Η διαταραχή φάσματος αυτισμού (ΔΑΦ) είναι μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή που συνοδεύει το άτομο σε όλη του τη ζωή. Άτομα στο φάσμα μπορεί να δυσκολεύονται να επικοινωνήσουν και να αλληλεπιδράσουν με άλλους, να στρεσάρονται με τα έντονα αισθητηριακά ερεθίσματα και να δυσκολεύονται σε καταστάσεις κοινωνικές ή άγνωστες. Η ακριβής αιτία του φάσματος αυτισμού παραμένει άγνωστη, όμως αρκετές έρευνες δείχνουν ότι είναι κατά ένα μεγάλο μέρος κληρονομική διαταραχή. Παρόλα αυτά, οι σύγχρονες συνθήκες ζωής έχουν πυροδοτήσει την ανησυχία για την επίδραση διαφόρων παραγόντων, όπως η υπερβολική χρήση οθονών, στην ανάπτυξη των παιδιών.

Οι ειδικοί ανησυχούν για τον χρόνο που περνούν τα παιδιά μπροστά σε οθόνες και πώς αυτός μπορεί να επηρεάζει την ανάπτυξη των δεξιοτήτων τους. Τα τελευταία χρόνια, η αύξηση της χρήσης συσκευών από μικρή ηλικία, κυρίως λόγω της ευκολίας και της διασκέδασης που προσφέρουν, έχει φέρει στο προσκήνιο ερωτήματα για την επίδρασή τους στην κοινωνική και γνωστική ανάπτυξη των παιδιών. Στο πλαίσιο αυτό, μια πρόσφατη έρευνα από Αυστραλούς επιστήμονες φέρνει στο φως μια πιθανή σχέση μεταξύ του χρόνου οθόνης σε μικρά παιδιά και της εμφάνισης αυτιστικών συμπτωμάτων αργότερα στην παιδική ηλικία.

Η συγκεκριμένη έρευνα προκάλεσε συζητήσεις και ερωτήματα, καθώς υποδεικνύει ότι τα παιδιά ηλικίας δύο ετών που περνούν περισσότερες από 14 ώρες την εβδομάδα μπροστά σε οθόνες, όπως τάμπλετ ή τηλεόραση, ενδέχεται να διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να εμφανίσουν συμπτώματα του αυτιστικού φάσματος έως την ηλικία των 12 ετών. Οι ερευνητές, ωστόσο, τόνισαν ότι η μελέτη είναι παρατηρητική και δεν αποδεικνύει πως η χρήση οθόνης προκαλεί τη νευροαναπτυξιακή διαταραχή. Η μελέτη αυτή, που δημοσιεύθηκε στο JAMA Pediatrics, αναδεικνύει τη σημασία τού να παρακολουθείται ο χρόνος οθόνης των μικρών παιδιών, ενώ συγχρόνως προτρέπει την ιατρική κοινότητα να λάβει υπόψη αυτή τη διάσταση κατά την αξιολόγηση της ανάπτυξης των παιδιών.

Χρόνος οθόνης και φάσμα αυτισμού

Η έρευνα έγινε σε δείγμα 5.107 παιδιών, των οποίων οι γονείς συμπλήρωσαν ερωτηματολόγια σχετικά με τον χρόνο που περνούσαν μπροστά σε οθόνες κάθε εβδομάδα. Στη συνέχεια, όταν τα παιδιά έφτασαν τα 12 χρόνια, οι ερευνητές επανήλθαν με ένα δεύτερο ερωτηματολόγιο, στο οποίο ζητούσαν από τους γονείς να αναφέρουν αν τα παιδιά τους είχαν διαγνωστεί με ΔΑΦ. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι 145 παιδιά είχαν λάβει διάγνωση ΔΑΦ, και σύμφωνα με τους επιστήμονες, ο κίνδυνος ήταν σημαντικά υψηλότερος στα παιδιά που είχαν εκτεθεί σε πάνω από 14 ώρες εβδομαδιαίως σε οθόνες συγκριτικά με εκείνα που είχαν λιγότερες από 14 ώρες.

Οι ερευνητές, λοιπόν, συστήνουν στους κλινικούς ιατρούς και άλλους επαγγελματίες υγείας να ρωτούν τους γονείς για τον χρόνο οθόνης των παιδιών από την πρώιμη παιδική ηλικία, προκειμένου να εντοπίσουν πιθανές οικογένειες που ίσως χρειάζονται υποστήριξη. Χαρακτηρίζουν τον χρόνο οθόνης ως έναν «χρήσιμο δείκτη» για την παρακολούθηση οικογενειών και παιδιών που μπορεί να επωφεληθούν από επιπλέον καθοδήγηση και υποστήριξη.

Κριτική από ειδικούς

Ωστόσο, ειδικοί που δεν συμμετείχαν στη μελέτη επισημαίνουν τα όρια της έρευνας και προτρέπουν να διαβαστούν με προσοχή τα συμπεράσματά της. Ο Δρ. James Findon, ψυχολόγος και καθηγητής στο King’s College του Λονδίνου, εξηγεί ότι η μελέτη παρουσιάζει απλώς μια συσχέτιση μεταξύ χρόνου οθόνης και ΔΑΦ, χωρίς όμως να αποδεικνύει αιτιότητα. Όπως αναφέρει ο ίδιος: «Η έρευνα αυτή είναι σύμφωνη με τη γενική κατανόησή μας ότι το φάσμα του αυτισμού είναι κατά κύριο λόγο γενετική διαταραχή. Τα αποτελέσματά μάς δείχνουν ότι τα παιδιά με ΔΑΦ είναι πιθανότερο να περνούν μεγαλύτερο χρόνο μπροστά από μία οθόνη συγκριτικά με τα παιδιά εκτός του φάσματος, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η οθόνη προκαλεί τη ΔΑΦ».

Ο ίδιος εξηγεί ότι για πολλά παιδιά με ΔΑΦ, η χρήση οθόνης μπορεί να είναι ευεργετική, καθώς τα βοηθά να ρυθμίσουν τα συναισθήματά τους και να ηρεμήσουν, ειδικά σε περιόδους που βιώνουν έντονα αισθητηριακά ερεθίσματα. Έτσι, ο χρόνος χρήσης της οθόνης μπορεί να λειτουργεί για τα παιδιά αυτά σαν εργαλείο για τη ρύθμιση των συναισθημάτων τους και την αποφυγή έντονων ερεθισμάτων που μπορεί να τα στρεσάρουν.

Η Δρ. Rachel Moseley, επίσης ψυχολόγος από το Πανεπιστήμιο Bournemouth, σημειώνει ότι «τα ευρήματα αυτής της μελέτης δεν μπορούν να μας πουν τίποτα για την κατεύθυνση της σχέσης μεταξύ ΔΑΦ και χρόνου οθόνης». Σύμφωνα με την ίδια, είναι πιο πιθανό τα παιδιά που είναι ήδη στο φάσμα, αλλά δεν έχουν διαγνωστεί, και οι γονείς να βλέπουν θετικές επιδράσεις από τον χρόνο οθόνης. Επιπλέον, όπως υπογραμμίζει, τα παιδιά αυτά συχνά αναπτύσσονται διαφορετικά, ακόμα και πριν τη διάγνωση.

Οι κατευθυντήριες οδηγίες για τη χρήση οθόνης

Η ανησυχία για την επίδραση των οθονών στην ανάπτυξη των παιδιών έχει οδηγήσει ορισμένες χώρες, όπως η Σουηδία, να εκδώσουν αυστηρές οδηγίες για τη χρήση τους. Συγκεκριμένα, η Υπηρεσία Δημόσιας Υγείας της Σουηδίας συνιστά τα παιδιά κάτω των δύο ετών να μη χρησιμοποιούν καθόλου οθόνες, ενώ για τις ηλικίες δύο έως πέντε προτείνεται η χρήση να περιορίζεται σε μία ώρα την ημέρα.

Αντίστοιχα, η Δανία εξέδωσε παρόμοιες οδηγίες, επιτρέποντας στα παιδιά κάτω των δύο ετών να χρησιμοποιούν οθόνες μόνο σε ειδικές περιπτώσεις, όπως αν έχουν μαθησιακές δυσκολίες. Τέλος, στο Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ δεν υπάρχουν συγκεκριμένες οδηγίες για βρέφη και νήπια, οι αρμόδιοι οργανισμοί, όπως το Εθνικό Σύστημα Υγείας της Αγγλίας (NHS), προτείνουν η χρήση οθόνης για όλα τα παιδιά να μην ξεπερνά τις δύο ώρες την ημέρα.

Διαβάστε επίσης:

Γονείς: Αφήνετε το κινητό να κάνει babysitting στο παιδί; Δείτε που οδηγεί αυτή η τακτική

Γονείς: Έξι στους δέκα περνούν περισσότερο χρόνο μπροστά σε οθόνες από τα παιδιά τους

Η καθημερινή συνήθεια που πυροδοτεί την πρώιμη εφηβεία – Έρευνα αποκαλύπτει