Ελάχιστες είναι οι φαρμακευτικές και ιατρικές θεραπείες που τεκμηριώνουν τις ευεργετικές τους ιδιότητες με επιστημονικά δεδομένα υψηλής ποιότητας, καταλήγει πρόσφατη μελέτη ερευνητών από το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ελβετία και την Ελλάδα. Τα ευρήματα σχολιάζει σε άρθρο του στο The Conversation ο Δρ Jeremy Howick από το Πανεπιστήμιο του Λέστερ.
«Είναι κοινό μυστικό στην ιατρική κοινότητα ότι πολλά φάρμακα και θεραπείες, μεταξύ των οποίων και ευρέως χρησιμοποιούμενες, δεν είναι ούτε ασφαλείς ούτε αποτελεσματικές» αναφέρει ο καθηγητής, και υπενθυμίζει τους θανάτους από έμφραγμα του μυοκαρδίου κατόπιν αγωγής με αντιαρρυθμιακά φάρμακα ή την παλαιότερη ιατρική σύσταση για ύπνο του μωρού μπρούμυτα προς αποφυγή πνιγμού που σήμερα όμως θεωρείται ότι πολλαπλασιάζει τον κίνδυνο για Σύνδρομο Αιφνίδιου Βρεφικού Θανάτου.
Παλαιότερες μελέτες είχαν καταλήξει πως οι θεραπείες με ελλιπή στοιχεία για την ασφάλεια και αποτελεσματικότητά τους αφορούσαν το 25% (2001) έως 50% (2007), αν τα ερευνητικά εργαλεία που αξιοποιήθηκαν τότε θεωρούνται πλέον ξεπερασμένα. Μεθοδολογικά αδύναμη ήταν και πιο πρόσφατη έρευνα (2020) που κατέληξε σε ποσοστό 10%, έχοντας βασιστεί εντούτοις σε 151 μόλις μελέτες.
Για να ξεπεράσει εμπόδια όπως τα παραπάνω, η διεθνής επιστημονική ομάδα που εκπόνησε την τελευταία μελέτη, ανέτρεξε στη βάση Cochrane Reviews της βιβλιοθήκης Cochrane, της πλεόν έγκυρης και ενημερωμένης πηγής πληροφοριών αναφορικά με διαθέσιμα φάρμακα και θεραπείες που αποτελεί αναφορά σε εθνικές και διεθνείς οδηγούς υγειονομικής περίθαλψης. Εν προκειμένω, ελέχθηκαν δεδομένα για 1.567 θεραπείες το διάστημα 2008-2021, διάστημα που το Cochrane Reviews υιοθέτησε το σύστημα αξιολόγησης GRADE (Grading of Recommendations, Assessment, Development and Evaluation system), ένα ισχυρό και αξιόπιστο εργαλείο που προκρίνουν πάνω από 100 διεθνείς οργανισμοί και το οποίο διακρίνει τις θεραπείες σε υψηλής, μέτριας ή χαμηλής ποιότητας τεκμηρίωσης.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το 95% των ιατροφαρμακευτικών παρεμβάσεων δεν ήταν τεκμηριωμένες από από καλά οργανωμένες μελέτες με υψηλής ποιότητας στοιχεία ενώ το 33% δεν ανέφεραν τις ανεπιθύμητες ενέργειες, στερώντας έτσι τη δυνατότητα στάθμισης οφελών και κινδύνων.
Παρά τους πιθανούς περιορισμούς όπως τα πολύ αυστηρά κριτήρια που θέτει το σύστημα GRADE ή οι ελλείψεις που μπορεί να έχει σχετικά με τις παρεμβάσεις υγείας στο δείγμα μελέτης, ο Δρ Howick επιμένει ότι τα ευρήματα που αποκαλύπτουν επιπλέον ότι λιγότερες από τις μισές θεραπείες έφεραν υψηλής ή μέτριας ποιότητας τεκμηρίωση είναι ανησυχητικά. Για το λόγο, καταταλήγει ο καθηγητής, δικαιολογημένα η ιατρική κοινότητα ζητά περισσότερους ελέγχους και, κατά συνέπεια, θα πρέπει να ενισχυθεί η χρηματοδότηση για την έρευνα.
Για όσους παρ’ όλα αυτά απορούν γιατί το προσδόκιμο ζωής αυξήθηκε κατά δέκα χρόνια σε σχέση με τρεις και τέσσερις γενιές πίσω μολονότι τα φάρμακα και οι θεραπείες είναι αμφίβολης αποτελεσματικότητας, ο Δρ Howick υπενθυμίζει πως οι νεότερες γενιές επωφελήθηκαν από μέτρα και παρεμβάσεις δημόσιας υγείας όπως το καθαρό νερό, η καλύτερη διατροφή και οι περιορισμοί στο κάπνισμα.
Διαβάστε επίσης:
Νέα μέθοδος προβλέπει τις παρενέργειες των φαρμάκων
Συμμετοχή στα φάρμακα: Νέο ασφαλιστικό πακέτο που την καλύπτει