*Γράφει ο Βασίλης Γούλας
Μια απίστευτη υπόθεση βίας σε μητέρα παιδιού που νοσηλεύτηκε στην ψυχιατρική κλινική του νοσοκομείου Γενικού Κρατικού Νίκαιας, από ιατρικό, νοσηλευτικό προσωπικό και από αστυνομικούς και χρίζει εισαγγελικής έρευνας, έχει φτάσει εδώ και λίγα 24ωρα στο γραφείο του υπουργού Προστασίας του Πολίτη Μιχάλη Χρυσοχοϊδη, αλλά και στου υπουργού Υγείας Βασίλη Κικίλια.
Το πολύ σοβαρό περιστατικό αφορά την καταγγελία περιστατικού βίας, από μια μητέρα η οποία είχε το παιδί της νοσηλευόμενο με έντονη ψυχική διέγερση, παραληρηματικό σύνδρομο επί χρόνιου ψυχιατρικού νοσήματος και στερητικού συνδρόμου λόγω απότομης διακοπής της ψυχιατρικής του αγωγής, στην ψυχιατρική κλινική του νοσοκομείου.
Σύμφωνα με την καταγγελία της, η οποία βρίσκεται ήδη στα γραφεία των υπουργείων Προστασίας του Πολίτη και Υγείας, αλλά και στον αρχηγό της Ελληνική Αστυνομίας καθώς και στον πρόεδρο του Ιατρικού Συλλόγου κ. Γιώργο Πατούλη, το περιστατικό συνέβη στις 6 Φεβρουαρίου του 2021 μέσα στους χώρους της ψυχιατρικής κλινικής του Γενικού Κρατικού Νοσοκομείου Νικαίας.
Συγκεκριμένα και όπως αναφέρεται στην καταγγελία ο γιός της εισήχθη στην αφύλακτη δομή της Ψυχιατρικής Κλινικής Νίκαιας του ΓΕΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΝΙΚΑΙΑΣ “Άγιος Παντελεήμων”, κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας, με έντονη ψυχική διέγερση, παραληρηματικό σύνδρομο επί χρόνιου ψυχιατρικού νοσήματος και στερητικού συνδρόμου λόγω απότομης διακοπής της ψυχιατρικής του αγωγής.
«Από την πρώτη ημέρα της εισαγωγής του, εγώ εκτελώ χρέη αποκλειστικής νοσοκόμας δίπλα του, προκειμένου να τον βοηθήσω να αναρρώσει και να ανακάμψει όσο πιο γρήγορα και ανώδυνα γίνεται αλλά και για να είμαι κοντά του. Την 06η-02 -2021 λοιπόν, ημέρα Σάββατο, και περί ώρα 18:00, στην απογευματινή βάρδια, διαπιστώνω ότι, λόγω της παρατεταμένης περίδεσης του κάτω άκρου του ασθενή υιού μου, εκτεταμένο οίδημα και τοπικό μελάνιασμα. Αμέσως και επειδή ανησύχησα, επικοινώνησα με τον άλλον υιό μου, ο οποίος τυγχάνει παθολόγος στο επάγγελμα και συνάδελφος των εδώ αναφερομένων, και του περιέγραψα τα σημεία που έβλεπα, ρωτώντας τον αν θα έπρεπε να ανησυχήσω. Εκείνος μου επέστησε αμέσως την προσοχή και μου είπε συγκεκριμένα ότι πρέπει οπωσδήποτε να ειδοποιήσω την ψυχίατρο βάρδιας κ τους νοσηλευτές για άμεση απαλλαγή του πάσχοντος μέλους, καθώς επρόκειτο για επικίνδυνη ισχαιμία του κάτω άκρου με άμεσο κίνδυνο ανεπανόρθωτης βλάβης, εάν δεν γίνει άμεσα η λύση της περίδεσης.Αμέσως, κατευθύνθηκα προς το γραφείο των νοσηλευτών, όπου και τους εξήγησα τι ακριβώς είχα δει και τι μου είπε ο υιός μου στο τηλέφωνο, προκειμένου να λύσουν τον ασθενή υιό μου και να προληφθεί η περαιτέρω βλάβη του κάτω άκρου του».
Όπως καταγγέλλει η μητέρα του ασθενούς οι νοσηλευτές της κλινικής την αντιμετώπισαν απαξιωτικά με τρομερή αγένεια, μειώνοντας και προσβάλλοντας βάναυσα την προσωπικότητά της, ενώ «αρνήθηκαν πεισματικά και προκλητικά αδικαιολογήτως να αλλάξουν την περίδεση του κάτω άκρου του υιού μου, του οποίου το πόδι ήταν μονίμως δεμένο σφιχτά επί τρεις ολόκληρες ημέρες, χωρίς αλλαγή και χωρίς πλύση!
Πέραν όμως όλων των ανωτέρω, οι συγκεκριμένοι νοσηλευτές, δεν αρκέστηκαν στον χλευασμό και την απαξίωσή μου, αλλά ενίσχυσαν την αναιδή και απάνθρωπη συμπεριφορά τους, απειλώντας με ότι εάν τους ξαναενοχλήσω, θα πουν στον ασθενή υιό μου, ότι εγώ κ η αδερφή του είμαστε υπεύθυνες που βρίσκεται δεμένος στην ψυχιατρική κλινική ενώ μάλιστα ένας εξ αυτών (των νοσηλευτών) με χλεύασε έτι περαιτέρω λέγοντάς μου ότι αν τελικά κοπεί το πόδι του παιδιού μου, θα βγάλει αυτός το δικό του να του το «καρφώσει».
Σύμφωνα με την καταγγελία, η μητέρα στράφηκε στην ειδικευόμενη γιατρό για να συνδράμει η οποία όμως, πάντα σύμφωνα με την καταγγελία την αντιμετώπισε ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που την αντιμετώπισαν προηγουμένως οι νοσηλευτές χωρίς καμία πρόθεση για βοήθεια επιδεινώνοντας περισσότερο την ήδη επιβαρυμένη κατάσταση.
«Ούτε λοιπόν και αυτή δέχθηκε να απαλλάξει την περίδεση από το πάσχον μέλος του υιού μου, το οποίο χειροτέρευε κ μελάνιαζε όλο και περισσότερο, με αποτέλεσμα, να αναγκαστεί να το αλλάξει η επόμενη ειδικευόμενη ιατρός βάρδιας, σε άσχημη πλέον κατάσταση».
Σύμφωνα με την καταγγέλλουσα κλήθηκε η αστυνομία με αποτέλεσμα το πλήρωμα του περιπολικού που έφθασε να τη συλλάβει και να την προσαγάγει στο Αστυνομικό Τμήμα Νίκαιας. Μάλιστα όπως αναφέρεται στην καταγγελία η γυναίκα είχε πάθει κρίση πανικού και κανείς από γιατρούς ή νοσηλευτές δεν την βοηθούσαν αλλά αντίθετα ενίσχυαν τη βίαιη προσαγωγή της στο αστυνομικό τμήμα, «και προέτρεπαν τα αστυνομικά όργανα να με συλλάβουν, εξαπολύοντας απαξιωτικούς και προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, χλευάζοντάς με, χωρίς κανείς να ενδιαφερθεί για το γεγονός ότι τα αστυνομικά όργανα, μεταξύ άλλων, με κλώτσησαν και μελάνιασαν τα χέρια μου, από τα οποία, στην κυριολεξία, με έσερναν με βία στους διαδρόμους, κάτι που πραγματικά ουδόλως χρειαζόταν καθώς είμαι μια ηλικιωμένη γυναίκα 75 ετών, χωρίς καμία δύναμη αλλά και χωρίς καμία διάθεση αντίστασης, ούσα πολύ βασανισμένη και κουρασμένη από την αρρώστια του παιδιού μου».
Μάλιστα όπως αναφέρει η μητέρα του ασθενούς: «Φυσικά όλα τα ανωτέρω, μου δημιούργησαν έντονο στρες και αφόρητη θλίψη, όμως το χειρότερο όλων είναι ότι το περιστατικό αυτό και συγκεκριμένα η εικόνα της ηλικιωμένης μητέρας του, κακοποιημένης, χτυπημένης, συρόμενης στους διαδρόμους του νοσοκομείου από τους αστυνομικούς, αλλά και χλευασμένης από τους νοσηλευτές και την ειδικευόμενη ιατρό, προκάλεσαν στον ασθενή υιό μου, υποτροπή της νόσου του με μεγαλύτερη αυτή τη φορά ένταση κ διέγερση, δοκιμάζοντας το ήδη πολύ επιβαρυμένο νευρικό του σύστημα. Το προσωπικό μου όμως δράμα δεν τελείωσε εκεί, αλλά συνεχίστηκε και επιδεινώθηκε στα χέρια των αστυνομικών οργάνων, οποίοι, βρίζοντάς με, τραβώντας με και πιέζοντάς με ασφυκτικά, με σήκωσαν εν τέλει, μετά από αρκετά μέτρα «συρσίματος», όρθια προκειμένου να με βάλουν με τις κλωτσιές, κυριολεκτικά, στο περιπολικό, συνοδεύοντας τις αισχρές αυτές πράξεις τους (σαν να μην ήταν αρκετές) με βρισιές. Ούσα πλέον στο περιπολικό και υποφέροντας από κλειστοφοβία, η κρίση πανικού στην οποία βρισκόμουν εδώ και ώρα, επιδεινώθηκε, με αποτέλεσμα να τους παρακαλάω κλαίγοντας να ανοίξουν το παράθυρο να πάρω οξυγόνο και αντ’ αυτού, τα αστυνομικά όργανα μου φίμωναν το στόμα με τα χέρια τους, σε βαθμό που μόλις φθάσαμε στο Α.Τ., βρισκόμουν πλέον σε ημιλιπόθυμη κατάσταση και η αξιωματικός υπηρεσίας θέλησε να με πάει σε ιατρό.
Χωρίς κανένα αποτέλεσμα και μη ευρίσκοντας κάποιο αδίκημα να μου προσάψουν, με έβαλαν πάλι στο περιπολικό κ με άφησαν έξω από την πύλη του νοσοκομείου, απ’ όπου με πήραν, χωρίς καμία πρόθεση να με γυρίσουν έστω στην οικία μου, δεδομένου ότι εκείνη την ώρα πλέον, η πύλη του νοσοκομείου ήταν κλειστή, αφήνοντάς με εκτεθειμένη, 75 χρονών γυναίκα και σε συνθήκες πανδημίας, στο κρύο.
Μην έχοντας άλλη επιλογή, ζήτησα από την φρουρούς στην πύλη του νοσοκομείου, οι οποίοι εκτελούσαν υπηρεσία στην ίδια βάρδια, να με αφήσουν να μπω μέσα, διότι κρύωνα αλλά για ακόμα μία φορά προσέκρουσα στην αναλγησία και στην αδιαφορία τους, ακόμα δε κ όταν τους ζήτησα να μου δώσουν την τσάντα μου με το πορτοφόλι μου και τα κλειδιά του σπιτιού μου ώστε να καλέσω ένα ταξί να με πάει στο σπίτι μου, το αρνήθηκαν και αυτό! Έτσι, έμεινα στο κρύο όλο το βράδυ και κοιμήθηκα έξω από το Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο Νίκαιας υποφέροντας, τόσο σωματικά όσο και ψυχικά».
Η καταγγέλλουσα εξετάστηκε από ιατροδικαστή όπου διαπίστωσε τις σωματικές βλάβες τις οποίες είχε υποστεί. Μιλώντας στο protothema.gr ο δικηγόρος της καταγγέλλουσας κ. Κωνσταντίνος Δημ. Γιαννελάκης ανέφερε σχετικά: «Η ανάρμοστη, απρεπής και ασεβής συμπεριφορά́ έναντι στην έβδομηνταχρονη εντολέα μας από ανθρώπους που έχουν ορκιστεί́ να υπηρετούν τον πολίτη μόνο ως ανησυχητικά́ προβληματική́ και επικίνδυνη μπορεί́ να χαρακτηριστεί́. Έπειτα από άμεσες και συντονισμένες ενέργειες έχουν ενημερωθεί́ όλοι οι αρμόδιοι εποπτικοί́- πειθαρχικοί́ Φορείς των εμπλεκομένων έτσι ώστε η υπόθεση να διαλευκανθεί́, να αναζητηθούν ευθύνες από όπου πρέπει και να αποκατασταθεί́ η αξιοπρέπεια και ο ψυχικός και συναισθηματικός κόσμος της εντολέας μας που επλήγη βάναυσα από όσα υπέστη».