«Η κατάσταση τελεί υπό επιτήρηση» επισημαίνει ο ΕΟΔΥ σε ανακοίνωση που εξέδωσε για την έξαρση των κρουσμάτων στην Κίνα, λόγω της χαλάρωσης των μέτρων της στρατηγικής μηδενικής εξάπλωσης, που έχει προκαλέσει ανησυχία, λόγω και της ταυτόχρονης άρσης των ταξιδιωτικών περιορισμών, που τίθενται σε ισχύ.
«Στην Ευρώπη, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις αναφορικά με την COVID-19 στην Κίνα και τις πιθανές επιπτώσεις για την ΕΕ, λόγω των μετακινήσεων ταξιδιωτών από την Κίνα προς τα κράτη μέλη της ΕΕ, όταν τεθούν σε ισχύ οι νέες ταξιδιωτικές ρυθμίσεις στις αρχές Ιανουαρίου» αναφέρει ο ΕΟΔΥ σε ανακοίνωσή του.
Ο ΕΟΔΥ και οι αρμόδιες υπηρεσίες «παρακολουθούν με ενδιαφέρον και επιφυλακτικότητα τις μεμονωμένες συστάσεις κρατών μελών της ΕΕ, με δεδομένο ότι δεν υπάρχει επιστημονική τεκμηρίωση για διαφαινόμενη απειλή και η κινητικότητα από την Κίνα προς τη χώρα μας είναι μικρή και δεν υπάρχει απευθείας αεροπορική σύνδεση».
Παρότι υπάρχει ζήτημα με την αξιοπιστία των επιδημιολογικών δεδομένων για την Κίνα, ο ΕΟΔΥ υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει ιδιαίτερη ανησυχία, καθώς προς το παρόν «δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι έχει αναδυθεί μια νέα παραλλαγή με διαφορετικές ιδιότητες και δυνατότητα να προκαλέσει εκτεταμένη διασπορά».
«Η χώρα μας έχει εναρμονιστεί με την μη επιβολή περιοριστικών μέτρων για τις διεθνείς μετακινήσεις, σύμφωνα με τις συστάσεις των διεθνών οργανισμών και της ΕΕ και τελεί σε εγρήγορση για την εξέλιξη της πανδημίας και την προάσπιση της δημόσιας υγείας», καταλήγει η ανακοίνωση.
Αναλυτικά η ανακοίνωση του ΕΟΔΥ
Το πρόσφατο διάστημα παρατηρήθηκε έξαρση κρουσμάτων κορωνοϊού στην περιοχή της Κίνας που έχει προκαλέσει εγρήγορση στους οργανισμούς δημόσιας υγείας για τις πιθανές εξελίξεις στην πανδημία παγκοσμίως. Η έξαρση αυτή παρατηρήθηκε λόγω της χαλάρωσης των μέτρων της στρατηγικής μηδενικής εξάπλωσης (zero-covid) στην Κίνα και προκάλεσε ανησυχία λόγω της ταυτόχρονης άρσης των ταξιδιωτικών περιορισμών που μπαίνουν σε ισχύ στην Κίνα από τις αρχές του προσεχούς έτους. Θα πρέπει να τονίσουμε ότι στην Ευρώπη, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις αναφορικά με την COVID-19 στην Κίνα και τις πιθανές επιπτώσεις για την ΕΕ, λόγω των μετακινήσεων ταξιδιωτών από την Κίνα προς τα κράτη μέλη της ΕΕ, όταν τεθούν σε ισχύ οι νέες ταξιδιωτικές ρυθμίσεις στις αρχές Ιανουαρίου.
Η κατάσταση τελεί υπό επιτήρηση και ο ΕΟΔΥ μαζί με τις αρμόδιες υπηρεσίες στη χώρα μας παρακολουθούν με ενδιαφέρον και επιφυλακτικότητα τις μεμονωμένες συστάσεις κρατών μελών της ΕΕ, με δεδομένο ότι δεν υπάρχει επιστημονική τεκμηρίωση για διαφαινόμενη απειλή και η κινητικότητα από την Κίνα προς τη χώρα μας είναι μικρή και δεν υπάρχει απευθείας αεροπορική σύνδεση. Προς το παρόν, παρότι τα αξιόπιστα επιδημιολογικά δεδομένα για την Κίνα σπανίζουν, οι ειδικοί τονίζουν ότι δεν υπάρχει ιδιαίτερη ανησυχία δεδομένου ότι προς το παρόν δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι έχει αναδυθεί μια νέα παραλλαγή με διαφορετικές ιδιότητες και δυνατότητα να προκαλέσει εκτεταμένη διασπορά.
Η χώρα μας έχει εναρμονιστεί με την μη επιβολή περιοριστικών μέτρων για τις διεθνείς μετακινήσεις, σύμφωνα με τις συστάσεις των διεθνών οργανισμών και της ΕΕ και τελεί σε εγρήγορση για την εξέλιξη της πανδημίας και την προάσπιση της δημόσιας υγείας.
Παγκόσμιος συναγερμός λόγω Κίνας
Την ίδια ώρα, η έξαρση των κρουσμάτων στην Κίνα έχει προκαλέσει πονοκέφαλο στις υγειονομικές αρχές. Η Γαλλία και η Βρετανία ακολούθησαν το παράδειγμα αυξανόμενου αριθμού χωρών χθες Παρασκευή αξιώνοντας από τους ταξιδιώτες από την Κίνα να επιδεικνύουν αρνητικό τεστ covid, μετά την άρση από το Πεκίνο των υγειονομικών περιορισμών και την έξαρση των κρουσμάτων στη χώρα, ένα μέτρο το οποίο ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας χαρακτήρισε «κατανοητό».
Την Πέμπτη το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Ασθενειών (ECDC) έκρινε «αδικαιολόγητη» την υποχρεωτική εξέταση για covid-19 των επιβατών που αφίκνυνται από την Κίνα, καθώς οι κάτοικοι της ΕΕ έχουν «σχετικά υψηλά επίπεδα ανοσοποίησης και εμβολιασμού» και «οι παραλλαγές που κυκλοφορούν στην Κίνα, κυκλοφορούν ήδη στην ΕΕ». Παρ’ όλα αυτά κάποιες χώρες αποφάσισαν να λάβουν μέτρα.
Τρία χρόνια μετά τον εντοπισμό των πρώτων κρουσμάτων του νέου κορωνοϊού στην πόλη Ουχάν της Κίνας, οι αρχές κατήργησαν στις 7 Δεκεμβρίου την δρακόντεια πολιτική «μηδενικής covid». Χάρη σε αυτή ο πληθυσμός της Κίνας είχε προστατευθεί σε μεγάλο βαθμό από την επιδημία, χάρη στα μαζικά διαγνωστικά τεστ, την αυστηρή παρακολούθηση των μετακινήσεων, αλλά και με την επιβολή lockdown σε ολόκληρες περιοχές μετά τον εντοπισμό λίγων κρουσμάτων και την απομόνωση σε ειδικά κέντρα καραντίνας όσων βρίσκονταν θετικοί στην covid.
Τα ακραία αυτά μέτρα, που απομόνωσαν σε μεγάλο βαθμό την Κίνα από τον υπόλοιπο κόσμο, επέφεραν ισχυρό πλήγμα στην οικονομία της χώρας, ενώ τον Νοέμβριο ξέσπασαν διαδηλώσεις κατά των υγειονομικών περιορισμών.
Μετά την άρση των μέτρων τα κινεζικά νοσοκομεία γέμισαν από ασθενείς, κυρίως ηλικιωμένους και ευάλωτους πολίτες, πολύ λίγοι από τους οποίους έχουν εμβολιαστεί κατά της covid, ενώ πολλά φαρμακεία αντιμετωπίζουν ελλείψεις σε αντιπυρετικά.
Συνάντηση ΠΟΥ / Κίνας
Παρά την έξαρση των κρουσμάτων οι κινεζικές αρχές αποφάσισαν να άρουν από τις 8 Ιανουαρίου την υποχρεωτική καραντίνα για τους ταξιδιώτες που φτάνουν στη χώρα και να επιτρέψουν στους Κινέζους να ταξιδέψουν στο εξωτερικό, για πρώτη φορά έπειτα από τρία χρόνια.
Για προληπτικούς λόγους οι ΗΠΑ και αρκετές άλλες χώρες – ανάμεσά τους η Ιταλία, η Ιαπωνία και το Ισραήλ—ανακοίνωσαν ότι θα ζητούν αρνητικό τεστ covid από τους ταξιδιώτες με προέλευση την Κίνα. Η Νότια Κορέα έλαβε χθες Παρασκευή αντίστοιχη απόφαση, η οποία θα παραμείνει σε ισχύ ως τον Φεβρουάριο του 2023.
Στη συνέχεια Γαλλία και Βρετανία ανακοίνωσαν ότι θα απαιτούν από τους ταξιδιώτες που προέρχονται από την Κίνα να επιδεικνύουν πριν την αναχώρησή τους αρνητικό τεστ 48 ωρών. Το μέτρο θα τεθεί σε εφαρμογή από τις 5 Ιανουαρίου στη Βρετανία, ενώ από τις πρώτες ημέρες του Ιανουαρίου στη Γαλλία.
Η Ισπανία ζητεί «αρνητικό τεστ» ή «πιστοποιητικό πλήρους εμβολιασμού» από τους ταξιδιώτες που φτάνουν στη χώρα από την Κίνα.
Από την πλευρά της η Γερμανία εισηγήθηκε να δημιουργηθεί ένα «παρατηρητήριο» παραλλαγών της covid στα ευρωπαϊκά αεροδρόμια, χωρίς να επιβάλει τεστ στους ταξιδιώτες από την Κίνα. Η Ελβετία επεσήμανε χθες ότι δεν προβλέπει να ενισχύσει τον έλεγχο των επιβατών από την Κίνα.
Τα προληπτικά μέτρα που έλαβαν πολλές χώρες είναι «κατανοητά» λόγω της έλλειψης πληροφόρησης από το Πεκίνο, εκτίμησε ο επικεφαλής του ΠΟΥ Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεγεσούς.
«Απουσία ολοκληρωμένων πληροφοριών από την Κίνα είναι κατανοητές ότι χώρες λαμβάνουν μέτρα τα οποία εκτιμούν ότι θα προστατεύσουν τον πληθυσμό τους», σημείωσε.
Το Πεκίνο απάντησε ότι τα στοιχεία που ανακοινώνει για την εξάπλωση της covid ήταν πάντα διαφανή.
«Από την εμφάνιση της επιδημίας η Κίνα μοιράζεται αξιόπιστα δεδομένα με τη διεθνή κοινότητα, περιλαμβανομένου του ΠΟΥ, με ανοικτό και διαφανή τρόπο», διαβεβαίωσε ο Ουάνγκ Ουενμπίν εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών.
Για χθες Παρασκευή το Κινεζικό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών ανακοίνωσε 5.515 νέα κρούσματα covid και έναν θάνατο. Οι αριθμοί αυτοί όμως δεν φαίνεται να συνάδουν με την πραγματικότητα, ενώ πλέον δεν είναι υποχρεωτικά τα διαγνωστικά τεστ.
Κατά τη συνάντηση που είχαν στελέχη του ΠΟΥ χθες το βράδυ με Κινέζους αξιωματούχους ο υγειονομικός οργανισμός του ΟΗΕ ζήτησε από το Πεκίνο να μοιράζεται δεδομένα για την πανδημία σε πραγματικό χρόνο.
«Ο ΠΟΥ ζήτησε εκ νέου (η Κίνα) να μοιράζεται τακτικά συγκεκριμένα δεδομένα σε πραγματικό χρόνο για την επιδημιολογική κατάσταση, ειδικά δεδομένα για την αλληλούχηση του γονιδιώματος και τον αντίκτυπο της ασθένειας, συμπεριλαμβανομένων των εισαγωγών στα νοσοκομεία, των εισαγωγών σε μονάδες εντατικής θεραπείας και των θανάτων», ανέφερε σε ανακοίνωσή του.
Ζήτησε επίσης δεδομένα για τους εμβολιασμούς που έχουν γίνει και την πρόοδο της εμβολιαστικής εκστρατείας, ιδίως στις τάξεις των ευάλωτων πολιτών και των άνω των 60 ετών.
Η Κίνα διατηρεί σε μεγάλο βαθμό κλειστά τα σύνορά της στους ξένους πολίτες από το 2020. Οι αρχές δεν δίνουν τουριστικές βίζες εδώ και σχεδόν τρία χρόνια και επιβάλλουν στους ταξιδιώτες υποχρεωτική καραντίνα με την άφιξή τους. Το μέτρο καταργείται από τις 8 Ιανουαρίου αλλά το αρνητικό τεστ 48 ωρών θα παραμείνει υποχρεωτικό.