Σοκ προκάλεσε στο πανελλήνιο η είδηση ότι ένα 8χρονο παιδί στην Ελλάδα, εν έτει 2019 πέθανε από διφθερίτιδα, για την οποία υπάρχει εμβόλιο.
Το παιδί, όπως όλα δείχνουν, ήταν θύμα της αντιεμβολιαστικής στάσης που είχαν υιοθετήσει οι γονείς του. Σύμφωνα με νοσοκομειακές πηγές, ο 8χρονος είχε λάβει μόνο τις δύο από τις πέντε δόσεις του συνδυασμένου εμβολίου DTaP που προστατεύει από τον τέτανο, την διφθερίτιδα και τον κοκκύτη. Επίσης, δεν είχε εμβολιαστεί για κανένα άλλο μολυσματικό νόσημα, όπως ορίζει το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών στη χώρα μας.
Γεγονός που εξηγεί κατά τους ειδικούς και την «ευκολία» με την οποία το παιδί μολύνθηκε από το τοξινογόνο κορυνοβακτηρίδιο της διφθερίτιδας. Όπως επισημαίνουν συνεχώς οι ειδικοί, τα τελευταία χρόνια που βρίσκεται σε έξαρση η αντιεμβολιαστική στάση των γονέων, τα βακτήρια που ευθύνονται για τις μολυσματικές ασθένειες δεν έχουν εξαφανιστεί, ούτε και θα εξαφανιστούν, αυτό που εξαλείφεται με τα εμβόλια είναι οι ασθένειες που προκαλούν.
Τι είναι η διφθερίτιδα;
Το τοξινογόνο κορυνοβακτηρίδιο της διφθερίτιδας προκαλεί νόσο της ανώτερης αναπνευστικής οδού που χαρακτηρίζεται από πονόλαιμο, χαμηλό πυρετό και προσκολλημένη μεμβράνη που καλύπτει τις αμυγδαλές, το φάρυγγα και/ή τη μύτη. Μπορεί να προκαλέσει δυσκολία στην κατάποση ή στην αναπνοή, προκαλώντας ακόμη και ασφυξία.
Η τοξίνη που παράγεται είναι δυνατόν να προκαλέσει σοβαρές επιπλοκές στον οργανισμό, όπως καρδιακή ανεπάρκεια και παράλυση. Το ποσοστό θνησιμότητας ανέρχεται στο 10%. Τα κρούσματα στις αναπτυγμένες χώρες είναι σήμερα ελάχιστα λόγω των συστηματικών εμβολιασμών για τη νόσο.
Η μετάδοση της διφθερίτιδας γίνεται από σταγονίδια από την περιοχή του ρινοφάρυγγα, μέσω του βήχα ή του φτερνίσματος κάποιου που έχει προσβληθεί. Ο χρόνος επώασης της νόσου έχει εύρος 2-6 ημέρες και προσβάλλει συνήθως παιδιά μεγαλύτερα του ενός έτους γιατί τα νεογνά προστατεύονται συνήθως από τα μητρικά αντισώματα.
Tο τελευταίο κρούσμα διφθερίτιδας στην Ελλάδα παρουσιάστηκε το 1970 και επανεμφανίστηκε το 2019 με θάνατο του 8χρονου αγοριού που δεν είχε εμβολιαστεί πλήρως κατά της νόσου.
Θεραπεία – αντιμετώπιση
Σε περίπτωση εκδήλωσης της νόσου συνιστάται η άμεση αντιμετώπιση με χρήση αντιδιφθεριτικού ορού και αντιβιοτικών (πενικιλίνη ή ερυθρομυκίνη).
Πρόληψη – εμβολιασμός
Σήμερα η εμφάνιση της νόσου είναι σπάνια, ενώ έχει πρακτικά εξαφανισθεί από τον ανεπτυγμένο κόσμο λόγω των τακτικών εμβολιασμών. Η πρόληψη της νόσου γίνεται μέσω των συνδυασμένων εμβολίων DTaP ή DTP τα οποία προστατεύουν από τον τέτανο, τη διφθερίτιδα και τον κοκκύτη και χορηγούνται ενδομυϊκά.
Το DTaP γίνεται σε εφήβους για ανοσοποίηση έναντι της ασθένειας που προκαλεί το κορυνοβακτηρίδιο της διφθερίτιδας (αλλά και έναντι του τέτανου και του κοκκύτη), ενώ το Td γίνεται σε παιδιά κάτω των 7 ετών διότι για κάποιο λόγο δεν πρέπει να κάνουν το εμβόλιο του κοκκύτη. Απαιτούνται επαναληπτικές δόσεις ανά 10 χρόνια προκειμένου να διατηρείται καλό επίπεδο ανοσίας. Για τις επαναληπτικές δόσεις του εμβολίου χρησιμοποιείται το Td. Κατά συνέπεια:
- Συστήνεται μία δόση του Tdap σε εφήβους που έχουν κάνει το DTaP ή το DTP κατά την παιδική ηλικία, αλλά παρέλειψαν την επαναληπτική δόση του Td. Προτιμάται να γίνεται κατά την ηλικία των 11-12 ετών.
- Οι έφηβοι που δεν έχουν κάνει όλες τις προγραμματισμένες δόσεις του DTaP ή DTP θα πρέπει να τις συμπληρώσουν με συνδυασμό των Td και Tdap εμβολίων. To Tdap μπορεί να δοθεί και ταυτοχρόνως με άλλα εμβόλια.
- Η επανάληψη του εμβολίου συνίσταται και στους ενήλικες, δεδομένου ότι τα οφέλη του μειώνονται με την ηλικία χωρίς συνεχή επανέκθεση. Επίσης, συνίσταται ιδιαίτερα για εκείνους που ταξιδεύουν σε περιοχές όπου η νόσος παρουσιάζει υψηλό επιπολασμό.
Το εμβόλιο δεν πρέπει να γίνεται σε άτομα που έχουν εμφανίσει στο παρελθόν σοβαρή αλλεργική αντίδραση μετά από δόση των παραπάνω εμβολίων.
Το ίδιο ισχύει για άτομα που έχουν γνωστή αλλεργία σε κάποιο συστατικό τους. Κατά συνέπεια οι γονείς, οι συνοδοί, αλλά και το ίδιο το άτομο οφείλουν να ενημερώνουν τον γιατρό για τυχόν αλλεργίες. Για το συγκεκριμένο εμβόλιο σημασία έχει τυχόν αλλεργία στο latex.
Άτομα που βρέθηκαν σε κώμα ή εμφάνισαν σπασμούς μεγάλης διάρκειας κατά τη διάρκεια 7 ημερών από τη λήψη μιας δόσης του DTP ή του DTaP εμβολίου δεν θα πρέπει να κάνουν το Tdap, εκτός εάν το αίτιο των παραπάνω καταστάσεων είναι γνωστό και άσχετο με το εμβόλιο.
Επίσης ο ιατρός οφείλει να ενημερώνεται για το εάν το άτομο που λαμβάνει το εμβόλιο:
- πάσχει από επιληψία ή άλλη σοβαρή νόσο του νευρικού συστήματος
- εμφάνισε σοβαρό οίδημα ή πόνο μετά από μια δόση εμβολίου κατά του τετάνου, του κοκκύτη ή της διφθερίτιδας,
- έχει προσβληθεί από το σύνδρομο Guillain Barre.
To Tdap εμβόλιο μπορεί να γίνει και κατά τη διάρκεια εγκυμοσύνης. Επίσης, μπορεί να πραγματοποιηθεί κατά τη διάρκεια ήπιας λοίμωξης ή χαμηλού πυρετού, αλλά θα πρέπει να αναβληθεί για αργότερα σε άτομα με μέτρια ή σοβαρή λοίμωξη κατά την ημέρα του προγραμματισμένου εμβολιασμού.