Στην πιο κρίσιμη φάση εισέρχεται η χώρα αναφορικά με την πολυμέτωπη αντιμετώπιση του κορωνοϊού SARS-CοV-2. Τα πρώτα στοιχεία των ειδικών δείχνουν ότι μπορούν να ατενίζουν την καμπύλη που αποτυπώνει την πορεία της νόσου και των κρουσμάτων χωρίς αγωνία για την κορύφωση. Και αυτό διότι η πορεία της, σύμφωνα με τα μέχρι τώρα στοιχεία, τα οποία θα εκτιμηθούν συνολικά μετά τις 12 του μήνα (εβδομάδα του Πάσχα) όπου συμπληρώνονται 21 ημέρες από τη λήψη όλων των μέτρων ελέγχου του πληθυσμού, δεν διαγράφει άνοδο, ούτε κινείται σε ρυθμό κορύφωσης (peak) στην Ελλάδα.
Τα δεδομένα επιτρέπουν στους ειδικούς να αναμένουν μέσα στις επόμενες τέσσερις με έξι εβδομάδες μια ελαφρώς κυματοειδή καμπύλη, με εναλλαγή μικρής αύξησης – ελάττωσης κρουσμάτων, σε συνάρτηση με τα μέτρα που είχαν ή έχουν τεθεί σε ισχύ.
Αυτό βέβαια σε καμία περίπτωση δεν συσχετίζεται στην παρούσα φάση με έξοδο από το πλέγμα των μέτρων περιορισμού που έχουν ληφθεί (lockdown) για τον πληθυσμό. Αλλωστε το είπε καθαρά και στην ενημέρωση της περασμένης Πέμπτης ο εκπρόσωπος του υπουργείου Υγείας για τον κορωνοϊό, καθηγητής Παθολογίας – Λοιμωξιολογίας, Σωτήρης Τσιόδρας: «Μετρούμε καθημερινά απώλειες, σημαντικές, ιερές για τους οικείους των θανόντων, αλλά λίγες. Αυτό δεν συμβαίνει επειδή είμαστε τυχεροί. Είναι το αποτέλεσμα της εφαρμογής των μέτρων. Και θα χρειαστεί να εφαρμοστούν μερικές εβδομάδες ακόμη».
Με τα μέτρα λοιπόν να είναι σε ισχύ τουλάχιστον μέχρι το πρώτο δεκαπενθήμερο του Μαΐου, οι ειδικοί τώρα θα αρχίσουν, εκτός από το να παρακολουθούν την πορεία της πανδημίας, να προετοιμάζονται για την επόμενη φάση της, δηλαδή την επιστροφή, έστω και με βραδύ ρυθμό, στην κανονικότητα. Σύμφωνα μάλιστα με τον εκπρόσωπο της Ελλάδας στους διεθνείς οργανισμούς για τον κορωνοϊό, καθηγητή του LSE, Ηλία Μόσιαλο, είναι κρίσιμος ο σχεδιασμός αυτής της φάσης.
Αμφότεροι οι εκπρόσωποι, οι κύριοι Τσιόδρας και Μόσιαλος, συσχετίζουν την επιτυχή ολοκλήρωση αυτής της φάσης με διάφορες κρίσιμες παραμέτρους, όπως τον έγκαιρο επιστημονικό σχεδιασμό, το ανθρώπινο δυναμικό, την υλικοτεχνική υποδομή. Ιδίως σε ό,τι αφορά την τελευταία, και οι δύο επιστήμονες έχουν αναδείξει μείζον ζήτημα για την πλήρη άρση των μέτρων τη μαζική εξέταση του πληθυσμού για αντισώματα έναντι του κορωνοϊού SARS-CoV-2.
Στην περίπτωση αυτή θα γίνεται ο έλεγχος αντισωμάτων ή αντιγόνων στον πληθυσμό ώστε να αποκλειστεί ο εκ νέου κίνδυνος μετάδοσης του κορωνοϊού στον πληθυσμό και να διασφαλιστεί η κυκλοφορία των πολιτών χωρίς να εγκυμονεί κίνδυνος διασποράς του ιού.
Εκτός από τον έλεγχο αντισωμάτων -που εν πολλοίς βασίζεται και πάλι στη διαθεσιμότητα των σχετικών τεστ καθώς θα υπάρχει παγκοσμίως ζήτηση-, οι ειδικοί μελετούν την άρση των περιορισμών κατά περίπτωση ή και κατά περιοχές. Κάθε άρση μέτρου, άρα και κάθε μερική επιστροφή στην προηγούμενη, προ κορωνοϊού, κατάσταση, θα διαρκεί σημαντικό διάστημα ώστε να διασφαλίζεται ότι λειτουργεί και τι αποτέλεσμα έχει.
Μπορεί, π.χ., σε κάποιες περιοχές να λειτουργούν τα εμπορικά καταστήματα και σε κάποιες άλλες όχι ή μπορεί να εντείνονται ή να χαλαρώνουν οι κανόνες κυκλοφορίας και μετακίνησης των πολιτών. Σχεδόν βέβαιο, πάντως, θεωρείται ότι η σχολική χρονιά θα ολοκληρωθεί με τηλεκπαίδευση.
Η επιπεδοποίηση της καμπύλης
Η κυματοειδής πορεία της καμπύλης, ωστόσο, θα βρίσκεται στο μικροσκόπιο των επιστημόνων. Οταν μηδενιστούν τα κρούσματα, θα σταματήσει και η κυματοειδής πορεία της καμπύλης.
Στην Κίνα, η οποία αποτελεί πάντοτε σημείο αναφοράς για τους επιστήμονες, ιδίως σε ό,τι αφορά την εφαρμογή των μέτρων καθολικής απαγόρευσης κυκλοφορίας του πληθυσμού (lockdown), πέρασαν δύο μήνες από την ενεργοποίηση των μέτρων μέχρι να γίνει μηδενική η καταγραφή των κρουσμάτων και να «επιπεδοποιηθεί» η καμπύλη.
«Για να θεωρηθεί ότι έχει ελεγχθεί η επιδημία σε μια χώρα πρέπει είτε να είναι μηδενικός ο αριθμός των μεταδόσεων/κρουσμάτων, είτε να υπάρχει μικρός αριθμός κρουσμάτων που να μην αυξάνεται», λέει στο «ΘΕΜΑ» ο αναπληρωτής Καθηγητής Επιδημιολογίας – Προληπτικής Ιατρικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Δημήτρης Παρασκευής, εξηγώντας τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες η περίφημη καμπύλη σηματοδοτεί το τέλος της επιδημίας.
Ο ίδιος επισημαίνει την άμεση συσχέτιση των μέτρων που εφαρμόζονται με τον αριθμό των κρουσμάτων: «Η αποτελεσματικότητα των μέτρων αποτυπώνεται στον αριθμό των μεταδόσεων, στην ένταση και την ταχύτητα της εξάπλωσης του κορωνοϊού. Οσο περισσότερο εφαρμόζονται τα μέτρα, τόσο θα μειώνονται τα κρούσματα, τόσο θα φθίνει η κυκλοφορία του κορωνοϊού».
Η Ελλάδα άρχισε να ενεργοποιεί κλιμακωτά μια σειρά από μέτρα για να ελέγξει την κυκλοφορία του κορωνοϊού μέσω της μη κυκλοφορίας του πληθυσμού από τα μέσα Μαρτίου. Στις 11 του μήνα ανακοινώθηκε το κλείσιμο όλων των σχολικών και εκπαιδευτικών μονάδων, στις 14/3 η αναστολή λειτουργίας δεκάδων κλειστών και ανοιχτών δημόσιων και ιδιωτικών χώρων, ενώ στις 23/3 τέθηκαν περιορισμοί και στις μετακινήσεις των πολιτών, οι οποίοι, όπως όλα δείχνουν, θα γίνουν ακόμη πιο αυστηροί για να προληφθούν τυχόν έξοδοι και μετακινήσεις κατά τις ημέρες πριν και μετά το Πάσχα.
Ο Απρίλιος έχει αναχθεί εξαρχής σε κομβικό μήνα τόσο για την αδρή εικόνα της αποτελεσματικότητας των μέτρων -και συνεπώς και της πανδημίας- όσο και για την πρώτη εικόνα που θα σχηματιστεί για τη συμπεριφορά του νέου κορωνοϊού SARS -CoV-2 σε υψηλότερες θερμοκρασίες.
Ο πρώτος απολογισμός με απτά στοιχεία για την αποτελεσματικότητα των μέτρων θα γίνει μετά τις 12 Απριλίου. Οι ειδικοί μελετούν ουσιαστικά δύο σενάρια και τα δεδομένα που ανοίγονται με βάση αυτά: να καταγραφεί είτε τάση σταθεροποίησης, είτε τάση μείωσης των κρουσμάτων. Ανάλογα με το σενάριο που θα βρίσκεται σε εξέλιξη στην ελληνική πραγματικότητα, αναμένεται να κάνουν και τις σχετικές εισηγήσεις στην κυβέρνηση για τα μέτρα.
Σε κάθε περίπτωση, είναι βέβαιο ότι μελετάται προσεκτικά και για το διάστημα μετά τις 15 Μαΐου ο σχεδιασμός της άρσης, φυσικά βαθμηδόν, του πλέγματος μέτρων που έχουν εφαρμοστεί.
Ο πιο ασφαλής δείκτης για την εικόνα της διασποράς στην κοινότητα και της νόσησης του πληθυσμού θεωρείται ότι είναι ο αριθμός αυτών που νοσηλεύονται – αποτελούν περίπου το 15% όσων έχουν προσβληθεί.
Συνεπώς, η μείωση των νοσηλευομένων θα μεταφραστεί ως έλεγχος της εξάπλωσης της λοίμωξης που προκαλεί ο κορωνοϊός. Μέχρι προχθές ο αριθμός των νοσηλευομένων ήταν 277, ενώ οι ασθενείς στις 31/3 ήταν 300, συνεπώς φαίνεται να καταγράφεται μια μείωση στα σοβαρά περιστατικά λοίμωξης COVID-19 που χρειάζονται νοσηλεία. Ο αριθμός των εισαγωγών στα νοσοκομεία και την επόμενη εβδομάδα θα δώσει αδρή εικόνα για την κυκλοφορία του ιού.
Τα δύσκολα «μαθήματα» του Μαρτίου
Σε σχέση με την καθημερινή διαχείριση του νέου ιού και της λοίμωξης COVID-19 που προκαλεί, το ότι αποφεύχθηκαν η εκθετική αύξηση των κρουσμάτων και η κορύφωση αποτελεί μεγάλη νίκη. Και αυτό διότι τα κρούσματα «απλώνονται» μέσα στον χρόνο, κάτι που επιτρέπει στο σύστημα υγείας να είναι σε ετοιμότητα -και όχι υπό κατάρρευση-, ενώ παράλληλα κερδίζεται χρόνος μέχρι την ανάπτυξη εμβολίου και θεραπείας.
Το σύστημα δημόσιας υγείας ενισχύεται συνεχώς με προσωπικό, υλικό, υποδομές. Συνολικά έχουν δρομολογηθεί περισσότερες από 3.000 προσλήψεις, ενώ έχουν αναπτυχθεί νέες κλίνες Μονάδων Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ). Για την αποκλειστική νοσηλεία ασθενών με COVID-19 έχουν διατεθεί 247 κλίνες ΜΕΘ και περί τις 3.000 απλές κλίνες στο ΕΣΥ. Στη μάχη του συστήματος δημόσιας υγείας έχουν συστρατευτεί και ιδιωτικές μονάδες, με τον όμιλο Hellenic Healthcare Group (HHG) να πρωτοστατεί σε αυτό.
Ωστόσο, η επέλαση του κορωνοϊού SARS-CoV-2 επιβάλλει νέα οπτική, αλλά και νέα στρατηγική στη διαχείριση συμβάντων που πλήττουν δραστικά τη δημόσια υγεία. Μάλιστα στην προκειμένη περίπτωση, όπως έχουν υπογραμμίσει οι ειδικοί, υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι ο νέος κορωνοϊός θα προκαλεί επιδημικά κύματα τους ερχόμενους μήνες.
Το ενδεχόμενο μιας νέας επιδημίας του κορωνοϊού σε συνδυασμό με άλλη, εκ παραλλήλου, επιδημία, όπως εκείνη που μπορεί να προκαλέσει ο ιός του Δυτικού Νείλου τους θερινούς μήνες ή οι ιοί της γρίπης τον χειμώνα, προφανώς προβληματίζει πολύ τους επιστήμονες και τις υγειονομικές αρχές. Επίσης, μεγάλος είναι ο προβληματισμός για το πώς θα συμπεριφερθεί ο νέος κορωνοϊός το επόμενο διάστημα που θα αυξηθεί η θερμοκρασία λόγω εποχής.
«Ελπίζουμε ότι η μεταδοτικότητα του κορωνοϊού θα μειωθεί με την εποχικότητα. Εστω και λίγο να μειωθεί, είναι όφελος για τα συστήματα υγείας. Θα μας δώσει χρόνο να προετοιμαστούμε, να οργανώσουμε ακόμη περισσότερο τις δομές έχοντας και την εικόνα τού τι καταφέραμε το προηγούμενο διάστημα, δηλαδή αυτό που διανύουμε τώρα. Επιπλέον, είναι σημαντικό να μην έχουμε ταυτόχρονα και άλλες επιδημίες», υπογραμμίζει ο καθηγητής Υγιεινής και Επιδημιολογίας στο Τμήμα Ιατρικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Χρήστος Χατζηχριστοδούλου. Μια ενδεχόμενη διπλή μόλυνση από ιό του Δυτικού Νείλου ή γρίπη και COVID-19 είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσει δραματική αύξηση της διασποράς και της μόλυνσης. Κατά περίπτωση, ο εμβολιασμός -όπου είναι διαθέσιμος- και η προετοιμασία του συστήματος υγείας αποτελούν μονόδρομο.
Αστάθμητο παράγοντα αποτελούν επίσης για τους ειδικούς οι μη συμπτωματικοί ασθενείς. «Μέχρι πρότινος είχαμε αναγνωρίσει ως μη συμπτωματικούς ασθενείς κυρίως τα παιδιά. Τώρα ξεκαθαρίζει περισσότερο το τοπίο για τη μεταδοτικότητα. Eρευνες δείχνουν ότι ακόμη και το 50% των μεταδόσεων γίνονται από μη συμπτωματικούς ασθενείς. Χρειάζονται όμως περισσότερα στοιχεία γι’ αυτό, φαίνεται ότι είναι κρίσιμο μέγεθος η μετάδοση από ανθρώπους που δεν έχουν συμπτώματα», αναφέρει ο καθηγητής και καταλήγει περιγράφοντας το απευκταίο σενάριο, δηλαδή «να συνεχίσει ο ιός να κινείται χωρίς να τον εντοπίζουμε, να νομίζουμε ότι έχουμε ελέγξει τον μη ευάλωτο πληθυσμό και να έχουμε αίφνης πολλά ήπια κρούσματα που θα αποτυπωθούν στη νοσηρότητα σε ευπαθείς ομάδες και ηλικιωμένους».
Κορωνοϊος: Νέα φάρμακα και πειράματα για εμβόλια