Σπούδασε Ιατρική για να αποφύγει τις αγροτικές εργασίες που του επέβαλε η οικογενειακή παράδοση στη Σίνδο. Εγινε δεκτός στη Βασιλική Ιατρική Σχολή του Λονδίνου έχοντας ως μεταφράστρια τη σύζυγό του Μάχη και δημιούργησε τον επιχειρηματικό κολοσσό των ιατρικών εργαστηρίων «Βιοϊατρική».
Η φετινή Μεγάλη Εβδομάδα ήταν τελείως διαφορετική για την οικογένεια Σπανού. Ηταν η πρώτη φορά που το φιλόξενο σπίτι τους στην ανηφοριά των Σπετσών δεν θα άνοιγε τις πόρτες του για να υποδεχτεί τους φίλους της οικογένειας. Ο πατριάρχης της επιχειρηματικής φαμίλιας Ευάγγελος Σπανός έδινε τη δική του μάχη με τον θανατηφόρο ιό της εποχής, τον κορωνοϊό.
Τραγική ειρωνεία. Ο άνθρωπος που έσωζε μια ζωή ανθρώπους με τις ακριβείς διαγνωστικές εξετάσεις που προσέφεραν τα εργαστήριά του, επρόκειτο να φύγει από τη ζωή νικημένος από την ύπουλη ασθένεια. Οι φίλοι του στις αγαπημένες του Σπέτσες, το νησί που είχε μετατραπεί εδώ και χρόνια σε καταφύγιό του, τον θυμούνται να συζητά για τέχνη με τον Δάκη Ιωάννου ή να βολτάρει στο νησί φορώντας ένα καλοσιδερωμένο λινό κοστούμι και το κλασικό Panama καπέλο του.
Ο εξαιρετικά ευφυής και χαμηλών τόνων Βαγγέλης Σπανός είχε πάντα διάθεση για ζωή. Ωστόσο δεν αγαπούσε τις περιττές κοσμικότητες. Ανταποκρινόταν σε προσκλήσεις μόνο εφόσον αυτές σχετίζονταν με πραγματικούς του φίλους. Oπως εκείνο το κάλεσμα που πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 7 Μαρτίου στο περίφημο εστιατόριο «Blue Pine» της Κηφισιάς.
Η φιλική σύναξη όμως απέβη μοιραία, αφού πολλοί από τους καλεσμένους κόλλησαν εκείνο το βράδυ κορωνοϊό. Λίγες ημέρες μετά, ο ιδιοκτήτης της «Βιοϊατρικής» έμπαινε στο νοσοκομείο, καθώς παρουσίασε υψηλό πυρετό και δεν μπορούσε να αναπνεύσει. Ο επιχειρηματίας που δεν υποχώρησε απέναντι σε δυσκολίες και εμπόδια, υπέκυψε στον πιο ύπουλο «επισκέπτη» της εποχής μας. Ηταν ένα ακόμη θύμα του κορωνοϊού στη χώρα μας.
Από τη «Ροτόντα»στην Ιατρική Ενδοκρινολογία
Δεκαετία του 1950. Ο Ευάγγελος Σπανός, μέλος μιας αγροτικής οικογένειας που ζει στη Σίνδο της Θεσσαλονίκης, βλέπει τον πατέρα του να εργάζεται ξυπόλυτος στα χωράφια φυτεύοντας βαμβάκια και παρόλο που τον βοηθά, κοιτά κατάματα τον καυτερό ήλιο δίνοντας υπόσχεση στον εαυτό του για μια καλύτερη ζωή. «Ποτίζαμε ξυπόλυτοι τα βαμβάκια και χιλιάδες κουνούπια ήταν γύρω μας. Τις εικόνες αυτές δύσκολα τις ξεχνώ», εκμυστηρεύεται πολλά χρόνια μετά.
Διαθέτοντας την υποστήριξη της μητέρας του δίνει κρυφά από τον πατέρα του εξετάσεις στην Ιατρική Σχολή Θεσσαλονίκης και οποία έκπληξη, περνά – και μάλιστα με πολύ καλή σειρά. Πείθει τον κατά 16 χρόνια μεγαλύτερο ετεροθαλή αδελφό του να πουλήσουν το πατρικό τους σπίτι στη Σίνδο και με τα χρήματα που παίρνουν ανοίγουν το βιβλιοπωλείο «Ροτόντα» που εμπορεύεται κυρίως μεταχειρισμένα ιατρικά βιβλία, καθώς βρισκόταν ακριβώς απέναντι από την Ιατρική Σχολή.
Το πτυχίο που θα πάρει από αυτή το 1969 σαφώς και δεν του αρκεί. Διψασμένος για γνώση, επιχειρήσεις και επιτυχία, μεταβαίνει στο Λονδίνο προκειμένου να μετεκπαιδευτεί στη Βασιλική Ιατρική Σχολή του Λονδίνου και να πάρει ειδικότητα στην Εργαστηριακή Ενδοκρινολογία στο Hammersmith Hospital.
Παρά το γεγονός ότι δεν μιλάει ούτε λέξη αγγλικά έχει το τσαγανό και την εμμονή να πετύχει. Στην πρώτη συνάντηση με τον καθηγητή του εμφανίζεται έχοντας στο πλευρό του τη σύζυγό του Ανδρομάχη, απόφοιτο της Αγγλικής Φιλολογίας. Ο καθηγητής μένει άφωνος από τη διακαή επιθυμία του να γίνει δεκτός και του δίνει τη δυνατότητα να συμμετάσχει στις εξετάσεις. Αργότερα ο ίδιος εξομολογείται: «Οφειλα να διαβάζω ιατρικά βιβλία χωρίς να γνωρίζω αγγλικά. Είχα θέληση και πείσμα όμως – και τα κατάφερα. Με θυμάμαι να διαβάζω ατελείωτες ώρες. Για δύο σελίδες στα αγγλικά μπορεί να ήθελα και τρεις ώρες!».
Το Λονδίνο διαθέτει έναν κοσμοπολίτικο αέρα που του αρέσει. Φαντάζει, για το παιδί που ξεκίνησε από τη Σίνδο, ως η πόλη των μεγάλων ευκαιριών. Τα φέρνει δύσκολα βόλτα με τα οικονομικά -παρόλο που έχει πάρει υποτροφία-, αλλά βλέπει σιγά-σιγά κάποια όνειρά του να πραγματοποιούνται.
Οι καθηγητές του βλέπουν ένα μοναδικό ταλέντο στην έρευνα. Οι εργασίες του πάνω στον μεταβολισμό της βιταμίνης D του χαρίζουν προβάδισμα έναντι των συναδέλφων του. Το μεγάλο απωθημένο του άλλωστε είναι να πάρει το χρίσμα του πανεπιστημιακού. Το παιδί που κάποτε μάζευε μπαμπάκια στη Σίνδο ονειρεύεται να γίνει καθηγητής της Ιατρικής.
Στα οκτώ χρόνια που μένει στη Μεγάλη Βρετανία παίρνει τον τίτλο Master of Science στη Βιοχημεία και του Doctor of Philosophy στην Ενδοκρινολογία. Ομως η νοσταλγία για την πατρίδα και η εμμονή της συζύγου του τον αναγκάζουν να επιστρέψει στην Ελλάδα. Στην Ελλάδα της έλλειψης ιατρικών υποδομών. Το επιχειρηματικό DNA του τού δείχνει τον δρόμο. Το 1981 με μετοχικό κεφάλαιο μόλις 200.000 δραχμές ανοίγει τη «Βιοϊατρική» με σκοπό τη διενέργεια ορμονικών αναλύσεων.
Η επιτυχία δεν ήταν από την αρχή μια εύκολη υπόθεση. Παρά το επιχειρηματικό του δαιμόνιο και την καλή παροχή υπηρεσιών του εργαστηρίου, η Ελλάδα δεν ήταν έτοιμη να υποδεχτεί ένα τόσο φιλόδοξο εγχείρημα στον χώρο της υγείας. Χάρη στην εμμονή και το όραμά του, όμως, το εργαστήριό του (το οποίο επέκτεινε τις δραστηριότητές του στη Μικροβιολογία, στην Ακτινολογία και την Πυρηνική Φυσική) τυγχάνει ευρείας αποδοχής από τον κόσμο.
Σε αυτό συντελούν η ακρίβεια στα αποτελέσματα, η πιστοποίηση ISO και η συνεργασία με τη διάσημη Mayo Clinic. Aκόμη και η πολυεθνική Roche θεωρεί τη διαγνωστική κλινική του πρότυπο. Οταν η «Βιοϊατρική» συμπλήρωσε 28 χρόνια λειτουργίας, ο Ευάγγελος Σπανός απέδειξε ότι η επιτυχία είναι τελικά θέμα DNA, έστω κι αν οι γονείς του ασχολούνταν με τα αγροτικά.
Τότε τα εργαστήριά του εξυπηρετούσαν σε ετήσια βάση πάνω από δύο εκατομμύρια συμπολίτες μας, αριθμό διόλου ευκαταφρόνητο, με τη «Βιοϊατρική» να αριθμεί σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη 28 διαγνωστικά εργαστήρια με μερίδιο αγοράς που ξεπερνούσε το 30%.
Ο αυτοδημιούργητος επιχειρηματίας δεν επαναπαύτηκε ποτέ στις δόξες του. Την εποχή που πολλοί Ελληνες του επιχειρείν απολάμβαναν ένα ζηλευτό lifestyle, εκείνος παρέμενε αθόρυβος οραματιστής. Ενας άνθρωπος που έγραφε το δικό του εγχώριο success story.
Ενας τρυφερός πατέρας, σύζυγος και φίλος που δεν κόμπαζε ποτέ για όσα κατακτούσε. Μάλιστα φίλοι του τον θυμούνται ακόμη να μοιράζεται μαζί τους τις σκέψεις του: «Η επιτυχία είναι το αντάλλαγμα γι’ αυτούς που μοχθούν ενώ η ευτυχία γι’ αυτούς που προσφέρουν».
Το 2008 επιθυμεί να διαφημίσει την ελληνική διαγνωστική ιατρική στα πέρατα της οικουμένης. Τότε σκέφτεται την εξαγορά διαγνωστικών κέντρων στην Τουρκία και τη Ρουμανία, αλλά και τη δημιουργία ενός καινούριου εργαστηρίου στο Αμπού Ντάμπι.
Δυστυχώς για εκείνον, η κρίση τον πρόλαβε και οι τελικές συμφωνίες πήραν παράταση. Συνήθιζε πάντα να λέει ότι πολλές ελληνικές εταιρείες διαθέτουν ποιότητα – και επομένως μπορούν να αναπτυχθούν στη διεθνή αγορά.
Αγάπη για τη φύση, τα κρασιά και την οικογένεια
Διατηρούσε τους ίδιους φίλους εδώ και χρόνια. «Δεν χρειάζεται να διευρύνω τον κοινωνικό μου κύκλο», απαντούσε με νόημα σε όσους τον παρακινούσαν για περιττές κοσμικότητες. «Τους ανθρώπους που χρειάζομαι στη ζωή μου τους έχω».
Απολάμβανε την παρέα του Δάκη Ιωάννου ανταλλάσσοντας απόψεις για την τέχνη, του Βασίλη Καίσαρη, του Μπίλυ Δασκαλάκη, των Γιάννη και Βίκυς Φιλίππου, μελών της οικογένειας Πετράκη κ.ά. Κάθε Μεγάλο Σάββατο συνήθιζε να πραγματοποιεί μεγάλο γλέντι στο «Kaiki Beach Club» των Σπετσών, παρακινώντας τους καλεσμένους του για τραγούδι.
Τις περισσότερες φορές μάλιστα το γλέντι διέθετε και ζωντανή ορχήστρα. Αξέχαστη έχει μείνει η χρονιά όπου είχε προσκληθεί να τραγουδήσει ο δημοφιλής Πασχάλης.
Το ανοιχτό σπίτι του ήταν το σήμα κατατεθέν φιλοξενίας και κεφιού για όλους τους δικούς του ανθρώπους.
Εκεί πραγματοποιήθηκε η γαμήλια δεξίωση του γιου του Γιώργου, συνεχιστή των επιχειρηματικών του δραστηριοτήτων, με τη Νοτιοαμερικανίδα Αλίνι Κάλμον, αλλά και της κόρης του Ντίμης με τον Χρήστο Ιωάννου, απόφοιτο του ΜΙΤ, διάδοχο του πατέρα του στην εταιρεία J&P Αβαξ, ο οποίος όμως επιδίδεται και σε άλλες επενδυτικές δραστηριότητες.
Η φιλία του με τον Δάκη Ιωάννου συνέβαλε στη γνωριμία των παιδιών τους και τελικά στη σύναψη πιο στενών σχέσεων μεταξύ των δύο επιχειρηματικών οικογενειών. Ο Δάκης μάλιστα ήταν εκείνος που τον ξεσήκωνε κάθε Δεκαπενταύγουστο να απαρνηθεί τις Σπέτσες για την υπέροχη βίλα των Ιωάννου στην Κέρκυρα.
Ο Ευάγγελος Σπανός, λιτός και προσηνής, χαλάρωνε διαβάζοντας βιβλία ιστορικού περιεχομένου, ενώ ξεκουραζόταν κάνοντας αγροτικές εργασίες στο κτήμα του στις Σπέτσες. Στους φίλους του έλεγε: «Οταν δεν με βρίσκετε στο κινητό μην αναρωτιέστε πού είμαι και τι κάνω. Επιστρέφω στις παλιές μου ασχολίες. Επιβλέπω τα λαχανικά και τα φρούτα που έχουμε φυτέψει. Το σπίτι μου είναι αύταρκες. Εχουμε το δικό μας λάδι, φρούτα και λαχανικά. Οι δουλειές στο κτήμα με ξεκολλούν από τη ρουτίνα». Αγαπούσε τα καλά κρασιά, διέθετε και συλλογή μάλιστα, επισκεπτόταν το Λονδίνο τακτικά και όποτε ο χρόνος του το επέτρεπε αναδείκνυε τις ικανότητές του στην κουζίνα. Η γνώση της μαγειρικής προέκυψε από την ανάγκη του να περιποιείται τους φίλους του. «Το φαγητό για να είναι νόστιμο πρέπει να έχει ετοιμαστεί με αγάπη από δικούς σου ανθρώπους», συνήθιζε να λέει.
Η πιο ευχάριστη απασχόληση για εκείνον, ωστόσο, ήταν όταν κατάφερνε να αφήσει το στρατηγείο των επιχειρήσεών του και την οικία του στα βόρεια προάστια προκειμένου να βρεθεί για ψάρεμα στις Σπέτσες. Του άρεσε να χάνεται σε παραλίες και λιμανάκια ψαρεύοντας σπάρους και κατσούλες.
«Μαζί με τη γυναίκα μου πηγαίνουμε κοντά στο σπίτι μας και ψαρεύουμε. Ομολογώ ότι δεν υπάρχει πιο νόστιμος θαλασσινός μεζές από αυτόν, αρκεί να το τηγανίσεις με φρέσκο βούτυρο, συνδυάζοντάς το με ένα καλό λευκό κρασί, όπως το Puligny Montrachet».
Βιοϊατρική: Ενας κολοσσός από το μηδέν
Οταν το 1981 ο Ευάγγελος Σπανός αποφάσισε να εγκαταλείψει τα όνειρά του για μια ακαδημαϊκή καριέρα, και να δημιουργήσει με βοηθό τη σύζυγό του Ανδρομάχη, η οποία εκτελούσε χρέη αιμολήπτριας και τηλεφωνήτριας, και συνεταίρους την καθηγήτρια Ιατρικής Αντωνία Τριχοπούλου και τον Βρετανό μεταπτυχιακό καθηγητή του Μάκινταϊρ το μικρό ενδοκρινολογικό εργαστήριο στην οδό Μιχαλακοπούλου υπό τον τίτλο «Βιοϊατρική», η χώρα βρισκόταν στους ρυθμούς της «Αλλαγής» που ευαγγελιζόταν το ΠΑΣΟΚ.
Μια «Αλλαγή» που είχε στην ατζέντα της τη δωρεάν δημόσια υγεία, που λίγα χρόνια μετά μετουσιώθηκε από τον Γιώργο Γεννηματά στο Εθνικό Σύστημα Υγείας. Παρά το δυσχερές για την ιδιωτική πρωτοβουλία περιβάλλον, όμως, το μικρό ενδοκρινολογικό εργαστήριο γρήγορα απέκτησε καλή φήμη χάρη στις καινοτομίες που ο Σπανός καθιέρωσε, όπως την εισαγωγή ραδιοϊσότοπων στον προσδιορισμό των ορμονών και την εφαρμογή τεχνικών ποιοτικού ελέγχου.
Ετσι, από τα χτυποκάρδια των πρώτων μηνών λειτουργίας και τους ελάχιστους ασθενείς-πελάτες όπως συνήθιζε να εξιστορεί ο ίδιος, ξεκίνησε μια διαρκώς ανοδική πορεία, με αποτέλεσμα, σχεδόν τέσσερις δεκαετίες μετά, να δημιουργήσει έναν από τους μεγαλύτερους ομίλους παροχής υπηρεσιών υγείας στη χώρα, με 3.000 εργαζομένους περίπου και πάνω από 3 εκατομμύρια επισκέψεις τον χρόνο!
Ο μεγάλος σταθμός εξέλιξης της «Βιοϊατρικής» σημειώθηκε λίγα χρόνια μετά το 1986, όταν το μικρό ενδοκρινολογικό εργαστήριο εξελίχθηκε στο πρώτο πολυδύναμο διαγνωστικό κέντρο της χώρας με τη μορφή που περίπου ξέρουμε τώρα.
Ενα επιχειρηματικό βήμα που στην καλύτερη των περιπτώσεων φαινόταν να έχει αβέβαιο μέλλον, δεδομένου ότι το ΕΣΥ άλλαζε τον χάρτη της υγείας της χώρας. Μόνο που ο Σπανός κατάφερε να πετύχει κόντρα στις πιθανότητες, στρέφοντας κάθε χρόνο όλο και περισσότερο κόσμο που στοιβαζόταν έως τότε στις ουρές του ΙΚΑ ή στα νοσοκομεία σε μια πιο βολική και αξιόπιστη εναλλακτική, γεγονός που τον έχρισε αυτομάτως «πατέρα» μιας νέας αγοράς που ο ίδιος δημιούργησε, ανοίγοντας τον δρόμο και σε άλλους επιχειρηματίες να ακολουθήσουν.
Μια αγορά που σήμερα υπολογίζεται ότι τζιράρει περί τα 700 εκατ. ευρώ τον χρόνο και στην οποία η «Βιοϊατρική» αποτελεί leader.
Η καλή φήμη και τα αξιόπιστα εργαστηριακά αποτελέσματα έδωσαν μεγάλη ώθηση στο πολυδύναμο εργαστηριακό κέντρο της «Βιοϊατρικής», το οποίο ήδη στη δεκαετία του ’90 έφτασε στο όριο των δυνατοτήτων του λόγω της μεγάλης ζήτησης. Η αναγνώριση εξάλλου ήταν καθολική, ξεπερνώντας τα όρια της χώρας χάρη στη στρατηγική συνεργασία με τη Mayo Clinic και την ανάδειξή της ως Ευρωπαϊκού Κέντρου Αριστείας από τους επιχειρηματικούς κολοσσούς Roche και General Electric.
Ολα αυτά έκαναν τον Σπανό να οραματιστεί την επέκταση της εταιρείας με τη δημιουργία υποκαταστημάτων-εργαστηριακών κέντρων σε πολλές αστικές περιοχές ανά τη χώρα. Ωστόσο η απαγόρευση που τέθηκε εκ του νόμου για τέτοιες πράξεις από εργαστηριακά κέντρα ευνοώντας τις κλινικές έβαλε φρένο στα σχέδιά του.
Στις αρχές του 2001 η «Βιοϊατρική» πήρε τη μεγάλη απόφαση -αναγκαστικά, όπως έλεγε- να μπει και στη δευτεροβάθμια περίθαλψη, ξεκινώντας εξαγορές κλινικών. Η αρχή έγινε με την παλιά κλινική «Λαμπράκη» στον Πειραιά. Ενα deal στο οποίο συμμετείχε με ποσοστό 50% και η οικογένεια Δαυίδ, η οποία αργότερα αποχώρησε. Εως το 2006 ακολούθησαν η παλιά κλινική «Καλιαμπέτσου» στην Αθήνα και η κλινική «Γαληνού» στη Θεσσαλονίκη. Ολες πλέον με τον τίτλο «Βιοκλινική».
Ακόμα και έτσι, όμως, η δυναμική παρέμεινε μεγάλη, ξεκινώντας σχέδια για επέκταση στο εξωτερικό. Μόνο που η κρίση τα σταμάτησε. Αυτή είναι όμως που τελικά του έδωσε την ευκαιρία για την επέκταση εντός συνόρων, αφού με την πίεση της τρόικας αργότερα απελευθερώθηκε η αγορά των ιατρικών υπηρεσιών.
Αυτό αποτέλεσε και το βασικό κλειδί ώστε ο όμιλος «Βιοϊατρική» να πάει κόντρα στην κρίση με επενδύσεις δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ. Σήμερα έχει φτάσει να διαθέτει 47 αυτόνομα διαγνωστικά κέντρα σε Ελλάδα και Κύπρο, συνολικής έκτασης άνω των 44.700 τ.μ., τρεις κλινικές, ένα Κέντρο Διεθνών Ασθενών και 8 οδοντιατρικές μονάδες. Επίσης συνεργάζεται με περισσότερες από 400 ιδιωτικές εταιρείες, τις μεγαλύτερες ασφαλιστικές και όλα τα δημόσια ασφαλιστικά ταμεία.
Η διοίκηση του ομίλου δεν είναι εύκολη και ο Ευάγγελος Σπανός, με σιδηρά πειθαρχία, που του προσέδωσε και τον χαρακτηρισμό του «σκληρού επιχειρηματία και εργοδότη», έθεσε ακόμα πιο ψηλά τον πήχη.
Σύμφωνα με τις τελευταίες διαθέσιμες οικονομικές καταστάσεις, ο όμιλος «Βιοϊατρική» είχε το 2018 κύκλο εργασιών 125 εκατ. ευρώ και EBITDA 12,3 εκατ. ευρώ παρά τη μεγάλη πίεση από τα ποσά επιστροφής Clawback και Rebate προς τον ΕΟΠΥΥ. Πέρυσι (31.12.2018) έγινε και αναδιάρθρωση του τραπεζικού του δανεισμού, ύψους 57,1 εκατ. ευρώ, με εκταμίευση νέου ομολογιακού δανείου από την Alpha Bank.
Το 2013 η Ernst & Young απένειμε στον Βαγγέλη Σπανό το βραβείο του «Αυτοδημιούργητου Επιχειρηματία». Οταν πριν από λίγα χρόνια το fund CVC Capital του προσέφερε ένα πολύ μεγάλο ποσό για την εξαγορά του πλειοψηφικού ποσοστού της «Βιοϊατρικής», εκείνος το αρνήθηκε. Τη θεωρούσε δικό του έργο ζωής, το οποίο δεν θα εγκατέλειπε. Και όντως, στο πηδάλιο ήταν μέχρι την τελευταία στιγμή, με συμπαραστάτη πάντα τη σύζυγό του.
Τα τελευταία χρόνια ο γιος του Γιώργος, επίσης εξαίρετος επιστήμονας, μπήκε πιο ενεργά στα της διοίκησης, λαμβάνοντας τον ρόλο του αντιπροέδρου και διευθύνοντος συμβούλου. Πλέον όλη η ευθύνη είναι στα χέρια του.