Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή χορήγησε πλήρη άδεια κυκλοφορίας για το fedratinib για τη θεραπεία της σχετιζόμενης με τη νόσο σπληνομεγαλίας (διογκωμένος σπλήνας) ή συμπτωμάτων σε ενήλικες ασθενείς με πρωτοπαθή μυελοΐνωση, μυελοΐνωση κατόπιν αληθούς πολυκυτταραιμίας ή μυελοΐνωση κατόπιν ιδιοπαθούς θρομβοκυττάρωσης, οι οποίοι δεν έχουν λάβει προηγούμενη θεραπεία με αναστολέα των κινασών Janus (JAK) ή έχουν λάβει θεραπεία με ruxolitinib.
Η κεντρική Άδεια Κυκλοφορίας εγκρίνει τη χρήση του fedratinib σε όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και στη Νορβηγία, στην Ισλανδία και στο Λιχτενστάιν (δεν περιλαμβάνει την έγκριση για χρήση στη Βρετανία, Αγγλία, Σκωτία και Ουαλία). Το fedratinib έλαβε τον χαρακτηρισμό του ορφανού φαρμάκου στις Ηνωμένες Πολιτείες και έχει επίσης εγκριθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες και στον Καναδά.
Το fedratinib αποτελεί την πρώτη από του στόματος άπαξ ημερησίως χορηγούμενη θεραπεία για τη σημαντική μείωση του μεγέθους του σπλήνα και την άμβλυνση των συμπτωμάτων σε ασθενείς με μυελοΐνωση οι οποίοι είτε έχουν αποτύχει σε θεραπεία με ruxolitinib, είτε παρουσιάζουν δυσανεξία στο ruxolitinib ή δεν έχουν λάβει προηγούμενη θεραπεία με αναστολέα JAK.
Το fedratinib είναι ένας από του στόματος αναστολέας κινασών με δράση ενάντια στην άγριου τύπου και ενεργοποιημένη μέσω μετάλλαξης JAK2 (κινάση Janus 2) και στην FLT3 (ομοιάζουσα με το Fms κινάση της τυροσίνης 3). Το fedratinib είναι ένας εκλεκτικός αναστολέας της JAK2 με υψηλότερη δραστικότητα έναντι της JAK2 σε σχέση με τα άλλα μέλη της οικογένειας κινασών JAK1, JAK3 και TYK2. Η μη φυσιολογική ενεργοποίηση της JAK2 σχετίζεται με την εμφάνιση μυελοϋπερπλαστικών νεοπλασιών, στις οποίες συγκαταλέγονται η μυελοΐνωση και η αληθής πολυκυτταραιμία. Σε κυτταρικά μοντέλα που εκφράζουν την ενεργοποιημένη μέσω μετάλλαξης JAK2 ή FLT3, το fedratinib μείωσε τη φωσφορυλίωση των μεταγωγέων σήματος και ενεργοποιητών μεταγραφής (STAT3/5), ανέστειλε τον πολλαπλασιασμό των κυττάρων και προκάλεσε κυτταρικό θάνατο λόγω απόπτωσης. Σε μοντέλα ποντικών με μυελοϋπερπλαστική νόσο λόγω μετάλλαξης JAK2V617F, το fedratinib ανέστειλε τη φωσφορυλίωση των πρωτεϊνών STAT3/5, αύξησε την επιβίωση και βελτίωσε σχετιζόμενα με τη νόσο συμπτώματα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται η μείωση του αριθμού λευκών αιμοσφαιρίων, ο αιματοκρίτης, η σπληνομεγαλία και η ίνωση.
Η μυελοΐνωση είναι μία σοβαρή και σπάνια διαταραχή του μυελού των οστών που διαταράσσει τη φυσιολογική παραγωγή των κυττάρων του αίματος. Ο μυελός των οστών σταδιακά αντικαθίσταται από ινώδη ουλώδη ιστό, που περιορίζει την ικανότητα του μυελού των οστών να παράγει κύτταρα του αίματος. Η διαταραχή μπορεί να οδηγήσει σε αναιμία, εξασθένηση, κόπωση, διόγκωση του σπλήνα και του ήπατος και άλλα συμπτώματα. Η μυελοΐνωση ανήκει στην κατηγορία των μυελοϋπερπλαστικών νεοπλασιών, μία ομάδα σπάνιων αιματολογικών κακοηθειών που οφείλονται σε αιμοποιητικά βλαστικά κύτταρα. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σχεδόν 1 στους 100.000 ανθρώπους θα διαγιγνώσκεται με μυελοΐνωση κάθε χρόνο. Επηρεάζει εξίσου τους άνδρες και τις γυναίκες και ενώ η νόσος είναι δυνατόν να προσβάλει άτομα όλων των ηλικιών, η διάμεση ηλικία διάγνωσης κυμαίνεται μεταξύ 60 και 67 ετών. Η διάμεση επιβίωση μετά τη διακοπή της θεραπείας με ruxolitinib είναι γενικά χαμηλή, καθώς κυμαίνεται μεταξύ 6 μηνών και 2 ετών, γεγονός που αντικατοπτρίζει τη σημαντική ανάγκη για εναλλακτικές θεραπευτικές επιλογές.
«Η μυελοΐνωση αποτελεί μια σοβαρή και συχνά εξουθενωτική διαταραχή του μυελού των οστών για την οποία υπήρχε μόνο μία εγκεκριμένη θεραπευτική επιλογή εδώ και σχεδόν μία δεκαετία. Το fedratinib κατέδειξε κλινικώς σημαντική μείωση του όγκου του σπλήνα και των συμπτωμάτων σε ασθενείς που παρουσίασαν εξέλιξη της νόσου ενώ λάμβαναν ruxolitinib ή σε ασθενείς οι οποίοι δεν έχουν λάβει προηγούμενη θεραπεία με αναστολέα JAK. Σχεδόν ένας στους 100.000 ανθρώπους στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα διαγιγνώσκεται με μυελοΐνωση κάθε χρόνο και η σημερινή έγκριση προσφέρει μια σημαντική νέα επιλογή για τους ασθενείς που συνεχίζουν να χρειάζονται επειγόντως νέες θεραπείες», δήλωσε η Claire Harrison, M.D., FRCP, FRCPath, κύρια ερευνήτρια των μελετών JAKARTA και JAKARTA2 και καθηγήτρια Αιματολογίας στο νοσηλευτικό ίδρυμα Guy’s and St. Thomas’ του βρετανικού Εθνικού Συστήματος Υγείας στο Λονδίνο.
Η έγκριση του fedratinib από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή βασίστηκε σε αποτελέσματα από τις μελέτες JAKARTA και JAKARTA2, οι οποίες συμπεριέλαβαν ασθενείς από 14 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το πρόγραμμα ανάπτυξης του fedratinib περιελάμβανε πολλές μελέτες (συμπεριλαμβανομένων των μελετών JAKARTA και JAKARTA2) με τη συμμετοχή 608 ασθενών, οι οποίοι έλαβαν περισσότερες από μία δόσεις (από 30 mg έως 800 mg), εκ των οποίων οι 459 έπασχαν από μυελοΐνωση, συμπεριλαμβανομένων 97 ασθενών οι οποίοι είχαν λάβει προηγούμενη θεραπεία με ruxolitinib.
Η μελέτη JAKARTA ήταν μία πιλοτική, πολυκεντρική, τυχαιοποιημένη, διπλά-τυφλή, ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο μελέτη Φάσης 3 που αξιολόγησε την αποτελεσματικότητα δόσεων του fedratinib, χορηγούμενων από του στόματος άπαξ ημερησίως, σε σύγκριση με εικονικό φάρμακο σε ασθενείς με ενδιάμεσου-2 ή υψηλού κινδύνου πρωτοπαθή ή δευτεροπαθή (κατόπιν αληθούς πολυκυτταραιμίας ή κατόπιν ιδιοπαθούς θρομβοκυττάρωσης) μυελοΐνωση με σπληνομεγαλία και αριθμό αιμοπεταλίων ≥50 x 109/L, οι οποίοι δεν είχαν λάβει προηγούμενη θεραπεία με αναστολέα JAK. Η μελέτη συμπεριέλαβε 289 ασθενείς που τυχαιοποιήθηκαν για να λάβουν fedratinib ή 500 mg (n=97) ή 400 mg (n=96) ή εικονικό φάρμακο (n=96) σε 94 κέντρα σε 24 χώρες.
Η μελέτη JAKARTA2 ήταν μία ανοικτή μελέτη μονού σκέλους Φάσης 2 του fedratinib σε ασθενείς με μυελοΐνωση που είχαν λάβει προηγούμενη θεραπεία με ruxolitinib με διάγνωση ενδιάμεσου-1 κινδύνου με συμπτώματα, με ενδιάμεσου-2 ή υψηλού κινδύνου μυελοΐνωση, με μυελοΐνωση κατόπιν αληθούς πολυκυτταραιμίας ή μυελοΐνωση κατόπιν ιδιοπαθούς θρομβοκυττάρωσης με σπληνομεγαλία και αριθμό αιμοπεταλίων ≥50 x 109/L. Η μελέτη συμπεριέλαβε 97 ασθενείς που ξεκίνησαν να λαμβάνουν θεραπεία με fedratinib 400 mg, χορηγούμενου άπαξ ημερησίως, σε 10 χώρες.
Το πρωτεύον καταληκτικό σημείο των μελετών JAKARTA και JAKARTA2 ήταν το ποσοστό ανταπόκρισης του σπλήνα, που ορίστηκε ως το ποσοστό των ασθενών που πέτυχαν μείωση του όγκου του σπλήνα υψηλότερη ή ίση με 35% από την έναρξη της μελέτης στο τέλος του κύκλου 6, όπως αξιολογήθηκε με μαγνητική τομογραφία (MRI) ή αξονική τομογραφία (CT) με επαναληπτική απεικόνιση ύστερα από 4 εβδομάδες στο πλαίσιο της μελέτης JAKARTA. Τα δευτερεύοντα καταληκτικά σημεία των μελετών ήταν το ποσοστό ανταπόκρισης των συμπτωμάτων, που ορίστηκε ως το ποσοστό των ασθενών οι οποίοι παρουσίασαν μείωση 50% ή υψηλότερη στην ολική βαθμολογία των συμπτωμάτων από την έναρξη της μελέτης έως το τέλος του κύκλου 6, όπως μετρήθηκε με βάση το ημερολόγιο του τροποποιημένου Εντύπου Αξιολόγησης Συμπτωμάτων Μυελοΐνωσης (MFSAF) v2.0 (νυχτερινή εφίδρωση, κνησμός, κοιλιακή δυσφορία, πρώιμος κορεσμός, πόνος κάτω από τα πλευρά αριστερά, οστικός ή μυικός πόνος).
Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες για θεραπεία με fedratinib έναντι εικονικού φαρμάκου ήταν διάρροια (66% έναντι 16%), ναυτία (62% έναντι 15%), αναιμία (40% έναντι 14%) και έμετος (39% έναντι 5%). Διακοπές δοσολογίας λόγω ανεπιθύμητης ενέργειας κατά τη διάρκεια της τυχαιοποιημένης περιόδου θεραπείας εμφανίστηκαν στο 21% των ασθενών που έλαβαν fedratinib. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που απαιτούσαν διακοπή της δοσολογίας σε > 3% των ασθενών που έλαβαν fedratinib περιελάμβαναν διάρροια και ναυτία. Μειώσεις δοσολογίας λόγω ανεπιθύμητης ενέργειας κατά τη διάρκεια της τυχαιοποιημένης περιόδου θεραπείας εμφανίστηκαν στο 19% των ασθενών που έλαβαν fedratinib. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που απαιτoύσαν μείωση της δοσολογίας σε > 2% των ασθενών που έλαβαν fedratinib περιελάμβαναν αναιμία (6%), διάρροια (3%), έμετο (3%) και θρομβοπενία (2%).