*Γράφει η Ισμήνη Χαραλαμποπούλου
«Η νέα εποχή απαιτεί από την Εκκλησία να αποτάξει ή και να ξεφύγει από την γραφικότητα, τον αναχρονισμό και τον εφησυχασμό, που οδηγούν στην αποξένωση και στην παραποίηση του ορθοδόξου φρονήματος» δήλωσε σήμερα ο Μητροπολίτης Νέας Ιωνίας Γαβριήλ κατά την τρίτη ημέρα των εργασιών της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας.
Στο πρώτο μέρος της Εισηγήσεώς του ο κ. Γαβριήλ προσεγγίζοντας επιστημονικά την πανδημία, αναφέρθηκε στις πανδημίες και τούς λοιμούς του παρελθόντος, στην εμφάνιση και τα συμπτώματα του νέου κορωνοϊου (COVID-19), τις ψυχολογικές συνέπειες της πανδημίας και την εμφάνιση του κορωνοϊοῦ (COVID-19) στην Ελλάδα, καταλήγοντας στις ενέργειες της Εκκλησίας της Ελλάδος κατά την διάρκεια των δύο ετών τῆς πανδημίας.
«Ἀναμφίβολα», τόνισε ἰδιαίτερα, «ἡ περίοδος αὐτή ἦταν καί συνεχίζει νά εἶναι ὄχι μόνο μία περίοδος δοκιμασίας γιά τήν Ἐκκλησία, ἀλλά καί μία περίοδος διδακτική, μία περίοδος αὐτοεκφράσεως καί αὐτογνωσίας, ἀφοῦ ἡ νόσος τοῦ κορωνοϊοῦ ἐπέτρεψε νά ἀντιληφθοῦμε τίς ἀδυναμίες μας, τά θεολογικά μας κενά, ἤ ἄν προτιμᾶτε, καί τή νοσηρή πνευματικότητα ὄχι μόνο πολλῶν μελῶν τοῦ χριστεπωνύμου ποιμνίου μας, ἀλλά δυστυχῶς ἀκόμη καί πολλῶν κληρικῶν μας. Πέρα ὅμως ἀπό αὐτά, ἡ εὐθύνη τῆς Εκκλησίας ἦταν καί εἶναι νά παραμείνει προσηλωμένη στήν ἀποστολή Της, πού δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καί αὐτό διότι ἡ ἔννοια τῆς Ἐκκλησίας δέν δύναται νά χωρισθεῖ ἀπό τήν ἔννοια τῆς ‘’σωτηρίας’’ καί ἡ σωτηρία δέν μπορεῖ νά χωρισθεῖ ἀπό τήν ἐσχατολογική προοπτική τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. Ἔτσι, ἡ Ἐκκλησία δέν δίστασε νά συγκρουσθεῖ ἀποφασιστικά μέ τίς κρατικές ‘’διαταγές’’, ὅταν θεώρησε ὅτι διακυβεύεται αὐτή ἡ ἱσορροπία».
Και τόνισε: «Καθ’ ὅλη τήν διάρκεια τῆς πανδημίας», ἀνέφερε χαρακτηριστικά, «ἀναπτύχθηκαν παράλογες θεωρίες πού προκάλεσαν ἔνταση καί δημιούργησαν ἕνα διχαστικό κλίμα μεταξύ τοῦ πιστοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, σέ σημεῖο πού νά διαταράσσονται οἰκογενειακές, φιλικές, ἐπαγγελματικές ἀκόμη δέ καί πνευματικές σχέσεις. Βεβαίως, τό γεγονός ὅτι πολλοί ἀπό τούς ἀδελφούς μας αὐτούς εἶναι κληρικοί ἤ ἀποτελοῦν πιστά μέλη της Εκκλησίας, δημιουργεῖ ἀπό μόνο του ὄχι μόνο ἀπογοήτευση, ἀλλά καί ἔντονο προβληματισμό». Ὡς αἰτίες τοῦ προβλήματος αὐτοῦ ὁ Εἰσηγητής ἀνέφερε: α) τήν ἔλλειψη κατηχήσεως, β) τήν δεισιδαιμονική σχέση μέ τήν πίστη καί τά ἱερά Μυστήρια, γ) τήν Ζηλωτική καί ζηλοτυπική σχέση μέ τήν Ἐκκλησία, καί δ) τήν Προφητολογία».