Οι μισοί σχεδόν από τους φαινομενικά υγιείς ενήλικες μεταξύ 40 και 50 ετών θα μπορούσαν να παρουσιάζουν τα πρώτα συμπτώματα αθηροσκλήρυνσης, της επικίνδυνης συσσώρευσης λιπωδών πλακών στις αρτηρίες, με πολύ πιο γρήγορο ρυθμό από ότι πίστευαν έως τώρα οι ερευνητές. Αυτό ήταν το συμπέρασμα μελέτης που πραγματοποιήθηκε σε ισπανικό ερευνητικό κέντρο (PESA-CNIC Santander) και δημοσιεύτηκε πριν λίγα εικοσιτετράωρα στο Journal of American College of Cardiology (JACC). Η έρευνα κατέδειξε ότι οι αθηρωματικές πλάκες εκτείνονται με ταχείς ρυθμούς κατά μήκος των αρτηριών του 40% των ασυμπτωματικών ατόμων 40-50 ετών.
Η αθηροσκλήρωση χαρακτηρίζεται από τη συσσώρευση λιπαρών καταλοίπων στα τοιχώματα των αρτηριών. Η νόσος συνήθως ανιχνεύεται σε προχωρημένο στάδιο, όταν έχει ήδη προκαλέσει κλινικά συμβάντα όπως καρδιακή προσβολή ή εγκεφαλικό επεισόδιο. Η θεραπεία της νόσου σε αυτό το (συμπτωματικό) στάδιο είναι περιορισμένης αποτελεσματικότητας και οι περισσότεροι ασθενείς παρουσιάζουν μείωση της προσδοκώμενου χρόνου ζωής. Εξάλλου, η θεραπεία αυτών των ασθενών επιβαρύνει σημαντικά τους πόρους του συστήματος υγείας.
Παρότι η αθηροσκλήρωση των αρτηριών σχετίζεται άμεσα με τους κλασικούς καρδιαγγειακούς παράγοντες κινδύνου (ηλικία, φύλο, υπέρταση, χοληστερόλη, κάπνισμα και διαβήτη) μπορεί να ξεκινήσει ακόμη και από την ηλικία των 40, χωρίς να δίνει συμπτώματα.
Χρησιμοποιώντας τεχνικές απεικόνισης όπως ο υπέρηχος και ο αξονικός τομογράφος, η μελέτη κοόρτης PESA που ολοκληρώθηκε ύστερα από τρία και πλέον χρόνια, αφενός κατέδειξε ότι τα προβλήματα μπορούν να ξεκινούν πολύ νωρίτερα και ότι μπορεί να μην προχωρούν αργά, αφετέρου ότι ο υπερηχογράφος των περιφερικών αρτηριών είναι πιο αποτελεσματική μέθοδος για την ανίχνευση της εξέλιξης της αθηροσκλήρωσης από ότι η μελέτη του στεροειδούς ασβεστίου μέσω της τομογραφίας.
«Το βασικό εύρημα της μελέτης είναι ότι σε μια σύντομη παρακολούθηση μόλις 3 ετών, το 40% των ατόμων ηλικίας μεταξύ 40 και 50 ετών έδειξε σημαντική εξέλιξη της αθηροσκλήρωσης σε διαφορετικές θέσεις, συμπεριλαμβανομένων των καρωτίδων, μηριαίων και στεφανιαίων αρτηριών» τόνισε ο Δρ López-Melgar εκ των επικεφαλής ερευνητών. «Αυτή η ταχεία εξέλιξη της νόσου θα μπορούσε να κάνει αυτά τα άτομα πιο ευάλωτα στην ανάπτυξη συμπτωμάτων ή να έχουν κλινικά συμβάντα όπως καρδιακή προσβολή ή εγκεφαλικό επεισόδιο».