Αυγά ή γιαούρτι; Λαχανικά ή τηγανητές πατάτες; Οι επιλογές στο φαγητό μας αλλάζουν σχεδόν κάθε μέρα, αλλά μήπως δεν είναι ξεκάθαρα δικές μας επιλογές και απλά επηρεαζόμαστε από κάτι άλλο;
Νέα έρευνα του Πανεπιστημίου του Πίτσμπουργκ σε ποντίκια βρήκε για πρώτη φορά ότι το μικροβίωμα του εντέρου των ζώων επηρεάζουν αυτό που επιλέγουν να φάνε, παράγοντας ουσίες που προκαλούν την επιθυμία για διαφορετικά είδη τροφών.
«Όλοι μας έχουμε αυτές τις λιγούρες, είτε για να φάμε μία σαλάτα είτε για να φάμε κρέας» δήλωσε o Kevin Kohl, επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Βιολογίας της Σχολής Τεχνών και Επιστημών Kenneth P. Dietrich. «Η δική μας μελέτη δείχνει πως τα ζώα με τη διαφορετική σύνθεση μικροβίων του εντέρου επιλέγουν διαφορετικά είδη διατροφής» τόνισε η ίδια αναφορικά με την έρευνα που δημοσιεύθηκε στο Proceedings of the National Academy of Sciences.
Για να το εξακριβώσουν οι επιστήμονες, έδωσαν σε 30 ποντίκια που δεν είχαν μικρόβια στο έντερο, ένα κοκτέιλ μικροοργανισμών από τρία είδη άγριων τρωκτικών με πολύ διαφορετική φυσική διατροφή. Οι ερευνητές διαπίστωσαν πως τα ποντίκια κάθε ομάδας επέλεγαν τροφές πλούσιες σε διαφορετικά θρεπτικά συστατικά, γεγονός που δείχνει πως το μικροβίωμα τους άλλαζε τη διατροφή που επέλεγαν.
Βάσει της έρευνας και άλλων επιστημονικών παραγόντων, φαίνεται πως δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι το έντερο με τον εγκέφαλο βρίσκονται σε συνεχή επικοινωνία, με ορισμένα είδη μορίων να ενεργούν ως ενδιάμεσοι. Αυτά τα υποπροϊόντα της πέψης σηματοδοτούν ότι έχουμε φάει αρκετή τροφή ή ότι χρειάζεται περισσότερα είδη θρεπτικών συστατικών. Αλλά τα μικρόβια στο έντερο μπορούν να παράγουν μερικά από τα ίδια μόρια, υποκλέπτοντας ενδεχομένως αυτή τη γραμμή επικοινωνίας και αλλάζοντας το νόημα του μηνύματος προς όφελός τους.
Ένας τέτοιος αγγελιοφόρος θα είναι γνωστός σίγουρα σε όσους χρειάστηκε να κοιμηθούν μετά από ένα εορταστικό δείπνο με αρκετή γαλοπούλα ή κοτόπουλο: η τρυπτοφάνη.
«Η τρυπτοφάνη είναι ένα απαραίτητο αμινοξύ που είναι κοινό και στη γαλοπούλα αλλά και στα μικρόβια του εντέρου. Όταν φτάνει στον εγκέφαλο, μετατρέπεται σε σεροτονίνη, ένας νευροδιαβιβαστής σημαντικός για το αίσθημα του κορεσμού μεταγευματικά» τόνισαν οι ερευνητές, προσθέτοντας πως τελικά αυτό μετατρέπεται σε μελατονίνη και τότε είναι που αισθανόμαστε την υπνηλία.
Στη μελέτη τους μάλιστα οι επιστήμονες, έδειξαν πως τα ποντίκια με διαφορετικό μικροβίωμα είχαν διαφορετικά επίπεδα τρυπτοφάνης στο αίμα τους, ακόμα και πριν τους δοθεί η δυνατότητα να επιλέξουν διαφορετικές δίαιτες- και εκείνα που είχαν μεγαλύτερη ποσότητα του μορίου στο αίμα τους είχαν επίσης περισσότερα βακτήρια που μπορούν να το παράγουν στο έντερό τους.
Όπως σημειώνουν οι ίδιοι η τρυπτοφάνη είναι ένα μόνο νήμα ενός περίπλοκου ιστού χημικής επικοινωνίας. «Υπάρχουν πιθανώς δεκάδες άλλα σήματα που επηρεάζουν τη συμπεριφορά της σίτισης σε καθημερινή βάση. Η τρυπτοφάνη που παράγεται από τα μικρόβια θα μπορούσε να είναι απλώς μία πτυχή αυτού» πρόσθεσαν.
Ωστόσο, πρέπει να γίνουν ακόμη περισσότερες επιστημονικές έρευνες προτού αρχίσετε να μην εμπιστεύεται κανείς τις επιθυμίες του για φαγητό. Όπως λένε οι ίδιοι, θα μπορούσε να είναι αυτό που έχετε φάει την προηγούμενη ημέρα πιο σημαντικό από τα μικρόβια που έχετε» τόνισε ο Kohl, προσθέτοντας πως εκτός του ότι ένα τέτοιο πείραμα δύσκολα μετράται σε ανθρώπους.
«Είμαι συνεχώς έκπληκτος με όλους τους ρόλους που ανακαλύπτουμε να παίζουν τα μικρόβια στη βιολογία του ανθρώπου και των ζώων» κατέληξε ο Kohl.
Διαβάστε ακόμα:
Το μικροβίωμα του εντέρου μπορεί να παχαίνει το παιδί
Το εντερικό μικροβίωμα κρύβει το μυστικό της αντικαρκινικής θεραπείας
Καρκίνος Παχέος Εντέρου: Ο έλεγχος του μικροβιώματος καθιστά εφικτή την πρώιμη διάγνωση