Την αντίδρασή της για την μη ένταξη των παιδιάτρων στην Ομάδα Εργασίας για την Ιλαρά που συγκρότησε το υπουργείο Υγείας και ο ΕΟΔΥ, διατυπώνει προς την ηγεσία του υπουργείου αλλά και του Οργανισμού η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ελευθεροεπαγγελματιών Παιδιάτρων, που εκπροσωπεί περίπου 3.500 ιδιώτες παιδιάτρους ανά την επικράτεια.
Η Ομάδα Εργασίας για τον σχεδιασμό της ενίσχυσης της εμβολιαστικής κάλυψης και της αντιμετώπιση πιθανών κρουσμάτων ιλαράς στον ανήλικο, αλλά και τον ενήλικο πληθυσμό συστάθηκε πρόσφατα υπό το βάρος των προειδοποιήσεων από το ΕCDC για την έξαρση της μεταδοτικής νόσου σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες και μετά τα έξι κρούσματα στην Κρήτη και το ένα στη Θεσσαλονίκη.
Με επιστολή τους προς όλους τους αρμόδιους, οι εκπρόσωποι των παιδιάτρων ζητούν εξηγήσεις για τον αποκλεισμό τους από την Ομάδα Εργασίας για την Ιλαρά, θέτοντας όμως εαυτούς στη διάθεση του υπουργείου και δηλώνοντας παρόντες και έτοιμοι να συμμετέχουν στην όποια συζήτηση για την εφαρμογή ενός μακρόπνοου προγράμματος αντιμετώπισης τέτοιων προβλημάτων.
«Είναι κοινά αποδεκτό ότι περισσότεροι από 3 στους 4 Έλληνες γονείς επιλέγουν τον ελευθεροεπαγγελματία παιδίατρο για την πρόληψη και την προαγωγή υγείας των παιδιών τους, συμπεριλαμβανομένου και του εμβολιασμού τους. Αντιλαμβάνεστε, λοιπόν, την έκπληξη και τον προβληματισμό που προκάλεσε σε εμάς, η επιλογή της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου και συγκεκριμένα της Αναπληρώτριας Υπουργού να μην μας συμπεριλάβει στην ομάδα εργασίας για τον σχεδιασμό της ενίσχυσης της εμβολιαστικής κάλυψης και της αντιμετώπιση πιθανών κρουσμάτων ιλαράς. Ιδιαίτερα, μάλιστα, από την στιγμή που ήδη από τις αρχές της πανδημίας του 2020 είχαμε επισημάνει την απώλεια χιλιάδων δόσεων εμβολίων βρεφών, παιδιών και εφήβων και είχαμε κρούσει, μαζί με την διεθνή παιδιατρική κοινότητα, το καμπανάκι της μείωσης της εμβολιαστικής κάλυψης και της επανεμφάνισης νόσων που προλαμβάνονται με τον εμβολιασμό», αναφέρει στην επιστολή της η Ομοσπονδία.
Τι προτείνουν οι παιδίατροι
Αντιλαμβανόμενοι το βάρος και την πίεση της τωρινής κατάστασης, οι εκπρόσωποι των παιδιάτρων προτείνουν στο υπουργείο Υγείας να τους δοθεί η δυνατότητα της ενημέρωσης και του εμβολιασμού και των ενηλίκων που μπαίνουν στα ιατρεία τους, συνοδεύοντας τα ανήλικα τέκνα τους.
«Το μεγαλύτερο πλεονέκτημα με τον τρόπο αυτό είναι ότι, έχοντας τους γονείς μπροστά μας, και να τους ενημερώσουμε μπορούμε και τα βιβλιάρια υγείας τους να ελέγξουμε και να τους πείσουμε (μας εμπιστεύονται) να εμβολιαστούν. Δυστυχώς, με ένα εξαιρετικά χαμηλό επίπεδο εμβολιασμού για τον ενήλικα πληθυσμό (κυρίως των ενισχυτικών δόσεων) και ενώ όλοι ισχυριζόμαστε την αξία των εμβολιασμών και θέλουμε την υψηλή εμβολιαστική κάλυψη, το αίτημά μας αυτό ποτέ δεν έγινε αποδεκτό μέχρι σήμερα από την ηγεσία του Υπουργείου Υγείας», υπενθυμίζουν.
Την ίδια στιγμή, επικρίνουν και στηλιτεύουν την πλήρη απουσία του κρατικού μηχανισμού από τον σχεδιασμό και την υλοποίηση προγραμμάτων για την εμβολιαστική κάλυψη της νόσου.
«Από την τελευταία επιδημία που είχαμε στην χώρα μας το 2017-2018 αλλά και που πιθανόν να αντιμετωπίζουμε κάθε 6-7 χρόνια, μέχρι και σήμερα, που απειλούμαστε ξανά, εκπονήθηκε και εφαρμόστηκε από το Υπουργείο Υγείας ή τον ΕΟΔΥ κάποιο μακροπρόθεσμο σχέδιο πρόληψης, κυρίως των επίνοσων αυτών παιδιών, και των ειδικών πληθυσμιακών ομάδων, που αναφέρει ο κ Πρόεδρος του ΕΟΔΥ;», διερωτώνται.
Επιβραβεύουν τους εμβολιασμούς σε καταυλισμούς Ρομά, αλλά θέτουν σοβαρά ερωτήματα. «Τα άλλα Ρομά παιδιά και αυτά που θα γεννηθούν, πως και ποιος θα τα εμβολιάσει; Τον κάθε επίνοσο πληθυσμό παιδιών που θα δημιουργείται, πως και ποιος θα τον εμβολιάσει; Πως ακριβώς και μέσα από ποιο πρόγραμμα εξασφαλίζεται η συνέχεια του εμβολιασμού για τους πληθυσμούς αυτούς, που ασφαλώς αυτό δεν αφορά μόνο την ιλαρά;», αναφέρουν στην επιστολή τους.
Εμβολιασμός από παιδιάτρους ή από δομές υγείας
Σύμφωνα με την Πανελλήνια Ομοσπονδία Ελευθεροεπαγγελματιών Παιδιάτρων, «οι αποτελεσματικότερες παρεμβάσεις ως προς την αύξηση της εμβολιαστικής κάλυψης του γενικού πληθυσμού ήταν αυτές που έγιναν από τους Παιδιάτρους, που ασχολούνται με τον παιδιατρικό εμβολιασμό και στόχευαν στο να ενημερώσουν και να αντικρούσουν τους δισταγμούς και τις φοβίες των γονέων σε σχέση με τα εμβόλια. Εξαιρετικά αποτελέσματα είχε επίσης η εκπαίδευση που παρείχαν οι παιδίατροι με εξειδίκευση στα εμβόλια, στο υπόλοιπο υγειονομικό προσωπικό, με στόχο να ενισχύσουν την αυτοπεποίθησή τους και να βελτιώσουν τις επικοινωνιακές τους δεξιότητες απέναντι στους σκεπτικιστές έναντι των εμβολίων».
Αντιθέτως, οι εμβολιαστικές εξορμήσεις από μη κυβερνητικές οργανώσεις, ειδικά σε πληθυσμούς με ιδιαίτερο κοινωνικοπολιτικό υπόβαθρο ή εναλλακτικό τρόπο ζωής, αν και αξιολογήθηκαν θετικά από το 60% των συμμετεχόντων, είχαν ιδιαίτερα υψηλό (40%) αρνητικό αντίκτυπο στην κοινότητα και ειδικότερα στους σκεπτικιστές. (ECDC, 2017).
«Σήμερα και μπροστά στην απειλή επανεμφάνισης νέων επιδημιών, τόσο ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας αλλά και οι υγειονομικές αρχές σε όλο των κόσμο, σχεδιάζουν την πρόληψη και την αντιμετώπιση της ιλαράς και των υπολοίπων μολυσματικών ασθενειών, έχοντας ως ακρογωνιαίο λίθο τους επαγγελματίες υγείας και δη τους Παιδιάτρους», καταλήγει η Ομοσπονδία και θέτει τα μέλη της στην ευχέρεια του Πρωθυπουργού.