Με αργά βήματα κινείται η Ελλάδα σε ό,τι αφορά τη φαρμακευτική καινοτομία και την κάλυψη των αναγκών των ασθενών. Παρότι επισήμως και αρμοδίως τονίζεται εμφατικά η ανάγκη να στηριχθεί περαιτέρω ο πυλώνας της φαρμακοβιομηχανίας και η παραγόμενη φαρμακευτική καινοτομία ως επένδυση στην υγεία και την οικονομία, η πραγματικότητα είναι διαφορετική και δύσκολη για τους ασθενείς.

Η πρόσβαση των Ελλήνων στις νέες θεραπείες γίνεται μετά πολλών εμποδίων και δυσχερών διαδικασιών, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για τους ίδιους τους ασθενείς, το σύστημα υγείας, την κοινωνία, την οικονομία.

Η Ένωση Ασθενών Ελλάδας, ο θεσμικός φορέας που εκπροσωπεί εκατοντάδες Ενώσεις ασθενών, διεκδικεί την πρόσβαση στις καινοτόμες θεραπείες τονίζοντας ότι «βελτιώνει την ποιότητα ζωής των ασθενών αλλά και ενισχύει το σύστημα υγείας, καθιστώντας το πιο δίκαιο και ανθεκτικό». Και επιμένει με σθεναρή φωνή να ζητά ως εταίρος της πολιτείας «ένα σταθερό και βιώσιμο σύστημα που θα εξασφαλίζει την απρόσκοπτη πρόσβαση όλων των πολιτών στις καινοτόμες θεραπείες, χωρίς διακρίσεις».

Τα διαθέσιμα στοιχεία μαρτυρούν την σκληρή διαδρομή την οποία καλούνται να διανύσουν οι ασθενείς με σοβαρές, χρόνιες παθήσεις στη χώρα μας, αναζητώντας κρίσιμα και πολύτιμα για την υγεία τους φάρμακα.

Το έλλειμμα φαρμακευτικής καινοτομίας

Πρόσφατες μελέτες της IQVIA, για το χρονικό διάστημα 2020 – 2023, μόνο 1 στα 5 νέα καινοτόμα φάρμακα που θα μπορούσαν να έχουν έρθει στην Ελλάδα, ήρθαν τελικά στη χώρα μας. Η συρρίκνωση της φαρμακευτικής καινοτομίας αποτυπώνεται και στα ευρήματα της μελέτης για την εκτίμηση του δείκτη WAIT (Waiting to Access Innovative Therapies), η οποία διενεργείται από την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Φαρμακευτικών Βιομηχανιών, EFPIA. Βάσει αυτής, από τα 167 νέα φάρμακα που διατέθηκαν στην Ευρώπη το διάστημα 2019- 2022, λιγότερα από τα μισά, μόλις 79 ήταν διαθέσιμα στη χώρα μας. Και από τα 79 μόνο τα μισά είναι σε ευρεία διάθεση στους ασθενείς.

Οι ασθενείς περιμένουν 587 ημέρες για να λάβουν μία νέα θεραπεία. Καταγράφεται καθυστέρηση στην εκάστοτε καινοτόμο θεραπευτική πρόσβαση κατά περίπου δύο μήνες σε σχέση με τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο χρόνο, διάστημα που όπως συμβαίνει σε όλα σχεδόν τα θέματα υγείας ισοδυναμεί με… αιώνα και μπορεί να κρίνει την έκβαση της κατάστασης των ασθενών. Επιπλέον, αναδεικνύονται δραματικές ανισότητες στην πρόσβαση που έχουν οι Έλληνες ασθενείς σε σύγκριση με τους Ευρωπαίους.

Η χώρα μας έχει εξελιχθεί σε παρατηρητή των άλλων χωρών που έχουν μεγαλύτερη ευκολία στην πρόσβαση, όπως για παράδειγμα η Γερμανία (88% των νέων φαρμάκων διαθέσιμα), Ιταλία (77%), Αυστρία (75%), Ελβετία (70%) και Δανία (65%), ενώ το ποσοστό στην Ελλάδα είναι 47%.

Πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, ως θετικό ότι η πρόσβαση στην Ελλάδα καταγράφεται σχετικά ικανοποιητική για τις θεραπείες κατά του καρκίνου (71%), αλλά υστερεί όσον αφορά στις θεραπείες για σπάνια νοσήματα (41%).

Οι επιπτώσεις στους ασθενείς

Tις πολυεπίπεδες επιπτώσεις που έχει η μετ’ εμποδίων πρόσβαση των Ελλήνων στα νέα φάρμακα παραθέτει η πρόεδρος της Ένωσης Ασθενών Ελλάδας, κυρία Βάσω Ραφαέλα Βακουφτσή.

«Η καθυστερημένη πρόσβαση σε νέες, καινοτόμες, αποτελεσματικές θεραπείες, έχει ως αποτέλεσμα την επιδείνωση της υγείας τους, την αύξηση των επιπλοκών και τις συχνότερες νοσηλείες. Επιπλέον, η ποιότητα ζωής μειώνεται, καθώς οι ασθενείς αντιμετωπίζουν περιορισμούς στην καθημερινότητά τους και επιβαρύνονται ψυχολογικά από την αβεβαιότητα. Ταυτόχρονα, αυξάνεται το οικονομικό βάρος για τους ίδιους και το σύστημα υγείας, ενώ εντείνονται οι κοινωνικές ανισότητες, καθώς ασθενείς άλλων χωρών επωφελούνται από θεραπείες που στην Ελλάδα δεν είναι διαθέσιμες» λέει στο protothema.gr η κυρία Βακουφτσή.

«Η έλλειψη καινοτόμων φαρμάκων είναι πολυδιάστατο ζήτημα που απαιτεί άμεση και συντονισμένη δράση για τη διασφάλιση της πρόσβασης των ασθενών. Η δίκαιη και ισότιμη πρόσβαση στη φαρμακευτική καινοτομία αποτελεί αδιαπραγμάτευτο δικαίωμα. Η αύξηση της δημόσιας χρηματοδότησης για το φάρμακο, τουλάχιστον στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, είναι απαραίτητη ώστε να ανταποκριθούμε στις ολοένα αυξανόμενες ανάγκες. Επιπλέον, χρειάζεται επιτάχυνση των διαδικασιών αποζημίωσης, ώστε οι νέες θεραπείες να φτάνουν γρήγορα στους ασθενείς που τις έχουν ανάγκη» υπογραμμίζει.

Η πρόσβαση στα φάρμακα μέσω παρακαμπτηρίων

Η μελέτη για την εκτίμηση του δείκτη WAIT κατέδειξε και έναν από τους σκοπέλους της πρόσβασης στην καινοτομία: τη διάθεσή τους μέσω… παρακαμπτήριων οδών του συστήματος υγείας. Γεγονός που μεταφράζεται σε δαιδαλώδεις διαδικασίες, περιορισμούς στην πρόσβαση από τους ασθενείς, ανεξέλεγκτες εισαγωγές, υπέρβαση στον προϋπολογισμό.

Έτσι, ενδεικτικά από τα 79 καινοτόμα φάρμακα, τα 40 διατέθηκαν μέσω του Συστήματος Ηλεκτρονικής Προέγκρισης (ΣΗΠ) και του Ινστιτούτου Τεχνολογικής Έρευνας και Τεχνολογίας (ΙΦΕΤ). Τα φάρμακα που εισάγονται μέσω ΙΦΕΤ δεν περνούν τη διαδικασία αξιολόγησης και διαπραγμάτευσης, όπως τα υπόλοιπα που έχουν άδεια κυκλοφορίας στην ελληνική αγορά. Αυτό εκτός από τους περιορισμούς και τις καθυστερήσεις στους ασθενείς, για το 2023 κόστισε επιπλέον 265 εκατ. ευρώ στην κάλυψη των αναγκών για το φάρμακο.

Η αναβάθμιση της ίδιας της διαδικασίας αξιολόγησης νέων φαρμάκων μέσω της υφιστάμενης Επιτροπής Αξιολόγησης Τεχνολογιών Υγείας (ΗΤΑ) αλλά και ο αναγκαίος μετασχηματισμός της Επιτροπής (σημειωτέον ότι είχε μεταβατικό, προσωρινό χαρακτήρα) σε Οργανισμό Αξιολόγησης Τεχνολογιών Υγείας θεωρούνται εκ των ων ουκ άνευ ενέργειες που θα επαναδρομολογήσουν την ένταξη των καινοτόμων θεραπειών στην Ελλάδα και θα θέσουν το σύγχρονο πλαίσιο που χρειάζεται η χώρα και οι ασθενείς.

Η πληγή της υποχρηματοδότησης

Η υποχρηματοδότηση της φαρμακευτικής δαπάνης – αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων- και οι καθυστερήσεις σε σημαντικά διαρθρωτικά μέτρα (εφαρμογή κλειδωμένων θεραπευτικών πρωτοκόλλων, ψηφιακός φάκελος ασθενούς, Μητρώα ασθενών, στρατηγική για την αύξηση της διείσδυσης των γενοσήμων ώστε να δημιουργηθεί χώρος για την εισαγωγή νέων θεραπειών, υιοθέτηση νέων μοντέλων αξιολόγησης και αποζημίωσης των νέων θεραπειών) στερούν τους ασθενείς από τα νέα φάρμακα.

Από την πλευρά της η ηγεσία του υπουργείου Υγείας τείνει μεν ευήκοον ους στα αιτήματα του φαρμακευτικού κλάδου, χωρίς ωστόσο να δεσμεύεται για την αύξηση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης (3,1 δις ευρώ ετησίως).

Το κενό της δημόσιας χρηματοδότησης στο φάρμακο, έναντι του μέσου όρου των χωρών της Νότιας Ευρώπης (Ισπανία, Πορτογαλία, Ιταλία, Γαλλία), ανέρχεται σε 1,5 δισ. ευρώ και επηρεάζει τόσο την πρόσβαση των ασθενών σε φάρμακα όσο και τη βιωσιμότητα των φαρμακευτικών εταιρειών. Η Πολιτεία οφείλει να θέσει την υγεία και το φάρμακο σε πραγματική προτεραιότητα.

Την ίδια στιγμή, δυσθεώρητα είναι τα ποσά που καταβάλλουν και οι πολίτες, εξαιτίας της κρατικής υποχρηματοδότησης. Σε 1,8 δις ευρώ ανέρχεται το ποσό που κατέβαλαν οι πολίτες (θεσμοθετημένη συμμετοχή, επιβάρυνση που προκύπτει από λιανική τιμή σε ασφαλιστική τιμή, Μη Συνταγογραφούμενα Φάρμακα, φάρμακα που ανήκουν στην αρνητική λίστα και φάρμακα που ο ασθενής επέλεξε να πληρώσει από την τσέπη του) για φαρμακευτική περίθαλψη το 2023 (έκθεση του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών, ΙΟΒΕ και του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας, ΣΦΕΕ).

Ειδήσεις σήμερα

Σπουδές ιατρικής για 120 νέους από όλο τον κόσμο στο ΕΚΠΑ – 3 φοιτητές μιλούν στο ygeiamou

ΥΓΕΙΑ: 20 χρόνια επιτυχημένης λειτουργίας για το Τμήμα Ακτινοχειρουργικής Εγκεφάλου γ-Knife