Το στοίχημα της αξιοποίησης της γνώσης που αποκόμισε η Ευρώπη από τη διαχείριση της πανδημίας του κορωνοϊού Sars-CoV-2 επιδιώκει να κερδίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση με την περαιτέρω κατάρτιση ρεαλιστικών στρατηγικών στον τομέα της Υγείας, με έμφαση στην ισότητα και τη συνοχή.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενήργησαν ταχέως και μέσα από μια σειρά θεσμικών αποφάσεων κατά τη διάρκεια της πανδημίας διασφάλισαν για πρώτη φορά την ενιαία και έγκαιρη προμήθεια ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού (γάντια, μάσκες, κ.α.), τη γρήγορη έγκριση και προμήθεια ασφαλών και αποτελεσματικών φαρμάκων και εμβολίων, τη θεσμοθέτηση του ευρωπαϊκού ψηφιακού πιστοποιητικού εμβολιασμού και την εφαρμογή πρωτοκόλλων αποτροπής της διασποράς του κορωνοϊού στην κοινότητα, ταυτόχρονα για όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ.
«Έπρεπε δυστυχώς να βιώσουμε μια πανδημία για να εντοπίσουμε τα ελλείμματα μας στον τομέα της Υγείας. Από τις πρώτες ημέρες της υγειονομικής κρίσης που προκάλεσε η Covid-19 έγινε ορατή η έλλειψη συντονισμού μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κάθε κυβέρνηση έκανε ότι θεωρούσε καλό για τους πολίτες της ξεχνώντας ότι όλοι ανήκουμε στη μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια», ανέφερε ο Έλληνας Ευρωβουλευτής, κ. Στέλιος Κυμπουρόπουλος, σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στα Ιωάννινα την Παρασκευή 13 Ιανουαρίου 2023 με πρωτοβουλία του Γραφείου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Ελλάδα και της Αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στη χώρα μας, με τίτλο «Η Ευρωπαϊκή Ένωση στην Ήπειρο».
Η πανδημία αποτέλεσε λοιπόν την κατάλληλη αφορμή να επανέλθει και πάλι στο προσκήνιο η συζήτηση για μια ενιαία και στιβαρή Ευρωπαϊκή Πολιτική για την Υγεία. Σε πολύ σύντομο χρόνο έγιναν μια σειρά από σημαντικά, ίσως πρωτοφανή, βήματα προς αυτή την κατεύθυνση, με τη βελτίωση του συντονισμού μεταξύ των κρατών-μελών, την ενίσχυση του ρόλου υπαρχουσών υπηρεσιών, όπως ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων (EMA) και το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC) και τη δημιουργία νέων, όπως η Αρχή Ετοιμότητας και Αντιμετώπισης Καταστάσεων Έκτακτης Υγειονομικής Ανάγκης (ΗERA). Μάλιστα, η νέα αυτή αρχή χρηματοδοτείται με 1,3 δισεκατομμύρια ευρώ για να διασφαλιστεί η ευρωπαϊκή ετοιμότητα για καταστάσεις έκτακτης υγειονομικής ανάγκης στο εγγύς και απώτερο μέλλον.
«H Ευρωπαϊκή Στρατηγική για τα εμβόλια υπήρξε ένα από τα ορόσημα της αντίδρασης της ΕΕ κατά της πανδημίας, μαζί με το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, και ουσιαστικά κατέδειξε ότι μπορεί να υπάρξει ενότητα και ισχυρό ενιαίο ευρωπαϊκό σύνολο. Χρέος μας από δω και πέρα είναι εξετάσουμε υπό ποιες προϋποθέσεις και για ποιες άλλες ασθένειες θα μπορούσε να επαναληφθεί αυτό. Πρέπει να προχωρήσουμε ακόμη παραπέρα για την οικοδόμηση μιας πραγματικής Ευρωπαϊκής Ένωσης Υγείας. Οφείλουμε όχι μόνο ν’ αξιοποιήσουμε τις δυνατότητες που μας παρέχουν οι υφιστάμενες ιδρυτικές Συνθήκες της ΕΕ, αλλά και να ενισχύσουμε περαιτέρω τις αρμοδιότητες και τις δυνατότητες της ώστε να είμαστε σε θέση να αντιμετωπίσουμε πιο αποτελεσματικά μελλοντικές υγειονομικές κρίσεις», εξήγησε ο Ευρωβουλευτής του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος.
Την ανάγκη η Ευρωπαϊκή Ένωση Υγείας να δομηθεί πάνω στην στρατηγική της «ενιαίας υγείας» επισήμανε ο παθολόγος κ. Γιάννης Γιαννακάκης, που συμμετείχε στη συζήτηση με τον κ. Κυμπουρόπουλο. «Η ενιαία υγεία αποτελεί παγκόσμια στρατηγική με σκοπό τη διεπιστημονική συνεργασία και επικοινωνία, σε όλους τους τομείς της υγείας των ανθρώπων, των ζώων και του περιβάλλοντος», είπε ο ομιλητής τονίζοντας πως η πανδημία του κορωνοϊού «ήρθε να μας υπενθυμίσει με τον πλέον εμφατικό τρόπο την ανάγκη αντιμετώπισης σοβαρών λοιμωδών νοσημάτων του ανθρώπου, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων είναι ζωοανθρωπονόσοι, της σοβαρής μικροβιακής αντοχής που πλήττει τα Συστήματα Υγείας – και σχετίζεται μεταξύ άλλων και με την αλόγιστη χρήση αντιβιοτικών σε ανθρώπους και κτηνοτροφία- και της υγείας του περιβάλλοντος».
Και συμπλήρωσε πως «σήμερα περισσότερο από ποτέ διαφαίνεται η ανάγκη άμεσης συνεργασίας ειδικών διαφορετικών ειδικοτήτων σχετικών με τη Δημόσια Υγεία υπό το πρίσμα της ενιαίας αντιμετώπισης βασισμένη στο τρίπτυχο άνθρωπος-ζώα-περιβάλλον».
Η πολιτική της συνοχής
Για την υλοποίηση της «ενιαίας υγείας» είναι απαραίτητη η λεγόμενη πολιτική της «συνοχής», μια πολιτική στη οποία έχει επενδύσει η ΕΕ για την προγραμματική περίοδο 2021-2027. Κύριοι πυλώνες της πολιτικής της Συνοχής είναι: α) η προώθηση της έξυπνης επιχειρηματικότητας, β) η προώθηση της πράσινης ανάπτυξης και γ) η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, ώστε να δημιουργηθεί μια Ευρώπη πιο έξυπνη, πιο πράσινη, πιο συνδεδεμένη, κοινωνική και κοντά στον πολίτη.
«Η Πολιτική αυτή θα επηρεάσει άμεσα τον τομέα της Υγείας», εξήγησε ο κ. Κυμπουρόπουλος «μέσω της χρηματοδότησης προγραμμάτων έρευνας και καινοτομίας, της αναβάθμισης και δημιουργίας νέων ερευνητικών υποδομών σε ερευνητικά κέντρα, πανεπιστήμια και επιχειρήσεις, θα προάγει τη συνεργασία μεταξύ επιχειρήσεων και ερευνητικών φορέων μέσω εξειδικευμένων επιδοτήσεων, ενώ προβλέπονται έργα ψηφιοποίησης στον δημόσιο τομέα, εισαγωγή συστημάτων αυτοματοποίησης, μείωσης του χρόνου αναμονής των ασθενών, ψηφιοποίηση των ιατρικών φακέλων ασθενών και προστασία ακριτικών νησιωτικών περιοχών. Το ψηφιακό μέλλον της ΕΕ θα ενισχυθεί και μέσα από το πρόγραμμα EU4Health, που αποτελεί ισχυρή βάση για τη δράση της ΕΕ στον τομέα της υγείας με βάση τα διδάγματα που έχουν αντληθεί από την πανδημία COVID-19. Η Ελλάδα αποτέλεσε πρότυπο στον τομέα της Ψηφιοποίησης, καθώς εν μέσω πανδημίας κατάφερε να πατάξει σε μεγάλο βαθμό την ελληνική γραφειοκρατία, ειδικά σε ότι αφορά την Υγεία».
Η νέα ευρωπαϊκή στρατηγική περιλαμβάνει και στοχευμένες δράσεις για την Ψυχική Υγεία. «Η πανδημία ανέδειξε πόσο στενά συνυφασμένη είναι η σωματική με την ψυχική υγεία. Τον προσεχή Ιούλιο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρόκειται να δημοσιεύσει μια νέα οριζόντια στρατηγική για την ψυχική υγεία, που τα κράτη-μέλη θα κληθούν να εφαρμόσουν. Στην Ελλάδα διαθέτουμε για πρώτη φορά χαρτοφυλάκιο Ψυχικής Υγείας στο αρμόδιο υπουργείο Υγείας, γεγονός που μας δίνει ένα προβάδισμα έναντι των εταίρων μας ως προς την υλοποίηση της στρατηγικής αυτής», σημείωσε ο Ευρωβουλευτής.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι η νέα ευρωπαϊκή νομοθεσία για επιμέρους θέματα, όπως ο καρκίνος, το κάπνισμα, η διασυνοριακή υγειονομική περίθαλψη, τα δεδομένα υγείας και η φαρμακευτική νομοθεσία για τα «ορφανά» και παιδιατρικά σκευάσματα, δίνει σημαντικές ευκαιρίες να αντιμετωπιστούν τα υφιστάμενα κενά και οι ανομοιογένειες στα Συστήματα Υγείας. Ενδεικτικά, το Europe’s Beating Cancer Plan, ένα εμβληματικό πρόγραμμα πρόληψης και αντιμετώπισης του καρκίνου, έχει ήδη αρχίσει να υλοποιείται πανευρωπαϊκά και στην χώρα μας ειδικότερα με τα προγράμματα προσυμπτωματικού ελέγχου για τον καρκίνο του μαστού (με δωρεάν μαστογραφίες) και ακολούθως για τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας και του παχέος εντέρου.
«Καίριας σημασίας στο μεγαλόπνοο εγχείρημα της ενιαίας ευρωπαϊκής υγείας είναι αφενός η ορθή κατανομή των πόρων, η διαρθρωτική έναντι της ποσοτικής χρηματοδότησης. Να είναι στοχευμένες οι χρηματοδοτήσεις ώστε να μπορούν να λειτουργούν αποτελεσματικά τα διάφορα συστήματα. Και αφετέρου η ‘εξατομίκευση’. Δεν είναι όλα τα κράτη-μέλη ίδια, δεν έχουν την ίδια κουλτούρα και νοοτροπία. Χρειαζόμαστε λοιπόν πολιτικές υγείας που να μπορούν να προσαρμοστούν στον πολιτισμό του κάθε λαού», υπογράμμισε ο παθολόγος Γιάννης Γιαννακάκης.
«Η Ευρωπαϊκή Ένωση αξιοποίησε τη γνώση και την εμπειρία από τη διαχείριση της πανδημίας σε επίπεδο συνόλου αλλά και πως έπραξαν τα κράτη-μέλη μεμονωμένα και σχεδίασε μια ευρωπαϊκή πολιτική υγείας που θα βοηθήσει τόσο την ίδια την ΕΕ όσο και τα μέλη ξεχωριστά να είναι κατάλληλα προετοιμασμένα για μελλοντικές υγειονομικές προκλήσεις», πρόσθεσε ο κ. Στέλιος Κυμπουρόπουλος.
Και τόνισε πως «τα προβλήματα με τα οποία ερχόμαστε καθημερινά αντιμέτωποι είναι πολλά. Οι ελλείψεις φαρμάκων, οι δομικές αδυναμίες των συστημάτων Υγείας, το περιορισμένο ανθρώπινο δυναμικό, κ.α. Για να τα αντιμετωπίσουμε αυτά δεν αρκεί από μόνη της η ευρωπαϊκή πολιτική, αλλά αποτελεί το κατάλληλο μέσο για να κινηθούμε προς τη σωστή κατεύθυνση. Η παιδεία και σωστή ενημέρωση είναι πρώτα απ’ όλα καθοριστική για να έχουμε εμπιστοσύνη στην Επιστήμη και στην Πολιτική. Ακολούθως χρειάζεται καλύτερη συνεργασία μεταξύ των κρατών-μελών και ανταλλαγή δεδομένων και με φορείς όπως ο ΕΜΑ και το ECDC, για την έγκαιρη και ισότιμη πρόσβαση των ασθενών σε καινοτόμες θεραπείες και φάρμακα. Και τέλος, η ανάδειξη των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού στον τομέα της Υγείας, ώστε συνδυαστικά με τη χρήση ψηφιακών και μη τεχνολογιών να έχουν πραγματικά αποτελεσματικά Συστήματα Υγείας».
Ενώ ο κ. Γιαννακάκης από την πλευρά του συμπλήρωσε πως «οι στρατηγικές υγείας είτε είναι εθνικές είτε ευρωπαϊκές, για να είναι εφαρμόσιμες θα πρέπει να είναι σαφείς, απλές και τυποποιημένες ώστε να μπορούν να υλοποιηθούν στην καθημερινή κλινική πρακτική από τον γιατρό όσο και να γίνουν αντιληπτές ως ωφέλιμες από τον πολίτη».