Τον απολογισμό του για το 2021, ενός δύσκολου και ιδιαίτερου έτους, το οποίο χαρακτηρίστηκε από την πανδημία, παρουσίασε σήμερα το Κέντρο Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων (ΚΕΘΕΑ). Το Κέντρο διεύρυνε τις μονάδες και το προσωπικό του στην επικράτεια παραμένοντας σταθερά στην πρώτη γραμμή της μάχης κατά των εξαρτήσεων και προσφέροντας θεραπείες για τις τέσσερις μορφές εξάρτησης με τις οποίες ασχολείται: ναρκωτικά, αλκοόλ, τυχερά παιχνίδια, διαδίκτυο/gaming.
Είναι ενδεικτικό ότι Οργανισμός προσέφερε 13.370 θέσεις υποστήριξης και θεραπείας για τις μορφές εξάρτησης και έθεσε σε λειτουργία 30 νέες μονάδες στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ 2014-2020.
Το προφίλ όσων ζήτησαν βοήθεια για ναρκωτικά
Στην πλειονότητά τους τα άτομα που προσεγγίζουν τα Συμβουλευτικά Κέντρα του ΚΕΘΕΑ ζητώντας βοήθεια για το πρόβλημα των ναρκωτικών είναι άνδρες ελληνικής υπηκοότητας με μέση ηλικία τα 33 έτη. Το περασμένο έτος στο ΚΕΘΕΑ απευθύνθηκαν σχεδόν 2.000 άτομα για χρήση ναρκωτικών. Τα 4 στα 10 άτομα πηγαίνουν στις μονάδες με δική τους πρωτοβουλία. Για τα υπόλοιπα πηγή παραπομπής είναι κυρίως η οικογένεια (21,7%) και το φιλικό περιβάλλον (9,3%). Ακολουθούν το σύστημα απονομής της ποινικής δικαιοσύνης (5,5%) και τα άλλα θεραπευτικά κέντρα (4,3%).
Την πρώτη επαφή τους με τη χρήση την έχουν στα 16 έτη κατά μέσο όρο. Για σχεδόν 9 στα 10 άτομα η πρώτη παράνομη ουσία που δοκιμάζουν είναι η κάνναβη. Στην ηλικία των 20 ετών περίπου περνούν στη χρήση της κύριας ουσίας, αυτής, δηλαδή, για την οποία 13 χρόνια αργότερα απευθύνονται στο ΚΕΘΕΑ για θεραπεία.
Ως κύριες ουσίες αναφέρονται η ηρωίνη και τα οπιοειδή (36,1%), με επικρατέστερους τρόπους χρήσης το κάπνισμα (45,7%) και την εισπνοή από τη μύτη (33,8%). Ενέσιμη χρήση αναφέρθηκε μόνο από το 13,5%. Ακολουθούν ως κύριες ουσίες η κάνναβη (33,6%) και με συνεχιζόμενη αυξητική τάση η κοκαΐνη (22,7% το 2021 έναντι 17,8% το 2020).
Τη στιγμή που απευθύνονται στο ΚΕΘΕΑ, ύστερα από πολυετή πορεία στη χρήση, τα περισσότερα άτομα αντιμετωπίζουν σημαντικές δυσκολίες ή προβλήματα στους τομείς της εκπαίδευσης, της απασχόλησης, της υγείας και της σχέσης με το νόμο.
Τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση έχουν τελειώσει 4 στα 10 άτομα, ενώ σχεδόν το ένα πέμπτο (22,7%) συνεχίζει ή έχει ολοκληρώσει και την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Στην πλειονότητά τους δεν έχουν σταθερό εισόδημα, 1 στα 2 άτομα είναι άνεργο, ενώ σταθερή απασχόληση δηλώνει μόνο 1 στα 4.
Περίπου 4 άτομα στα 10 αναφέρουν κάποιο πρόβλημα σωματικής υγείας, με συχνότερα τα ορθοπεδικά και την ηπατίτιδα C. Το 38,2% αναφέρει σοβαρά ψυχολογικά ή ψυχιατρικά προβλήματα, ενώ 4 στους/στις 10 πάσχουν από κατάθλιψη. Σχεδόν 7 στα 10 άτομα (67,8%) έχουν συλληφθεί τουλάχιστον μία φορά, 4 σχεδόν στα 10 έχουν τουλάχιστον μία καταδίκη, ενώ 1 στα 5 έχουν φυλακιστεί στο παρελθόν. Σχεδόν 4 στα10 άτομα (37,2%) έχουν δικαστικές εκκρεμότητες.
Όπως σημειώνεται στην ετήσια απολογιστική έκθεση, οι άνθρωποι με πρόβλημα χρήσης παράνομων ουσιών έχουν μια σειρά από προβλήματα και ανάγκες που δεν αντιμετωπίζονται μόνο με τον έλεγχο και τη διακοπή της χρήσης. Για αυτόν τον λόγο ο θεραπευτικός σχεδιασμός του ΚΕΘΕΑ είναι ολιστικός με πολυεπίπεδες παρεμβάσεις, ώστε να εξασφαλίζονται οι προϋποθέσεις για αλλαγή τρόπου ζωής και παραγωγική ενσωμάτωση στην κοινωνία.
Το προφίλ όσων ζήτησαν βοήθεια για αλκοόλ
Η πλειονότητα όσων απευθύνονται στο ΚΕΘΕΑ για την προβληματική χρήση αλκοόλ είναι άνδρες (70,1%) ελληνικής υπηκοότητας με μέσο όρο ηλικίας τα 46 έτη. Η προβληματική χρήση αλκοόλ αρχίζει κατά μέσο όρο στα 29,5 τους χρόνια.
Έξι (6) στα 10 άτομα μεγάλωσαν σε οικογένεια όπου υπήρχε πρόβλημα χρήσης της ουσίας. Το 54,6% έχει απολυτήριο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, και 1 στα 4 άτομα πτυχίο ανώτερης ή ανώτατης σχολής. Παραπάνω από τα μισά άτομα (53,6%) έχουν σταθερή απασχόληση, ενώ το 34,8% δηλώνουν άνεργα ή οικονομικά μη ενεργά.
Πέντε (5) στα 10 άτομα μένουν με τον/την σύντροφο ή τον/τη σύζυγό τους. Τέσσερις (4) στους/στις 10 έχουν διαγνωσμένο πρόβλημα σωματικής ή ψυχικής υγείας ως επακόλουθο της προβληματικής χρήσης αλκοόλ. Για 2 στα 5 άτομα το αλκοόλ γίνεται αιτία άσκησης λεκτικής ή και σωματικής βίας σε μέλος της οικογένειάς τους, ενώ 1 στα 3 άτομα αντιμετωπίζει προβλήματα με τον νόμο. Ένα (1) στα 4 άτομα οδηγεί πάντα υπό την επήρεια αλκοόλ.
Το προφίλ όσων ζήτησαν βοήθεια για τα τυχερά παιχνίδια
Εννιά (9) στα 10 από τα άτομα που απευθύνονται στο ΚΕΘΕΑ για την παθολογική ενασχόληση με τα τυχερά παιχνίδια είναι άνδρες ελληνικής υπηκοότητας με μέση ηλικία τα 37 έτη. Τα 9 στα 10 άτομα έχουν ολοκληρώσει τη δευτεροβάθμια ή την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Επτά (7) στα 10 έχουν σταθερή απασχόληση και περισσότερα από 4 στα 10 (37,6%) είναι έγγαμα.
Σχεδόν τα μισά άτομα (44,6%) δηλώνουν πάνω από 10 χρόνια εξάρτησης από τα τυχερά παιχνίδια. Η πλειονότητα (49,0%) δηλώνει ότι παίζει και κρυφά, ενώ οι 3 στους/στις 10 ότι παίζουν πάντα κρυφά. Περισσότεροι από 3 στα 10 άτομα (34,6%) παίζουν καθημερινά, ενώ τα υπόλοιπα με συχνότητα που κυμαίνεται από 1 έως 6 φορές την εβδομάδα.
Πάνω από 7 στα 10 άτομα δηλώνουν ότι προτιμούν τον αθλητικό στοιχηματισμό, ενώ ακολουθούν στις προτιμήσεις τα φρουτάκια (38,5%), το καζίνο (31,7%), παιχνίδια με τυχερούς αριθμούς (27%), και η χαρτοπαιξία (24,1 %).
Σχεδόν 8 στα 10 άτομα αντιμετωπίζουν προβλήματα σχέσεων και οικονομικά προβλήματα που οφείλονται στον εθισμό τους. Πέντε (5) στα 10 άτομα (49,4%) έχουν προβλήματα στην επαγγελματική τους ζωή, όπως μειωμένη απόδοση, απουσίες και αργοπορίες. Περισσότερο από το ένα τέταρτο (21,1%) των ατόμων δηλώνει ότι κάνει αυτοκτονικές σκέψεις εξαιτίας του τζόγου.
Το προφίλ όσων ζήτησαν βοήθεια για gaming
Εννιά (9) στα 10 από τα άτομα που απευθύνονται στο ΚΕΘΕΑ για την προβληματική ενασχόληση με το διαδίκτυο/gaming είναι νέοι, άρρενες, ελληνικής υπηκοότητας, με μέση ηλικία τα 18,9 έτη, και διαμένουν με τη γονική τους οικογένεια.
Ένα (1) στα 4 άτομα φοιτά στο γυμνάσιο, το 34,7% φοιτά στο λύκειο, το 12% έχει απόφοιτήσει από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ενώ το 24% φοιτά στο πανεπιστήμιο.
Η ενασχόληση με το διαδίκτυο είναι καθημερινή και αφορά κυρίως παιχνίδια και εφαρμογές MMORPGs (μαζικό διαδικτυακό παιχνίδι ρόλων πολλαπλών παικτών). Το 17,3% αφιερώνει στο διαδίκτυο 2-3 ώρες καθημερινά, 3 στα 5 άτομα από 4 έως 10 ώρες, ενώ ποσοστό 9,3% απασχολείται από 11 έως 20 ώρες.
Τρία στα τέσσερα άτομα (73,3%) έχουν πρόσβαση στο διαδίκτυο από το υπνοδωμάτιό τους, ενώ τα μισά αναφέρουν ότι έχουν πάντα τη συγκατάθεση των δικών τους.
Η καθημερινή ενασχόληση επηρεάζει αρνητικά τις σχέσεις των περισσοτέρων με τους δικούς τους, ενώ παραπάνω από τα μισά άτομα αναφέρουν μεταβολή στο βάρος τους κατά τον τελευταίο χρόνο. Ένα (1) στα 5 άτομα αναφέρει διαγνωσμένη μαθησιακή δυσκολία. Το 1/3 αναφέρει ότι έχει συναντηθεί με άγνωστο άτομο που γνώρισε μέσω διαδικτύου.
Μόσιαλος: Τι γνωρίζουμε για τις υποπαραλλαγές ΒΑ.4 και ΒΑ.5 της Omicron του κορωνοϊού