Παγωτά, σάλτσες, σοκολάτες, επεξεργασμένα κρέατα, αρτοσκευάσματα και κάθε άλλο τρόφιμο από την κατηγορία των υπερ-επεξεργασμένων που λατρεύονται σε Ευρώπη και Βόρεια Αμερική -βασική διατροφική πηγή ενέργειας σε ποσοστά 30 – 60%- σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο διαβήτη και άλλων μεταβολικών διαταραχών, ισχυρίζεται πρόσφατη γαλλική μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο The Lancet Diabetes & Endocrinology.
Στο επίκεντρο των ανησυχητικών ευρημάτων βρίσκονται οι γαλακτωματοποιητές, ουσίες που προστίθενται κατά την παρασκευή τροφίμων όπως κέικ, επιδόρπια, γιαούρτια, ψωμί του τοστ, μαργαρίνες και έτοιμα γεύματα, και οι οποίες κρίθηκαν ασφαλείς με βάση τα διαθέσιμα επιστημονικά δεδομένα κατά την περίοδο αξιολόγησής τους.
Έκτοτε, η κατάσταση έχει διαφοροποιηθεί και στη σχετική βιβλιογραφία εντοπίζονται μελέτες και αναφορές για σύνδεση της κατανάλωσής τους με διαταραχές του εντερικού μικροβιώματος, πυροδότηση της φλεγμονής και αυξημένο κίνδυνο μεταβολικών διαταραχών, που οδηγούν πιθανώς σε αντίσταση στην ινσουλίνη και εκδήλωση σακχαρώδη διαβήτη.
Έως και 15% μεγαλύτερος κίνδυνος
Πρόκειται για την παγκοσμίως πρώτη μελέτη για τη σχέση διαιτητικής πρόσληψης γαλακτωματοποιητών και πιθανοτήτων εμφάνισης διαβήτη τύπου 2, μέσα από μια μακρά περίοδο παρακολούθησης 14 ετών (2009 – 2023) στο πλαίσιο της γαλλικής διαδικτυακής μελέτης NutriNet-Santé, με συμμετοχή 104.139 ενηλίκων 43 ετών κατά μέσο όρο, κυρίως γυναικών (79%).
Στο πλαίσιο της ερευνητικής διαδικασίας, οι συμμετέχοντες κατέγραφαν για τουλάχιστον δύο ημέρες ανά εξάμηνο όλες τις πληροφορίες για τα τρόφιμα και τα ποτά που κατανάλωναν όπως και τις εμπορικές τους μάρκες -σε περίπτωση των βιομηχανικών προϊόντων. Αυτά τα διατροφικά αρχεία αντιστοιχήθηκαν με βάσεις δεδομένων για να προσδιοριστεί η παρουσία και ποσότητα των πρόσθετων συστατικών, συμπεριλαμβανομένων των γαλακτωματοποιητών. Μέσα από εργαστηριακές αναλύσεις εξασφαλίστηκαν τα αναγκαία ποσοτικά δεδομένα για τον υπολογισμό της χρόνιας έκθεσης στους γαλακτωματοποιητές.
Στο διάστημα των 14 ετών, αναφέρθηκαν -και επικυρώθηκαν από ιατρικές πληροφορίες όπως συνταγογραφήσεις αντιδιαβητικών φαρμάκων– 1.056 διαγνώσεις διαβήτη, για τις οποίες συνεκτιμήθηκαν διάφοροι γνωστοί παράγοντες κινδύνου για τη μεταβολική νόσο, όπως η ηλικία, το φύλο, το βάρος (Δείκτης Μάζας Σώματος – ΔΜΣ), το μορφωτικό επίπεδο, το οικογενειακό ιστορικό, το κάπνισμα, η κατανάλωση αλκοόλ και τα επίπεδα σωματικής δραστηριότητας, καθώς και η συνολική διατροφική ποιότητα της διατροφής, συμπεριλαμβανομένης της πρόσληψης ζάχαρης.
Μετά από μια μέση παρακολούθηση επτά ετών, οι ερευνητές παρατήρησαν ότι η χρόνια έκθεση στους παρακάτω γαλακτωματοποιητές σχετίστηκε με αύξηση διαβήτη τύπου 2:
- E407 (καραγενάνες), κατά 3% για κάθε 100 mg επιπλέον την ημέρα
- E340 (φωσφορικό κάλιο) κατά 15% για κάθε 500 mg επιπλέον την ημέρα
- E472e (εστέρες του διακετυλοτρυγικού οξέος µε µονο- και διγλυκερίδια) κατά 4% για κάθε 100 mg επιπλέον την ημέρα
- E331 (κιτρικό νάτριο) κατά 4% για κάθε 500 mg επιπλέον την ημέρα
- E412 (κόμμι γκουάρ) κατά 11% για κάθε 500 mg επιπλέον την ημέρα
- E414 (αραβικό κόμμι ή κόμμι ακακίας) κατά 3% για κάθε 1.000 mg επιπλέον την ημέρα
- E415 (κόμμι ξανθάνης) κατά 8% για κάθε 500 mg επιπλέον την ημέρα.
Η μελέτη, διευκρίνισαν οι ερευνητές, είναι μια πρώιμη εξερεύνηση αυτής της σχέσης, και μόνο μέσα από εκτεταμένη έρευνα στο μέλλον θα μπορέσουν να αποδειχθούν αιτιώδεις μηχανισμοί. Κάποιες επιπλέον αδυναμίες της μελέτης αφορούσαν το πληθυσμιακό δείγμα που, καίτοι μεγάλο, δεν ήταν αντιπροσωπευτικό· πέρα από γυναίκες κατά τα 4/5 του, είχε υψηλότερο του γενικού πληθυσμού μορφωτικό επίπεδο και εν γένει πιο υγιεινό τρόπο ζωής μεταξύ του συνόλου των συμμετεχόντων στην NutriNet-Santé.
«Πρέπει [τα ευρήματα] να επαναληφθούν σε άλλες επιδημιολογικές μελέτες παγκοσμίως και να συμπληρωθούν με τοξικολογικές και παρεμβατικές πιλοτικές έρευνες, ώστε να επικαιροποιηθούν με τους μηχανισμούς που συνδέουν τους γαλακτωματοποιητές τροφίμων με την εμφάνιση διαβήτη τύπου 2» ανέφεραν η Mathilde Touvier, διευθύντρια έρευνας στο Γαλλικό Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας και Ιατρικών Ερευνών (INSERM), και ο Bernard Srour, νεότερος καθηγητής στο Γαλλικό Ερευνητικό Ινστιτούτο Γεωργίας, Τροφίμων και Περιβάλλοντος (INRAE), επικεφαλής συγγραφείς της μελέτης.
Στα επόμενα βήματα των ερευνητών είναι να εξετάσουν μεταβολές σε ορισμένους δείκτες στο αίμα και το μικροβίωμα, που συνδέονται με την κατανάλωση των γαλακτωματοποιητών, ώστε να κατανοήσουν καλύτερα τους υποκείμενους μηχανισμούς, να εξετάσουν τον αντίκτυπο στην υγεία από μείξεις πρόσθετων ουσιών και να συνεργαστούν με τοξικολόγους για να ελέγξουν τις επιπτώσεις της έκθεσης μέσα από πειράματα in vitro και in vivo, για να συγκεντρώσουν περισσότερα στοιχεία υπέρ μιας αιτιώδους σχέσης.
Διαβάστε επίσης:
Tα «εύκολα» και αγαπημένα τρόφιμα που αυξάνουν τον κίνδυνο διαβήτη
Πρόσθετα τροφίμων: Πρέπει να τα φοβόμαστε;
Τα υπέρ-επικίνδυνα τρόφιμα που απειλούν την καρδιά – Τα ένοχα πρόσθετα που βλάπτουν