H επέκταση του μεσοδιαστήματος μεταξύ των δόσεων του εμβολίου Pfizer ενισχύει την απόκριση αντισωμάτων σε ηλικιωμένους. Αυτό επισημαίνει ο καθηγητής Πολιτικής της Υγείας Ηλίας Μόσιαλος της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του Λονδίνου (LSE), σε ανάρτησή του στο Facebook, αναφερόμενος σε μια πρόσφατη μελέτη των ερευνητών του πανεπιστημίου του Birmingham σε συνεργασία με τον επίσημο φορέα Δημόσιας Υγείας της Αγγλίας (PHE), στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Όπως αναφέρει ο κ. Μόσιαλος, στη μελέτη του Μπέρμιγχαμ συμμετείχαν 172 άτομα ηλικίας 80-99 ετών, όπου καθένας έλαβε δύο δόσεις του εμβολίου Pfizer. 73 από αυτούς έλαβαν τη δεύτερη δόση μετά από 12 εβδομάδες και οι 99 μετά από διάστημα 3 εβδομάδων. Τα μέγιστα επίπεδα εξουδετερωτικών αντισωμάτων, που έφτασαν 2-3 εβδομάδες μετά τη δεύτερη δόση, ήταν 3,5 φορές υψηλότερα -κατά μέσο όρο- στην ομάδα με το εκτεταμένο κενό.
Η μελέτη εξέτασε επίσης την απόκριση του κυτταρικού ανοσοποιητικού συστήματος στα διάφορα δοσολογικά σχήματα, αλλά τα αποτελέσματα ήταν λιγότερο σαφή. Κοινό σημείο όμως ήταν πως 15 εβδομάδες μετά την πρώτη δόση, η απόκριση των Τ-κύτταρων ήταν παρόμοια ανεξαρτήτως μεσοδιαστήματος.
Οι συμμετέχοντες στη μελέτη θα παρακολουθούνται για τους επόμενους έξι μήνες όσον αφορά τα αντισώματα και τα κυτταρικά δεδομένα τους. Οι ερευνητές συλλέγοντας δεδομένα στοχεύουν στο να εξηγήσουν πώς μεταφράζονται αυτά τα αποτελέσματα, ως προς την ενίσχυση της προστασίας έναντι της λοίμωξης και της ασθένειας.
Η ιεράρχηση της προτεραιοποίησης των πρώτων δόσεων της βρετανικής κυβέρνησης τον Δεκέμβριο συζητήθηκε έντονα. Tα ευρήματά αυτής της μελέτης δικαιολογούν αυτή την αμφιλεγόμενη απόφαση για μεσοδιάστημα 12 εβδομάδων μεταξύ της 1ης και της 2ης δόσης, και να μην τηρηθεί το μεσοδιάστημα των 21 ημερών που είχε θεσπιστεί από τις κλινικές δοκιμές της Pfizer, και που ήταν και η σύσταση της εταιρείας.
Όπως τονίζει ο καθηγητής Πολιτικής της Υγείας, η μελέτη δεν έχει δημοσιευτεί, αλλά τόσο η παρακολούθηση των συμμετεχόντων αλλά και οι αντίστοιχες μελέτες είναι πολύ σημαντικές.
Γιατί, όπως αναφέρει, δεδομένης της περιορισμένης διάθεσης των εμβολίων, τέτοιες μελέτες μπορούν να στηρίξουν τη διαφοροποίηση ή την επικαιροποίηση της παγκόσμιας στρατηγικής εμβολιασμού.
Ίσως η αύξηση του μεσοδιαστήματος μεταξύ των 2 δόσεων στους ηλικιωμένους να μειώσει την ανάγκη για επακόλουθες αναμνηστικές δόσεις. Αλλά, ταυτόχρονα θα υπάρχει μεγαλύτερη επίδραση στη δημόσια υγεία και θα σωθούν περισσότερες ζωές.