα το γαλλικό με 3,08 ευρώ.
Όπως επισημαίνει η IQVIA στους υπολογισμούς της – οι οποίοι βασίζονται στα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης Φαρμακαποθηκαρίων – δεν περιλαμβάνονται τυχόν διαδικασίες εκπτώσεων και clawback που έχουν επιβάλει στην αγορά φαρμάκου οι ρυθμιστές αρχές κάθε κράτους και που φυσικά διαφοροποιούνται ανάλογα με την πολιτική της κάθε χώρας.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της φαρμακευτικής αγοράς, συνολικά από το κανάλι των φαρμακείων διακινούνται συνταγογραφούμενα σκευάσματα με τιμή λιανικής της τάξης των 4,4 δισεκατομμυρίων ευρώ, ενώ συνολικά μαζί με άλλα παραφαρμακευτικά προϊόντα, καλλυντικά κ.λπ. φτάνουν κοντά στα 6 δισ. ευρώ. Με δεδομένο ότι υπάρχουν 10.380 φαρμακεία στην ελληνική επικράτεια, ο μέσος τζίρος ενός φαρμακείου υπολογίζεται κοντά στα 570.000 ευρώ το χρόνο.
Αν μάλιστα θεωρηθεί ότι το περιθώριο κέρδους είναι της τάξης του 25% συνολικά, τότε υπάρχει ένα όφελος για τον φαρμακοποιό στα 140 εκατομμύρια ευρώ και πλέον. Βέβαια από αυτό το κέρδος θα πρέπει να αφαιρεθούν πολλά έξοδα, όπως φόροι εισφορές, μισθοί, ενοίκια κ.λπ. Έτσι το τελικό αποτέλεσμα για τον ιδιοκτήτη φαρμακείου είναι σημαντικά χαμηλότερο αλλά σίγουρα δεν είναι ευκαταφρόνητο.
Επίσης όλα τα φαρμακεία δεν έχουν και την ίδια επισκεψιμότητα. Μην ξεχνάμε τα επαρχιακά σε σημεία δύσκολα, όπου η κίνηση είναι αυξημένη κατά την περίοδο των διακοπών. Επίσης και στα φαρμακεία της πόλης υπάρχει σημαντική διάκριση, παρόλο που βλέπουμε ότι σε ακτίνα μερικών δεκάδων μέτρων υπάρχει πληθώρα φαρμακείων.
Να αναφέρουμε ακόμη ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να διατηρεί τα πρωτεία όσον αφορά στον αριθμό φαρμακείων ανά 1.000 κατοίκους, γεγονός για το οποίο σε σημαντικό βαθμό ευθύνεται η γεωγραφία της. Σύμφωνα με τα στοιχεία της IQVIA, η Ελλάδα όπως είπαμε διαθέτει 10.380 φαρμακεία. Το μεγαλύτερο αριθμό διαθέτει η Ισπανία με 22.046, ακολουθεί η Γαλλία με 21.335 και η Ιταλία με 18.534. Βέβαια οι χώρες αυτές έχουν πολλαπλάσιο πληθυσμό από την Ελλάδα.