Το δεύτερο κύμα της επιδημίας της Covid-19, το οποίο αντιμετωπίζει αυτή τη στιγμή η Ευρώπη, αναμφίβολα δεν είναι το τελευταίο και εκφράζονται φόβοι για «διαδοχικά κύματα μέχρι το τέλος του χειμώνα» και την ερχόμενη άνοιξη, εκτιμά το Επιστημονικό Συμβούλιο που καθοδηγεί τη δράση της γαλλικής κυβέρνησης.
«Έχουμε συνεπώς μπροστά μας πολλούς μήνες με μια εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση», προβλέπει στην τελευταία γνωμοδότησή του το όργανο αυτό που είναι αρμόδιο για να συμβουλεύει τη γαλλική κυβέρνηση.
Η γνωμοδότηση αυτή, η οποία αναρτήθηκε στο Ίντερνετ αυτό το σαββατοκύριακο, φέρει ημερομηνία Δευτέρα 26 Οκτωβρίου, δύο ημέρες πριν από την ανακοίνωση από τον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν ενός νέου lockdown το οποίο κατέστη απαραίτητο εξαιτίας του δεύτερου κύματος.
«Είναι πολύ δύσκολο να προβλέψει κανείς πόσο χρόνο θα διαρκέσει το δεύτερο κύμα, διότι αυτό εξαρτάται από τον ίδιο τον ιό, από το κλιματικό περιβάλλον του, από τα μέτρα που θα ληφθούν για να περιορισθεί η κυκλοφορία του ιού, από την αποδοχή τους και συνεπώς από τον αντίκτυπό τους», γράφει το Επιστημονικό Συμβούλιο.
«Μπορούμε να κάνουμε μια υπόθεση για έξοδο από το 2ο κύμα στο τέλος του χρόνου ή στην αρχή του 2021. Η έξοδος αυτή θα πρέπει να συνδυασθεί με επιστροφή της κυκλοφορίας του ιού σ’ ένα πολύ ελεγχόμενο επίπεδο (το πολύ 5.000 έως 8.000 νέες μολύνσεις την ημέρα)», συνεχίζει το εν λόγω όργανο.
Όταν ανακοίνωσε το νέο lockdown με ισχύ τουλάχιστον μέχρι την 1η Δεκεμβρίου, ο Εμανουέλ Μακρόν δήλωσε πως ο στόχος είναι να φθάσουμε «σε περίπου 5.000» περιπτώσεις μόλυνσης την ημέρα, έναντι των 40.000 έως 50.000 που καταγράφονται αυτή τη στιγμή.
Όποια κι αν είναι η επιτυχία των μέτρων που εφαρμόζονται, «δεν θα είναι αρκετή» πιθανόν «για να αποφευχθούν άλλα κύματα, μετά το δεύτερο», προειδοποιεί το Επιστημονικό Συμβούλιο, το οποίο συνιστούσε το lockdown που τελικά αποφασίσθηκε.
«Μπορούμε έτσι να έχουμε διαδοχικά κύματα στη διάρκεια του τέλους του χειμώνα και της άνοιξης του 2021, ανάλογα με διάφορα στοιχεία: κλιματική κατάσταση, επίπεδο και επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα της στρατηγικής Τεστ/Ιχνηλάτηση/Απομόνωση (των θετικών κρουσμάτων)», πρόσθεσε.
Οι κυβερνήσεις στην Ευρώπη θα βρεθούν συνεπώς αντιμέτωπες «με τη διαχείριση διαδοχικών κυμάτων επανεμφάνισης» της επιδημίας, «μέχρι την έλευση των πρώτων εμβολίων και/ή θεραπειών», ίσως κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2021.
Η διαχείριση αυτών των διαδοχικών κυμάτων μπορεί να γίνει με διάφορους τρόπους. Κατ’ αρχάς, «μπορούμε να εξετάσουμε μια στρατηγική τύπου on/off», δηλαδή μια εναλλαγή περιόδων περιορισμών (για να μειωθεί η κυκλοφορία του ιού) και περιόδων χαλάρωσης.
«Είναι δυνατό αυτό μακροπρόθεσμα; Οι Γάλλοι θα δεχθούν μια τέτοια στρατηγική, είναι βιώσιμη οικονομικά; Οι ερωτήσεις που τίθενται δεν έχουν μέχρι σήμερα απάντηση», υπογραμμίζει πάντως το Επιστημονικό Συμβούλιο, του οποίου προεδρεύει ο καθηγητής Ζαν-Φρανσουά Ντελφρεσί.
Άλλη στρατηγική: «να κρατήσουμε τον ιό σε μια χαμηλότερη αναλογία» στο όριο των 5.000 μολύνσεων ημερησίως, με μια πολιτική «εξουδετέρωσης της ιικής κυκλοφορίας», όπως έκαναν «χώρες της Ασίας, η Δανία, η Φινλανδία και η Γερμανία».
«Αυτή η στρατηγική περιλαμβάνει ισχυρά και πρώιμα μέτρα σε κάθε επιστροφή της επιδημίας» και αποτελεί «την καλύτερη εγγύηση για τη διατήρηση της οικονομικής δραστηριότητας», εκτιμά το Συμβούλιο.