Σε νέα φάση εισέρχεται το εμβολιαστικό πρόγραμμα για τον κορωνοϊό στη χώρα μας μετά τη χθεσινή ισχυρή σύσταση της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών για επιπλέον θωράκιση και με τέταρτη δόση εμβολίου – ή δεύτερη αναμνηστική – του πληθυσμού ηλικίας άνω των 60 χρόνων.
Περίπου 1,3 εκατομμύρια πολίτες, από τους συνολικά 3,1 εκατομμύρια πολίτες της συγκεκριμένης ηλικιακής ομάδας, είναι οι άμεσα δικαιούχοι που μπορούν να λάβουν την τέταρτη δόση έναντι της λοίμωξης covid-19. Πρόκειται για όσους έχουν εμβολιαστεί πλήρως, δηλαδή με τις δύο δόσεις εμβολίου mRNA και έχει παρέλθει διάστημα τουλάχιστον τεσσάρων μηνών από την πρώτη αναμνηστική τους δόση. Όσοι νόσησαν μετά τη χορήγηση της πρώτης αναμνηστικής δόσης, δηλαδή της τρίτης δόσης όπως είχε γίνει γνωστή, δεν χρειάζεται να λάβουν τη δεύτερη αναμνηστική δόση.
Από αύριο η πλατφόρμα θα ανοίξει για τον προγραμματισμό ραντεβού για περίπου 400.000 πολίτες ηλικίας άνω των 80 χρόνων, σύμφωνα με την ηλικιακή προτεραιοποίηση που είχε ακολουθηθεί και στην πρώτη φάση του εμβολιασμού των ηλικιωμένων. Την επόμενη εβδομάδα πρόσβαση στα ραντεβού θα έχουν οι πολίτες ηλικίας 70 έως 79 χρόνων και στη συνέχεια όσοι είναι ηλικίας 60 έως 69 χρόνων.
Η μείωση της προστασίας του εμβολιασμού στους ηλικιωμένους
Το σκεπτικό της Επιτροπής σχετικά με την απόφαση για την ανάγκη εμβολιασμού των ηλικιωμένων αναπτύχθηκε από την πρόεδρο, την ομότιμη καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας της Ιατρικής Σχολής Αθηνών, κυρία Μαρία Θεοδωρίδου, στη διάρκεια έκτακτης ενημέρωσης στο υπουργείο Υγείας.
«Η εφαρμογή του αναμνηστικού εμβολιασμού από τα τέλη του περασμένου Σεπτεμβρίου αποδείχθηκε ασφαλής και αποτελεσματική για την προστασία του πληθυσμού έναντι σοβαρής νόσου από τις νέες παραλλαγές «Delta» και μετά «Omicron» του ιού» ανέφερε η καθηγήτρια διευκρινίζοντας ωστόσο ότι τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, καθώς και τα άτομα με ανοσοκαταστολή αποτελούν σταθερά ομάδα σε αυξημένο κίνδυνο για σοβαρή νόσο και επιπλοκές. «Μπορεί να εμφανίζουν εξαρχής χαμηλότερη ανοσολογική απάντηση μετά τον εμβολιασμό, η οποία φαίνεται ότι εξασθενεί και συντομότερα» εξήγησε.
Η μεταδοτικότητα της Omicron και η χαλάρωση των μέτρων
Η κυριαρχία της «Omicron» και μάλιστα σε δύο υποπαραλλαγές, ΒΑ.1 και ΒΑ.2, άλλαξε την κατάσταση. «Λόγω της αυξημένης μεταδοτικότητας της παραλλαγής «Omicron» και ιδιαίτερα της υποπαραλλαγής «Οmicron 2», της χαλάρωσης των περιοριστικών μέτρων καθώς και της συνακόλουθης μεταβολής της συμπεριφοράς των πολιτών, παρατηρούμε διεθνώς αυξημένο αριθμό μολύνσεων οι οποίες, ευτυχώς, κυρίως λόγω του εμβολιασμού, οδηγούν σε αναλογικά μικρότερο αριθμό νοσηλειών» επισήμανε χθες η κυρία Θεοδωρίδου.
Η καθηγήτρια ανέφερε ότι τα δεδομένα αποτελεσματικότητας της δεύτερης αναμνηστικής δόσης του εμβολίου είναι περιορισμένα, ωστόσο τα μέλη της Επιτροπής έλαβαν υπόψη τους αφενός τα ποσοστά εμβολιασμού, αφετέρου την επιδημιολογική κατάσταση στη χώρα μας προκειμένου να αποφάσισαν τη χορήγηση δεύτερης αναμνηστικής δόσης σε συγκεκριμένες ομάδες πληθυσμού.
Υπενθυμίζεται ότι παραμένει ανεμβολίαστο περίπου 10% των ατόμων ηλικίας άνω των 60 χρόνων, αποτελώντας μια δεξαμενή ασθενών που τροφοδοτεί σταθερά τα νοσοκομεία. Από αυτό το 10% προέρχονται οι περισσότεροι ασθενείς με σοβαρή λοίμωξη covid-19 και τουλάχιστον το 60% των διασωληνωμένων στις ΜΕΘ. Έχει αυξηθεί όμως πλέον και το ποσοστό εκείνων των ηλικιωμένων, ιδίως άνω των 70 χρόνων, και με σοβαρά υποκείμενα νοσήματα που παρά τον εμβολιασμό τους, οδηγούνται στο νοσοκομείο λόγω covid. Σε ό,τι αφορά την επιδημιολογική κατάσταση, το πέμπτο επιδημικό κύμα βρίσκεται σε μία ήπια έξαρση, λόγω της Omicron, και έχει προκαλέσει εκατοντάδες χιλιάδες μολύνσεις και επαναμολύνσεις αλλά χωρίς να πυροδοτεί τις νοσηλείες.
«Συνεκτιμώντας τη διεθνή βιβλιογραφία, τα τρέχοντα επιδημιολογικά δεδομένα της χώρας μας σε συνδυασμό με την εμβολιαστική κάλυψη και τον χρόνο που έχει παρέλθει από την πρώτη αναμνηστική δόση, η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών εκτιμά ότι το πιθανό σχετικό όφελος από μια δεύτερη αναμνηστική δόση αναμένεται να είναι μεγαλύτερο σε άτομα ηλικίας 70 ετών και άνω, καθώς και σε όσα διαμένουν σε Μονάδες Φιλοξενίας Ηλικιωμένων. Επιπλέον, σε άτομα ηλικίας 60 ετών και άνω, ιδιαίτερα εκείνα με σοβαρά υποκείμενα νοσήματα» εξήγησε το σκεπτικό της Επιτροπής η κυρία Θεοδωρίδου.
Το όφελος από την αναμνηστική δόση
«Η δεύτερη αναμνηστική δόση του εμβολίου για τον κορωνοϊό αναμένεται να μειώσει την πιθανότητα νοσηλείας στους ηλικιωμένους», υπογράμμισε η καθηγήτρια. Αυτό είναι το βασικό ζητούμενο στη θωράκιση έναντι του κορωνοϊού, που στην Ελλάδα όμως λαμβάνει ακόμη πιο κρίσιμη διάσταση καθώς οι νοσηλευόμενοι ασκούν μεγάλη πίεση στο ΕΣΥ όλο το διάστημα της πανδημίας. Χθες οι νοσηλευόμενοι ήταν περισσότεροι από 3.500 σε απλές κλινικές και σε ΜΕΘ covid.
Όπως είχε πει χαρακτηριστικά στην αμέσως προηγούμενη ενημέρωση προ 20ήμερου, η κυρία Θεοδωρίδου «έχει διαπιστωθεί επιστημονικά ότι η τέταρτη δόση δεν προσφέρει πολλά στον γενικό πληθυσμό σε σχέση με την τρίτη δόση. Όμως για τα ηλικιωμένα άτομα, και αυτές οι μικρές αλλαγές της ανοσιακής ενίσχυσης μπορεί να κάνουν τη διαφορά.
Αλλαγές στον βασικό εμβολιασμό
Οι ειδικοί συνεχίζουν να δίνουν έμφαση στην ολοκλήρωση του βασικού εμβολιασμού, που έχει ως κύριο στόχο την προστασία έναντι της σοβαρής νόσου.
Όσον αφορά την προστασία έναντι της ήπιας νόσου από την παραλλαγή «Omicron» και έναντι της μόλυνσης, αυτή εξασθενεί σύντομα, ακόμα και μετά την αναμνηστική δόση.
«Πρωταρχική σημασία έχει η ολοκλήρωση του βασικού εμβολιασμού με τη χορήγηση της πρώτης αναμνηστικής δόσης σε όλο τον ενήλικο πληθυσμό» τόνισε η κυρία Θεοδωρίδου.
Παρέθεσε δε τις αλλαγές που θα ισχύουν εφεξής για όσους ξεκινούν τον βασικό εμβολιασμό τους έναντι του κορωνοϊού.
Ειδικότερα, διευρύνεται πλέον το μεσοδιάστημα μεταξύ των δύο δόσεων του βασικού εμβολιασμού με mRNA εμβόλια Pfizer και Moderna έναντι του κορωνοϊού στον γενικό πληθυσμό. Από 3 εβδομάδες για το Pfizer και 4 εβδομάδες για το Moderna, το μεσοδιάστημα επεκτείνεται στις 8 εβδομάδες, δηλαδή δύο μήνες μεταξύ πρώτης και δεύτερης δόσης.
Το πιο σύντομο μεσοδιάστημα, των τριών εβδομάδων, εξακολουθεί να συστήνεται για άτομα με μέτρια ή σοβαρή ανοσοκαταστολή και άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών και εκείνων που έχουν ανάγκη ταχείας ανοσοποίησης.
«Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, η ανοσογονικότητα και η αποτελεσματικότητα των εμβολίων αυξάνεται όταν το μεσοδιάστημα υπερβαίνει τις 4 εβδομάδες, ενώ παράλληλα φαίνεται ότι μειώνεται ο μικρός αλλά υπαρκτός κίνδυνος της μυοκαρδίτιδας ιδιαίτερα σε άρρενες ηλικίες 12 έως 39 ετών» ανέφερε η πρόεδρος της Επιτροπής.
Η αναμνηστική δόση εξακολουθεί να συστήνεται τρεις μήνες μετά την ολοκλήρωση του βασικού εμβολιασμού.
Τι αλλάζει στους εμβολιασμούς παιδιών και εφήβων
Τέλος, η Επιτροπή αποφάσισε τη χορήγηση δεύτερης αναμνηστικής δόσης σε παιδιά και εφήβους ηλικίας 12 έως 17 ετών με ανοσοκαταστολή και νοσήματα υψηλού κινδύνου. Η δόση θα πρέπει να χορηγείται 3 μήνες μετά τη χορήγηση της πρώτης αναμνηστικής δόσης.
Επίσης, σε παιδιά και εφήβους ηλικίας 12 έως 17 ετών που ανήκουν σε ομάδα αυξημένου κινδύνου- η ομάδα αυτή περιλαμβάνει παιδιά παχύσαρκα, με σακχαρώδη διαβήτη, με καρδιαγγειακά νοσήματα κα. – χορηγείται τρίτη δόση έξι μήνες από τη δεύτερη δόση.