Πώς ορίζεται το κόστος και πώς η αξία ενός καινοτόμου φαρμάκου για έναν ογκολογικό ασθενή; Τι σημαίνει αξία (ενός φαρμάκου) για τον ασθενή, το σύστημα υγείας, τη φαρμακευτική εταιρία; Πώς μετριέται η καινοτομία στον καρκίνο; Έχουν πρόσβαση οι Έλληνες ασθενείς στην ανοσοθεραπεία, δηλαδή την καινοτόμα θεραπεία για την αντιμετώπιση του καρκίνου που βασίζεται στο ανοσοποιητικό σύστημα του ίδιου του ασθενή; Ποιος είναι ο εξειδικευμένος γιατρός για τον ογκολογικό ασθενή; Ποιος έχει την ευθύνη για τη θεραπεία; Μπορεί η γραφειοκρατία να αποτελεί κριτήριο για την επιλογή μιας θεραπείας και να καθορίζει την έκβαση του ασθενούς; Γιατί τα ογκολογικά νοσοκομεία της χώρας μας δεν «επικοινωνούν» μεταξύ τους;
Τα ερωτήματα αυτά τέθηκαν, μεταξύ άλλων, στη διάρκεια ανοικτής συζήτησης με θέμα «Ανοσοθεραπεία και ΕΣΥ- Πρακτικά θέματα» που διοργανώθηκε πρόσφατα στο πλαίσιο επιστημονικής ημερίδας με τίτλο «ΕΣΥ against cancer», δηλαδή «το ΕΣΥ στη μάχη κατά του καρκίνου», με τη συμμετοχή καθηγητών Οικονομικών της Υγείας και ιατρών, κυρίως ογκολόγων, από νοσοκομεία του ΕΣΥ. Οι απαντήσεις δεν ήταν εύκολες στα περισσότερα από αυτά, παρότι οι συμμετέχοντες έχουν βαθιά γνώση και εμπειρία της μάχης με τον καρκίνο μέσα στο σύστημα δημόσιας υγείας της χώρας μας. Όλοι συμφώνησαν πως το πεδίο της θεραπείας του καρκίνου αλλάζει με δραστικό ρυθμό, λόγω της συνεχούς έρευνας και της επένδυσης σε νέα φάρμακα, αλλά εμφανίστηκαν και προβληματισμένοι για την πρόσβαση των Ελλήνων ασθενών σε αυτά. Η αγωνία για τα καινοτόμα φάρμακα βέβαια στην Ελλάδα συνυπάρχει με την αγωνία του ασθενή να προσανατολιστεί μέσα στο σύστημα υγείας – ένα σύστημα που μοιάζει να λειτουργεί έχοντας έναν από μηχανής Θεό μονίμως απο πάνω του…
Πάντως, σε αρκετές περιπτώσεις όπως προέκυψε από τα προβλήματα που καλούνται να διαχειριστούν εντός του συστήματος δημόσιας υγείας καρκινοπαθείς και επαγγελματίες υγείας για την Ανοσοθεραπεία και το ΕΣΥ, το πραγματικό ζήτημα δεν είναι τα πρακτικά θέματα που χρειάζονται επίλυση, αλλά ότι στην ουσία η Ανοσοθεραπεία και το ΕΣΥ μοιάζουν δύο κόσμοι ασύμβατοι…
Μια επανάσταση στη θεραπεία του καρκίνου
«Αυτά που έρχονται στην ογκολογία είναι προκλητικά, συναρπαστικά. Είναι ενδεικτικό πως υπάρχουν σήμερα περί τις 700 εταιρίες που επενδύουν στην έρευνα και πάνω από 1.400 υπό ανάπτυξη ογκολογικά φάρμακα, σε φάση 1 και 2 κλινικών μελετών, και για 3.000 διαφορετικές ενδείξεις. Αλλά έρχονται σε ένα αβέβαιο περιβάλλον, ιδίως στη χώρα μας. Είναι θεραπείες με επίπτωση στους προϋπολογισμούς για την υγεία, με οργανωτικά ζητήματα, πχ για την αξιολόγηση των φαρμάκων ή για την πρόσβαση των ασθενών σε αυτά. Αυτό που πάντοτε τίθεται ως ερώτημα είναι αν μπορεί κι αν αξίζει να τα αγοράσει αυτά τα νέα φάρμακα το κάθε σύστημα υγείας. Στην Ελλάδα πρέπει να δούμε την πρόσβαση στα καινοτόμα φάρμακα αλλά και την υποχρηματοδότηση του συστήματος» ανέφερε ο κ. Αθανάσιος Βοζίκης, καθηγητής Οικονομικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Πειραιά, στην ομιλία του «Η αξία της καινοτομίας: η περίπτωση της ανοσοογκολογίας».
Ο ίδιος επισήμανε πως τα τελευταία 20 χρόνια έχουν αλλάξει πολλά, με την ανοσοογκολογία να γίνεται θεραπεία πρώτης γραμμής σε πολλές περιπτώσεις καρκίνου, Μάλιστα, τόνισε πως το 2018 διατέθηκαν πολλά καινοτόμα ογκολογικά φάρμακα τα οποία χρειάστηκαν τουλάχιστον 10 χρόνια για να φθάσουν από τα εργαστήρια στους ασθενείς,
Στην Ελλάδα, ωστόσο, η κατάσταση είναι πιο σύνθετη. Η χώρα μας απέκτησε μηχανισμό αξιολόγησης φαρμακευτικής καινοτομίας μόλις το περασμένο έτος -κατόπιν μνημονιακών δεσμεύσεων- αλλά ουσιαστικά αξιολόγηση δεν έχει γίνει ακόμη, ούτε για καινοτόμα φάρμακα που ήδη κυκλοφορούν ούτε για όσα αναμένεται να κυκλοφορήσουν.
«Στην Ελλάδα στοχοποιήθηκε ο χώρος του φαρμάκου, κι έγιναν παρεμβάσεις μη στοχευμένες, μόνο για οριζόντια περικοπή της δαπάνης. Η Επιτροπή για την Αξιολόγηση έγινε αντί του οργανισμού για την αξιολόγηση. Αλλά και με την Επιτροπή δεν έχει ολοκληρωθεί καμία αξιολόγηση. Περιμένουμε να δούμε με αγωνία πως θα ολοκληρωθεί αυτή η διαδικασία. Μου φαίνεται, ωστόσο, ανοργάνωτη. Ο ένας χρόνος ζωής της δείχνει πως δεν έχει καμία άλλη στοχοθεσία, εκτός από το να παζαρεύει την τιμή του φαρμάκου στην Επιτροπή διαπραγμάτευσης. Μήπως όμως οι αρμόδιοι πρέπει να προβληματιστούν και να βρουν τρόπους να υπάρχει πρόσβαση στα καινοτόμα φάρμακα, αντί να παζαρεύουν συνεχώς την τιμή τους και να καθυστερούν την εισαγωγή τους;» έθεσε το ερώτημα ο κ. Βοζίκης. Βεβαίως, ο ίδιος σημείωσε πως μόνο σε 9 χώρες της Ευρώπης οι ασθενείς έχουν πρόσβαση σε πάνω από τα μισά ογκολογικά φάρμακα που κυκλοφόρησαν πρόσφατα.
Η απογοητευτική νοσοκομειακή πραγματικότητα
Τη νοσοκομειακή πραγματικότητα όπως τη βιώνει στο Ογκολογικό νοσοκομείο «Άγιοι Ανάργυροι» μετέφερε ο παθολόγος-ογκολόγος, Διευθυντής της Β Παθολογικής κλινικής, κ. Γεράσιμος Αραβαντινός. «Υπάρχει κάτι σημαντικό για μας τους ογκολόγους, η έκβαση της ασθένειας. Είναι αυτονόητο πως ζητούμενο είναι να πάνε καλά οι ασθενείς. Η αντιμετώπιση από ειδικό σημαίνει πως ο ογκολογικός ασθενής θα μπορέσει να λάβει τη σωστή θεραπεία τη σωστή στιγμή. Στην Ελλάδα αυτό δεν γίνεται. Κανείς δεν είναι σίγουρος για τη διαδρομή που ξεκινά με αυτήν την ασθένεια. Το ταξίδι του ασθενή δεν γίνεται ορθολογικά. Δεν τηρούνται τα θεραπευτικά πρωτόκολλα, δεν έχουν αναπτυχθεί τα θεραπευτικά πρωτόκολλα στον βαθμό που θα έπρεπε. Δεν είναι σαφές ποιος ορίζει τη θεραπεία. Σήμερα όλοι οι ειδικευμένοι γιατροί θέτουν διάγνωση και θεραπεία, και όλοι μπορούν να βάζουν τις νέες θεραπείες, επίσημη εκπαίδευση για τα ογκολογικά φάρμακα δεν υπάρχει» ανέφερε ο κ. Αραβαντινός.
Από την πλευρά του, ο συντονιστής διευθυντής στο ίδιο ογκολογικό νοσοκομείο, κ. Επαμεινώνδας Σαμαντάς, έδωσε μια άλλη διάσταση του ρόλου του ογκολόγου, πέραν εκείνης της επιστημονικής και της αμιγώς θεραπευτικής. «Οι γιατροί αναγκάζονται πολλές φορές να επιλέγουν φάρμακα όχι με κριτήριο τη θεραπευτική αξία και το αν είναι κατάλληλο για τον ασθενή, αλλά με κριτήριο τη λιγότερη γραφειοκρατία μέσα στον ΕΟΠΥΥ και γενικά στο σύστημα υγείας. Στα τρία ογκολογικά νοσοκομεία του ΕΣΥ οι γιατροί γίνονται και γραμματείς, ξοδεύουν τεράστιο χρόνο της μέρας τους για να δίνουν λύσεις σε τέτοια προβλήματα. Υπάρχουν μεγάλα προβλήματα με τις διοικήσεις» είπε ο γιατρός, ενώ «απέρριψε» το σύστημα ηλεκτρονικής προέγκρισης που εφαρμόζει ο ΕΟΠΥΥ όπως λειτουργεί σήμερα, διότι «ο μόνος λόγος που υπάρχει είναι για να καθυστερούν τις αποζημιώσεις».
Φαρμακοποιοί των ογκολογικών νοσοκομείων επισήμαναν πως στην καθημερινότητα αυτό που εισπράττουν από τον ΕΟΠΥΥ είναι πως όσα φάρμακα «περνάνε» μέσα από το σύστημα ηλεκτρονικής προέγκρισης, καθυστερούν. Και στην περίπτωση του καρκίνου ο χρόνος που κερδίζεται, είναι πολύτιμος. Έτσι, άτυπα γίνεται μονόδρομος για τους γιατρούς να επιλέγουν χημειοθεραπείες και όχι ανοσοθεραπείες, μόνο και μόνο για να κερδηθεί χρόνος στην πρόσβαση στη θεραπεία, ανεξάρτητα από τα στοχευμένα και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της. Παραδέχθηκαν επίσης οι φαρμακοποιοί πως σε πολλές περιπτώσεις υποχρεούνται να ελέγχουν τις θεραπείες που συνταγογραφούν οι γιατροί για τους οικολογικούς ασθενείς, καθώς υπάρχει μια γενικότερη δυσπιστία στην «ατμόσφαιρα» αν οι γιατροί συνταγογραφούν με βάση τις ακριβείς και εγκεκριμένες ενδείξεις του φαρμάκου για την κάθε μορφή της νόσου.
Γιατροί και από τα τρία νοσοκομεία συμφώνησαν πως κανένα μέτρο διαρθρωτικό για τον έλεγχο της δαπάνης, κανένα θεραπευτικό πρωτόκολλο και κανένας ελεγκτικός μηχανισμός που να εξυπηρετεί τον γιατρό ή τον άρρωστο, δεν εφαρμόζεται. «Το ότι υπάρχουν τόσοι ιατρικοί φάκελοι όσοι και οι επισκέψεις των ασθενών στα ογκολογικά νοσοκομεία δείχνει το μέγεθος του προβλήματος» σημειώθηκε χαρακτηριστικά από γιατρούς των τριών ογκολογικών νοσοκομείων της Αττικής, Άγιοι Ανάργυροι, Άγιος Σάββας, Μεταξά.
Επιμένοντας στο θέμα της αξίας της φαρμακευτικής καινοτομίας, ο κ. Βοζίκης ανέφερε πως το 2020 το κόστος της ανοσοθεραπείας για τον καρκίνο μπορεί να φτάσει στο 5 % της συνολικής δαπάνης των ογκολογικών φαρμάκων. Ωστόσο, αυτό μόνο καινούργια ερωτήματα και προβληματισμούς φαίνεται πως γεννά. «Έχουμε καλύτερα και ακριβότερα φάρμακα, όμως πλέον το θέμα είναι πόσο καλύτερο είναι κάθε φάρμακο σε σχέση με την τιμή του. Το ποιο είναι το όριο του κοινωνικά αποδεκτού ύψους δαπάνης είναι επίσης μεγάλο θέμα. Κάθε χώρα έχει το δικό της, ανάλογα με το δικό της σύστημα υγείας. Για την ογκολογία υπάρχει μια ανοχή σε αυτό το όριο, προφανώς γιατί όλοι αντιλαμβάνονται την επιθετικότητα της νόσου» παρατήρησε ο κ. Βοζίκης.
Αναφορικά με το ζήτημα της αξίας της ανοσοθεραπείας και κάθε καινοτόμου ογκολογικής θεραπείας, η γενική διευθύντρια της εταιρίας Bristol Myers Squibb Ελλάδος – η οποία διοργάνωσε την επιστημονική εκδήλωση- κυρία Ελισάβετ Προδρόμου επισήμανε πως «η τιμή δεν καθορίζει και την αξία του φαρμάκου. Σε πολλά κράτη υπάρχουν τρόποι αξιολόγησης, υπάρχουν τρόποι διαπραγμάτευσης, αλλά δυστυχώς σε αυτό το πεδίο η χώρα μας είναι στο μηδέν. Παράλληλα οι γιατροί περιγράφουν κακό συγχρονισμό και απουσία κάθε εργαλείου για τον έλεγχο της νόσου, της πορείας του ασθενή, της δαπάνης. Αντιθέτως βρίσκονται συνεχώς αντιμέτωποι με προβλήματα γραφειοκρατίας, όπως το σύστημα προέγκρισης ακριβών φαρμάκων. Η απλή συνταγή είναι να αυξηθεί η διείσδυση των γενοσήμων ώστε να εξοικονομηθούν χρήματα για την καινοτομία, αυτό πρέπει να γίνει μονόδρομος» κατέληξε.