Ένα ρόδι (των 280 γραμμαρίων περίπου) καλύπτει σχεδόν το 50% των ημερήσιων αναγκών μας σε βιταμίνη C, ενώ παράλληλα είναι πολύ πλούσιο σε βιταμίνη K, σε φυλλικό οξύ, την αγαπημένη βιταμίνη των εγκύων, και βέβαια σε κάλιο.
Όμως οι μοναδικές ιδιότητες του αγαπημένου φρούτου των Ολύμπιων θεών, και συμβόλου γονιμότητας και τύχης, δεν οφείλονται σε αυτές τις ουσίες.
Το ρόδι εμπεριέχει φαινολικές ουσίες με ισχυρότατη αντιοξειδωτική δράση, μερικές από τις οποίες δεν βρίσκονται πουθενά αλλού στη φύση, όπως για παράδειγμα οι πουνικαλαγίνες (υπάρχουν σε δύο μορφές, α και β).
Οι πουνικαλαγίνες φαίνεται να αποτελούν το «πρώτο βιολί» στην ευεργετική «συγχορδία» των ουσιών του ροδιού για την ανθρώπινη υγεία.
Παρ’όλα αυτά, δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε πως η μέγιστη βιολογική δράση μιας τροφής προέρχεται από τη «συνέργεια» των συστατικών της και όχι απλώς από ένα συγκεκριμένο στοιχείο, όσο σημαντικό κι αν είναι αυτό. Έτσι, όπως τονίζει και ο κορυφαίος επιστήμονας Δρ. Ephaim Lansky, ο οποίος ασχολείται χρόνια με τις επιδράσεις του ροδιού στην ανθρώπινη υγεία, είναι μεγάλη αδικία να προσπαθεί κάποιος να εξισώσει τις αξίες του ροδιού με ένα συμπλήρωμα διατροφής που απλώς εμπεριέχει ελλαγικό οξύ, ένα μόλις από τα δεκάδες ευεργετικά συστατικά του ροδιού.
Το ρόδι, σύμμαχος κατά της παχυσαρκίας
Αρκετές μελέτες σε πειραματόζωα και σε κυτταρικές σειρές αποδεικνύουν την ευεργετική δράση συστατικών του ροδιού σε παραμέτρους που σχετίζονται άμεσα με την παχυσαρκία και είτε έχουν να κάνουν με το μεταβολισμό των λιποκυττάρων είτε με το φαινόμενο της ινσουλινοαντίστασης και της υπερινσουλιναιμίας, ένας φαύλος κύκλος που συχνά προβληματίζει πολλά παχύσαρκα άτομα.
Επιστημονική έρευνα σε παχύσαρκα άτομα έδειξε πως ο χυμός του ροδιού (120 ml καθημερινά για ένα μήνα) συνέβαλε στην αναστολή της περαιτέρω αύξησης βάρους, κάτι που δεν παρατηρήθηκε στα άτομα που κατανάλωναν εικονικό φάρμακο.
Οι μηχανισμοί, μέσω των οποίων τα συστατικά του ροδιού ενδέχεται να διαδραματίζουν θετικό ρόλο στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, φαίνεται να αφορούν τρεις άξονες:
- Την ανασταλτική δράση που έχουν σε ένα ένζυμο του παγκρέατος, την παγκρεατική λιπάση, με αποτέλεσμα την αυξημένη αποβολή λίπους μέσω των εκκρίσεων.
- Την ανορεξιογόνο τους δράση (που δεν έχει ακόμα ερμηνευτεί απολύτως).
- Τη θετική τους δράση στη χλωρίδα του εντέρου (δεκάδες μελέτες συνδέουν πλέον την κατάσταση της χλωρίδας του εντέρου και της ισορροπίας μεταξύ παθογόνων και ευεργετικών βακτηρίων του εντέρου με την παχυσαρκία).