Επιστήμονες στο Πανεπιστήμιο του Έξετερ στο Ηνωμένο Βασίλειο και το Ερευνητικό Ινστιτούτο Βορειοδυτικής Ακτής του Ειρηνικού που εδρεύει στο Σιάτλ των ΗΠΑ ανέπτυξαν μία πολυπαραγοντική μέθοδο για την καλύτερη πρόγνωση του διαβήτη τύπου 1 στα νεογνά, στη βάση της γενετικής, κλινικών παραγόντων όπως οικογενειακό ιστορικό διαβήτη, καθώς και του προσδιορισμού των αντισωμάτων νησιδίων -βιοδείκτες γνωστοί για τη συσχέτισή τους με τον διαβήτη τύπου 1.
Το μοντέλο πρόγνωσης βασίστηκε στην ανάλυση δεδομένων που αντλήθηκαν για 7.798 παιδιά που διέτρεχαν υψηλό κίνδυνο για την εκδήλωση της νόσου, τα οποία παρακολούθησαν επιστήμονες από τη στιγμή της γέννησής τους έως την ηλικία των εννέα ετών, στο πλαίσιο της μεγάλης μελέτης TEDDY (The Environmental Determinants of Diabetes in the Young, TEDDY) που διεξήχθη σε διεθνή κλίμακα υπό την κύρια χρηματοδότηση του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας και του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ, καθώς και του φιλανθρωπικού ιδρύματος JDRF.
Στα ευρήματά τους, που δημοσιεύονται στο Nature Medicine, οι επιστήμονες αναφέρουν ότι η συνδυαστική μέθοδος βελτίωσε δραστικά τον δείκτη πρόγνωσης για την ανάπτυξη διαβήτη τύπου 1, ανοίγοντας ενδεχομένως το δρόμο για καλύτερη συμβουλευτική για τις οικογένειες. Και το πιο σημαντικό, διπλασίασε την αποτελεσματικότητα των ελέγχων στα οποία υποβάλλονται τα νεογνά για την πρόληψη της διαβητικής κετοξέωσης -μία οξεία, σοβαρή και απειλητική για τη ζωή επιπλοκή του σακχαρώδους διαβήτη, η οποία οφείλεται στην έλλειψη της ινσουλίνης.
Παράλληλα, η αναγνώριση των παιδιών που διατρέχουν τον υψηλότερο κίνδυνο θα ωφελήσει τις κλινικές δοκιμές φαρμάκων που παρουσιάζουν υποσχόμενα, προκαταρκτικά αποτελέσματα ως προς την πρόληψη της νόσου.
«Προς το παρόν, το 40% των παιδιών που διαγιγνώσκονται με διαβήτη τύπου 1 έχουν τη σοβαρή επιπλοκή της κετοξέωσης […] που οδηγεί σε μακροχρόνια νοσηλεία στην εντατική, και σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και σε παράλυση ή θάνατο. Η χρήση της νέας συνδυαστικής μεθόδου μας για να προσδιορίσουμε ποια μωρά θα αναπτύξουν διαβήτη μπορεί να αποτρέψει αυτές τις τραγωδίες και να διασφαλίσει ότι τα παιδιά βρίσκονται στο σωστό θεραπευτικό δρόμο από νωρίς στη ζωή, γεγονός που σημαίνει καλύτερη υγεία» σημειώνει ο Ο Δρ Lauric Ferrat της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Έξετερ.
Ο καθηγητής William Hagopian του Ερευνητικού Ινστιτούτου Βορειοδυτικών Ειρηνικών, εκφράζει από την πλευρά ενθουσιασμό για τα ευρήματα, επισημαίνοντας πως οι τυπικές αιματολογικές εξετάσεις στις οποίες υποβάλλονται τα νεογέννητα θα μπορέσουν να φθάσουν σταδιακά μέχρι το σημείο της πρόληψης επιπλοκών του διαβήτη, καθώς και πρόγνωσης του κινδύνου εκδήλωσής του χρόνια αργότερα.
Ο ίδιος σημειώνει πως αυτή τη στιγμή η νέα μέθοδος βρίσκεται σε φάση κλινικής δοκιμής στην πολιτεία της Ουάσινγκτον, και εκφράζει την ελπίδα ότι σταδιακά θα χρησιμοποιηθεί διεθνώς για αναγνωρίζεται ο διαβήτης τύπου 1 όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και για να ενδυναμωθούν οι προσπάθειες πρόληψης της νόσου.
Διαβήτης: Τι να αυξήσουμε στη διατροφή μας για να τον κρατήσουμε μακριά μας