Παρά την επέλαση της «Omicron 2» και την επιβαρυμένη επιδημιολογική εικόνα με την οποία εισέρχεται η χώρα στον δεύτερο μήνα της άνοιξης, τα προγνωστικά μοντέλα δείχνουν βελτίωση και ανοίγουν τον δρόμο για «κανονικό» εορτασμό του φετινού Πάσχα, όπως εορταζόταν δηλαδή μέχρι το 2019, που δεν είχε ενσκήψει η πανδημία κορωνοϊού. Η μεγάλη θρησκευτική γιορτή αποτελεί παράλληλα σημαντικό ορόσημο στην πορεία επιστροφής των Ελλήνων προς την κανονικότητα και την πλήρη άρση των μέτρων.
Η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων στην τελευταία της εβδομαδιαία συνεδρίαση, την περασμένη Τετάρτη, εισηγήθηκε ομόφωνα να μην προχωρήσει μέχρι το τέλος Απριλίου καμία χαλάρωση αναφορικά με τους διαγνωστικούς ελέγχους (testing), την ισχύ των πιστοποιητικών εμβολιασμού για την είσοδο σε χώρους ή τη συμμετοχή σε δραστηριότητες (covid pass) και τη χρήση της προστατευτικής μάσκας – αυτά συνθέτουν και το πλαίσιο των περιοριστικών μέτρων που βρίσκονται ακόμη σε εφαρμογή. Σε ό,τι αφορά, δε, το πιστοποιητικό εμβολιασμού έχει ζητηθεί από την Επιτροπή εισήγηση για αλλαγή του χρόνου ισχύος, με βάση τη σύσταση της Κομισιόν. Δηλαδή να είναι 9μηνη η ισχύς του πιστοποιητικού εμβολιασμού και 6μηνη εκείνη του πιστοποιητικού νόσησης για τους πολίτες.
«Είμαστε σε μια φάση όπου οι παραλλαγές του ιού προκαλούν ηπιότερη νόσο, ιδιαίτερα στους εμβολιασμένους, και σε μια κοινωνία όπου η πλειοψηφία του πληθυσμού έχει εμβολιαστεί και συνεπώς ο καθένας μπορεί να επιλέγει τις δραστηριότητές του. Δεν είναι ακόμα η ώρα για να ξεχάσουμε τον κορωνοϊό» είπε χαρακτηριστικά την περασμένη Πέμπτη η καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας της Ιατρικής Σχολής Αθηνών και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Βάνα Παπαευαγγέλου, εξηγώντας το σκεπτικό της Επιτροπής.
Η επανεξέταση των μέτρων, όπως και της επιδημιολογικής κατάστασης, θα γίνει αμέσως μετά το Πάσχα, την τελευταία εβδομάδα του Απριλίου, ώστε οι όποιες αλλαγές στην καθημερινότητα των πολιτών να εφαρμοστούν από τον Μάιο. Συνεπώς, το Πάσχα θα οργανωθεί και πάλι -έπειτα από δύο χρόνια «εγκλεισμού»- η μεγάλη επιστροφή στα χωριά, στα εξοχικά και τα νησιά, όπως και οι οικογενειακές και κοινωνικές συναθροίσεις για το ψήσιμο του οβελία, ενώ και η παρουσία των πιστών στις εκκλησίες θα γίνεται χωρίς περιορισμούς.
Η επάνοδος στο Πάσχα, όπως το βιώναμε και το γιορτάζαμε, θα γίνει όμως με τους υγειονομικούς όρους που (συνεχίζει να) επιβάλλει ο κορωνοϊός. Η διατήρηση της προστατευτικής μάσκας σε όλους τους κλειστούς χώρους αλλά και στους εξωτερικούς, όπου υπάρχει συνωστισμός, π.χ. στην περιφορά του Επιταφίου ή στην Ανάσταση, και τα αρνητικά διαγνωστικά τεστ πριν από τις επαφές μας με ευάλωτα ή ηλικιωμένα άτομα είναι τα δύο προαπαιτούμενα που θα διασφαλίσουν ότι οι ημέρες του Πάσχα δεν θα πυροδοτήσουν νέα έξαρση της επιδημίας. Οι καλές καιρικές συνθήκες που προοιωνίζονται οι εαρινές εβδομάδες που ακολουθούν και η μετατόπιση των κοινωνικών επαφών από τους κλειστούς σε εξωτερικούς χώρους σε συνδυασμό με τα υγειονομικά μέτρα της μάσκας και των τεστ αναμένεται να συμβάλουν περαιτέρω στην αποκλιμάκωση της επιδημίας.
Μετατόπιση του ιικού φορτίου στους 35χρονους και άνω
Πλέον στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης το επιδημικό κύμα είναι σε υποχώρηση. Στην Ελλάδα το κύμα βρίσκεται σε υψηλό αλλά σταθερό σημείο («πλατό») και κοντά στην κορύφωση. Το μαρτυρούν τα 176.000 ενεργά κρούσματα, δηλαδή οι 176.000 πολίτες με ενεργή λοίμωξη COVID-19, που καταγράφονται στην επικράτεια – αριθμός πάντως που θεωρείται ότι δεν είναι απολύτως αντιπροσωπευτικός, καθώς πολλά θετικά περιστατικά δεν δηλώνονται πια στο Μητρώο.
Τα ενεργά κρούσματα αυξήθηκαν κατά 35%, από τα 130.000 στα 176.000, μέσα στις τελευταίες δέκα ημέρες. «Τις πρώτες δύο εβδομάδες του Μαρτίου είχαμε αύξηση κατά 24% και 16% αντίστοιχα στα νέα εργαστηριακά επιβεβαιωμένα κρούσματα, ενώ την εβδομάδα που μας πέρασε υπήρξε μια σαφής επιπέδωση του κύματος με μία σχετική μείωση των νέων κρουσμάτων κατά 6,3% σε σύγκριση με την αμέσως προηγούμενη εβδομάδα», εξήγησε η κυρία Παπαευαγγέλου πώς σηκώθηκε το κύμα, προσθέτοντας ακόμη ότι τα κρούσματα δυστυχώς αφορούν και πάλι άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, 35 χρόνων και άνω. Ιδίως στις Περιφερειακές Ενότητες Καρδίτσας, Γρεβενών, Δράμας, Κοζάνης, Πρέβεζας, Σερρών και Τρικάλων 50% των νέων κρουσμάτων αφορούν άτομα ηλικίας άνω των 45 ετών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον αυξημένο κίνδυνο σοβαρής νόσου.
Η άνοδος των κρουσμάτων αποτυπώνεται τώρα στις νοσηλείες οι οποίες είναι -και θα παραμείνουν- αυξημένες. Καταγράφονται πάνω από 450 εισαγωγές ημερησίως, με τη μεγαλύτερη κινητικότητα να σημειώνεται στα νοσοκομεία της Αττικής και της Κρήτης. Οι σκληροί δείκτες που αφορούν τους διασωληνωμένους (προχθές ήταν 355) και τους νεκρούς (ξεπέρασαν τους 1.600 τον Μάρτιο) ακολουθούν αργή αποκλιμάκωση.
Πάντως, το κύμα της «Omicron 2» δεν κατάφερε μεγάλα πλήγματα στην ηλικιακή ομάδα των ατόμων από 12 έως 34 ετών. Οι ειδικοί υπογραμμίζουν τη σταθεροποίηση των νέων κρουσμάτων στα παιδιά ηλικίας κάτω των 11 ετών και τη σαφή μείωση των κρουσμάτων στους μαθητές Γυμνασίου και Λυκείου. Συνολικά, τα νέα κρούσματα σε παιδιά ηλικίας 4 έως 18 ετών αποτελούν μόλις το 23% των νέων κρουσμάτων έναντι του 33% που αποτελούσαν μέχρι τον Φεβρουάριο.
Αποδρομή ως το τέλος Μαΐου
Με βάση τα προγνωστικά μοντέλα, το κύμα της «Omicron 2» θα υποχωρήσει τις επόμενες 4 με 6 εβδομάδες. Η ήπια ταλάντωση που κάνει -αντί για την εκθετική αύξηση που παρατηρούνταν στα προηγούμενα κύματα- δείχνει την αποδρομή περί το τέλος Μαΐου.
Η ανάδυση μιας νέας μετάλλαξης συνεχίζει να είναι ο… εφιάλτης των επιδημιολόγων. Μάλιστα η πρόσφατη διαπίστωση για μόλυνση του πληθυσμού των ελαφιών στις ΗΠΑ και την Αφρική με κορωνοϊό εντείνει την ανησυχία στους ειδικούς, που φοβούνται ότι η επόμενη μετάλλαξη θα είναι ακόμη πιο μολυσματική και πιο νοσογόνος ώστε να εξασφαλίσει την επιβίωσή του ο ιός.
Στην Ελλάδα, εκτός από τον αστάθμητο παράγοντα μιας νέας μετάλλαξης, αποτελεί επιπλέον λόγο προβληματισμού και αγωνίας ο πληθυσμός των 300.000 ανεμβολίαστων ηλικίας άνω των 60 χρόνων. Οπως επισήμανε κατά την ενημέρωση της περασμένης Πέμπτης ο επίκουρος καθηγητής Επιδημιολογίας της Ιατρικής Σχολής Αθήνας και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Γκίκας Μαγιορκίνης, «οι ανεμβολίαστοι μεγάλης ηλικίας εξακολουθούν να δημιουργούν πίεση στο σύστημα υγείας.
Αυτό είναι το βασικό πρόβλημα που έχουμε σε σχέση για, παράδειγμα, με το Ηνωμένο Βασίλειο, που δεν έχει καθόλου μέτρα αυτή τη στιγμή». Το 75% των εισαγωγών πια αφορά άτομα ηλικίας άνω των 60 ετών, ανεμβολίαστα αλλά και εμβολιασμένα που χάνουν σταδιακά την προστασία τους.
«Η Οmicron μπορεί να προκαλέσει πολύ βαριά νόσο σε ανεμβολίαστους, ιδιαίτερα σε όσους είναι μεγαλύτερης ηλικίας. Ωστόσο ακόμα και οι εμβολιασμένοι, με τη σημερινή μεγάλη διασπορά του ιού στην κοινότητα, θα πρέπει να προσέχουν, να αποφύγουν να κολλήσουν γιατί κανείς δεν είναι άτρωτος», τόνισε η κυρία Παπαευαγγέλου, διαλύοντας τον μύθο της «ήπιας COVID» και κάνοντας για ακόμη μία φορά έκκληση για εμβολιασμό και τήρηση των μέτρων προστασίας.
Σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση της λοίμωξης COVID-19 έχουν πλέον τα αντι-ιικά χάπια της Merck (MSD για την Ελλάδα) και της Pfizer που χορηγούνται κατ’ οίκον, αποτρέποντας τη σοβαρή νόσο και τις νοσηλείες. Εχουν χορηγηθεί περίπου 10.000 συσκευασίες, ενώ οι αιτήσεις για τη χορήγησή τους συνεχίζονται με αμείωτο ρυθμό, περίπου 700 ημερησίως.
Επίσης, πολύ καλά αποτελέσματα έχει η (ενδοφλέβια) χορήγηση ρεμδεσιβίρης σε ηλικιωμένους και ευάλωτους που μολύνονται με τον κορωνοϊό, με την αγωγή να δίδεται επί τρεις ημέρες σε νοσοκομειακή δομή χωρίς όμως να απαιτεί νοσηλεία.
Με δεδομένη και αδιαμφισβήτητη την προστασία που παρέχει έναντι σοβαρής νόσου και θανάτου η αναμνηστική (τρίτη) δόση του εμβολίου κατά του κορωνοϊού, οι ειδικοί τονίζουν ότι οι πολίτες που την έχουν λάβει είναι θωρακισμένοι. Ωστόσο, η συζήτηση για την αναγκαιότητα της τέταρτης δόσης για συγκεκριμένες ομάδες πληθυσμού, όπως οι ηλικιωμένοι ή ασθενείς με υποκείμενα νοσήματα, έχει ανοίξει ήδη στην Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμού, όπως και στις αντίστοιχες άλλων χωρών της Ευρώπης.
Όπως και με την ενιαία ισχύ του πιστοποιητικού εμβολιασμού, στόχος επιστημόνων και κυβερνήσεων είναι να υπάρξει μια κοινή απόφαση για τη χορήγηση της τέταρτης δόσης ώστε να μη δημιουργείται σύγχυση και πολυφωνία στους πολίτες. Το θέμα τέθηκε στο πρόσφατο Συμβούλιο Υπουργών Υγείας, στο ECDC και τον ΕΜΑ – και αναμένονται άμεσα οι σχετικές ανακοινώσεις.