Ο καταρράκτης θεωρείται μια πολύ συχνή οφθαλμολογική πάθηση. Πρόκειται στην ουσία για τη θόλωση του φακού του ματιού που μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρή μείωση της όρασης. Μέσα στον οφθαλμικό βολβό υπάρχει ο κρυσταλλοειδής φακός που μας επιτρέπει να βλέπουμε καθαρά. Η εμφάνιση του καταρράκτη οφείλεται στη γήρανση του κρυσταλλοειδούς φακού. Στα αρχικά στάδια παρουσιάζεται σαν σκλήρυνση του κέντρου του και στην συνέχεια σαν θόλωση των στοιβάδων του.

Στην Ελλάδα υπολογίζεται πως πραγματοποιούνται περίπου 80.000 επεμβάσεις κάθε χρόνο. Η συχνότητα εμφάνισης του καταρράκτη είναι 50% σε ανθρώπους ηλικίας 65 – 74 ετών και αυξάνεται σε 70% για τις ηλικίες άνω των 75. Πρέπει να σημειωθεί πως η ασθένεια αυτή δεν αφορά μόνο τους ηλικιωμένους, αντιθέτως νεαρά άτομα ακόμα και βρέφη μπορούν να νοσήσουν.

Τα κύρια συμπτώματα που παρουσιάζονται είναι η μειωμένη μακρινή ή κοντινή όραση, εξασθένηση στην αντίληψη των χρωμάτων, μείωση της ευαισθησίας των αντιθέσεων σε φωτεινό περιβάλλον. Ένα ακόμα σύμπτωμα είναι η εμφάνιση και η προοδευτική επιδείνωση της μυωπίας.

Πολλές φορές ο ασθενής αντιλαμβάνεται λάμψεις και αντανακλάσεις γύρω από ορισμένα αντικείμενα όπως ακτίνες γύρω από τα φώτα των αυτοκινήτων κατά τη διάρκεια της βραδινής οδήγησης.

Βασικές αιτίες της εμφάνισης του καταρράκτη είναι η προχωρημένη ηλικία, η κληρονομικότητα, οι μεταβολικές διαταραχές. Ο σακχαρώδης διαβήτης φαίνεται ότι παίζει σημαντικό ρόλο στον σχηματισμό του καταρράκτη. Τα κορτικοστεροειδή φάρμακα που χρησιμοποιούνται για χρόνιες παθήσεις θεωρούνται μια ακόμα πιθανή αιτία για την εμφάνιση του.

Η υπερέκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία για μεγάλο χρονικό διάστημα όπως επίσης η κατάχρηση αλκοόλ και το κάπνισμα αποτελούν προδιαθεσικούς παράγοντες της πάθησης. Η διάγνωσή του καταρράκτη επιτυγχάνεται με την εξέταση της οπτικής οξύτητας και του αμφιβληστροειδούς χιτώνα.

Ο καταρράκτης μπορεί να θεραπευτεί μόνο με χειρουργική επέμβαση που θεωρείται μια από τις ασφαλέστερες της ιατρικής. Υπάρχουν τριών ειδών επεμβάσεων, είναι η φακοθρυψία, η εξωπεριφακική και η ενδοφακική.

Οι ασφαλιστικές εταιρίες αποζημιώνουν την επέμβαση για καταρράκτη δίνοντας μια χρονική αναμονή που ξεκινά από 9 μήνες και μπορεί να φτάσει τα 2 χρόνια. Είναι δεδομένο πως για να υπάρξει η ασφαλιστική κάλυψη ο ασφαλισμένος δεν είχε την συγκεκριμένη πάθηση όταν υπέγραφε το ασφαλιστικό του συμβόλαιο.

Οι δαπάνες που προκύπτουν από την επέμβαση όπως οι αμοιβές γιατρού, εξετάσεις πριν και μετά την επέμβαση στο νοσηλευτικό ίδρυμα αφού σχετίζονται με την συγκεκριμένη οφθαλμολογική πάθηση καλύπτονται από την ασφαλιστική εταιρία βάσει πάντα των όρων του συμβολαίου.

Αν κάποιος ασφαλισμένος νοσήσει πέντε χρόνια μετά την σύναψη του ασφαλιστηρίου συμβολαίου και χρειαστεί να χειρουργηθεί σε συμβεβλημένο νοσηλευτικό ίδρυμα, τότε θα καλυφθεί πλήρως. Σε ό,τι αφορά την απαλλαγή, αν σύμφωνα με το συμβόλαιο του, έχει συμφωνηθεί μια συμμετοχή 500 ευρώ και το κόστος των συνολικών δαπανών προσδιοριστεί στις 2.900 ευρώ, τότε η ασφαλιστική εταιρία θα καλύψει το ποσό των 2.400 ευρώ.

Η αποζημίωση στα συμβεβλημένα νοσοκομεία ή στις οφθαλμολογικές κλινικές γίνεται απευθείας από την εταιρία, ενώ σε περιπτώσεις μη συμβεβλημένων, η πληρωμή πραγματοποιείται με συναλλαγματικές.

Σε κάθε περίπτωση ο ασφαλισμένος θα πρέπει να βρίσκεται σε άμεση επικοινωνία με τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή έτσι ώστε να τον κατευθύνει με βάση τους όρους και τις παροχές του συμβολαίου του.

 

Διαβάστε επίσης

Επίδομα Τοκετού – Αποζημίωση: Τι ισχύει στα ασφαλιστήρια υγείας

Γαστροσκόπηση: Πότε χρειάζεται – Πώς καλύπτεται από το συμβόλαιο υγείας