Η εποχική γρίπη ίσως αυξάνει την εξάπλωση της νόσου COVID-19 υποστηρίζει διεθνής επιστημονική ομάδα, εγείροντας ανησυχίες για το τι πρόκειται να συμβεί το επερχόμενο χειμώνα. Παράλληλα, μια δεύτερη μελέτη για την ανοσία έναντι των κορωνοϊών υποστηρίζει ότι αυτή έχει μικρή διάρκεια.
Συγκεκριμένα στην πρώτη έρευνα, ειδικοί από το Ινστιτούτο Βιολογίας των Λοιμώξεων Max Planck στο Βερολίνο και το Ινστιτούτο Παστέρ στο Παρίσι χρησιμοποίησαν ένα μαθηματικό μοντέλο για να μελετήσουν τι συνέβη τους πρώτους μήνες της πανδημίας του κορωνοϊού στην Ευρώπη.
Και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι, η πορεία της πανδημίας της COVID-19 είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με εκείνη της εποχικής γρίπης. Ειδικότερα, υποστηρίζουν ότι η μείωση των κρουσμάτων της COVID-19 που παρατηρήθηκε περί τα τέλη της Άνοιξης στην Ευρώπη δεν ήταν αποκλειστικά απόρροια των περιοριστικών μέτρων που εφαρμόστηκαν σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Αλλά οφείλεται και στο τέλος της περιόδου κυκλοφορίας της εποχικής γρίπης.
Όμως αυτό που πραγματικά αποτελεί πηγή ανησυχίας είναι η διαπίστωση ότι η γρίπη αύξησε κατά 2,5 φορές τη μετάδοση του κορωνοϊού.
Οι παρατηρήσεις αυτές υποδηλώνουν ότι η επικείμενη επιδημία της εποχικής γρίπης θα έχει ενισχυτικό αντίκτυπο στην πανδημία COVID-19.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, η μελέτη που δεν έχει ακόμα αξιολογηθεί από ανεξάρτητη επιτροπή ώστε να δημοσιευθεί σε κάποια επιστημονική επιθεώρηση έχει αναρτηθεί στον ιστότοπο medRxiv.
Οι ερευνητές μελέτησαν στοιχεία για την πορεία της πανδημίας στο Βέλγιο, τη Νορβηγία, την Ιταλία και την Ισπανία, τέσσερις διαφορετικές χώρες ως προς την εξέλιξη της COVID-19. Συνεκτίμησαν παραμέτρους όπως τον χρόνο μετάδοσης του κορωνοϊό από έναν φορέα στον περίγυρό του και τα περιοριστικά μέτρα που ίσχυσαν κατά τόπους.
Υπερδιπλάσια αύξηση της μετάδοσης του κορωνοϊού
Αφού έκαναν μαθηματική αναπαράσταση της πανδημίας, οι ειδικοί μπόρεσαν να ελέγξουν την αληθοφάνεια διαφόρων σεναρίων για την επίπτωση της εποχικής γρίπης. Έλεγξαν αν το μοντέλο ήταν πιο ρεαλιστικό με την υπόθεση ότι η γρίπη είτε μειώνει, είτε αυξάνει, είτε δεν επηρεάζει το ρυθμό μετάδοσης του κορωνοϊού.
Διαπίστωσαν λοιπόν ότι η γρίπη μπορεί να έχει αυξήσει τη μετάδοση του κορωνοϊού σε πληθυσμιακό επίπεδο κατά 2 έως 2,5 φορές, κατά μέσο όρο κατά τη διάρκεια της περιόδου συνύπαρξης τους.
Στη συνέχεια έλεγξαν το μαθηματικό μοντέλο τους έναντι δεδομένων σχετικά με τους καθημερινούς θανάτους στις τέσσερις χώρες (Βέλγιο, Ισπανία, Νορβηγία, Ιταλία). Αυτό τους επέτρεψε να αποδείξουν ότι το μοντέλο είναι σύμφωνο με τα παρατηρούμενα δεδομένα θνησιμότητας της πανδημίας.
Ωστόσο, μένει αναπάντητο προς το παρόν το ερώτημα αν οι ασθενείς με εποχική γρίπη είναι πιθανότερο να μεταδώσουν τον κορωνοϊό σε άλλους ή αν η γρίπη κάνει τα άτομα πιο επιρρεπή στον κορωνοϊό – αν και η τελευταία εικασία θεωρείται πιθανότερη σύμφωνα με την επιστημονική ομάδα.
Να σημειωθεί ότι, άλλες ερευνητικές ομάδες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι ιοί της εποχικής γρίπης μπορεί να αυξάνουν την επιρρέπεια του ανθρώπου στη νόσο COVID-19. Κι αυτό αποδίδεται στο γεγονός ότι οι ιοί της γρίπης αυξάνουν την παραγωγή υποδοχέων που χρησιμοποιεί και ο κορωνοϊός SARS-CoV-2 για να εισχωρήσει στα κύτταρα του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος του ανθρώπου.
Σημαντικός ο αντιγριπικός εμβολιασμός
Σε κάθε περίπτωση τόσο η νέα γαλλο-γερμανική μελέτη όσο και άλλες παρόμοιες αναδεικνύουν την ανάγκη του αντιγριπικού εμβολιασμού όχι μόνο για τη μείωση της επιβάρυνσης των συστημάτων Υγείας και συγκεκριμένα των νοσοκομείων αλλά και για τον περιορισμό της πιθανής επίδρασης της γρίπης στη μετάδοση του κορωνοϊού.
Μικρή η διάρκεια της ανοσίας έναντι των εποχικών κορωνοϊών
Σε μια δεύτερη μελέτη από την Ολλανδία που δημοσιεύεται στο περιοδικό Nature Medicine, υποστηρίζεται ότι η διάρκεια της ανοσίας έναντι του SARS-CoV-2 όσων έχουν αναρρώσει ενδεχομένως να είναι βραχεία.
Πρόκειται για μελέτη που έγινε σε δείγμα δέκα υγιών εθελοντών που είχαν τεθεί υπό ιατρική παρακολούθηση για την ανοσία έναντι τεσσάρων παρόμοιων κορωνοϊών με τον SARS-CoV-2. Διαπιστώθηκε λοιπόν ότι, η επαναμόλυνση με τον ίδιο στέλεχος εποχικού κορωνοϊού ήταν συχνή περίπου ένα χρόνο μετά την αρχική λοίμωξη.
Οι ερευνητές με επικεφαλής τη Δρ. Λια βαν ντερ Χοεκ μελέτησαν τέσσερα στελέχη εποχικών κορωνοϊών (HCoV-NL63, HCoV-229E, HCoV-OC43 and HCoV-HKU1) που είναι γνωστό ότι προκαλούν στον άνθρωπο λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού, όπως και ο SARS-CoV-2. Ανέλυσαν 513 δείγματα αίματος που είχαν συλλεχθεί ανά τακτά χρονικά διαστήματα από το 1980 και έπειτα και αφορούσαν δέκα υγιή άτομα από το Άμστερνταμ.
Μέτρησαν τις αυξήσεις στα επίπεδα των αντισωμάτων επί της παρουσία του νουκλεοκαψιδίου (μια πρωτεΐνη που είναι παρούσα στους κορωνοϊούς) για κάθε εποχικό κορωνοϊό. Η αύξηση των αντισωμάτων θεωρήθηκε ως νέα λοίμωξη.
Οι ειδικοί κατέγραψαν τρεις έως 17 λοιμώξεις λόγω κορωνοϊού ανά ασθενή, με τους χρόνους επαναλοίμωξης να κυμαίνονται μεταξύ έξι και 105 μηνών. Οι επαναλοιμώξεις ήταν συχνότερες εντός 12 μηνών μετά την αρχική λοίμωξη.
Ακόμα διαπίστωσαν ότι, τα δείγματα αίματος που είχαν συλλεχθεί τους μήνες Ιούνιο, Ιούλιο και Αύγουστο είχαν το χαμηλότερο ποσοστό λοιμώξεων και για τους τέσσερις κορωνοϊούς. Αυτό είναι ένδειξη υψηλότερης συχνότητας των λοιμώξεων τον χειμώνα.
Βάσει των ανωτέρω οι ερευνητές θεωρούν ότι ο νέος κορωνοϊός SARS-CoV-2 μπορεί να έχει την ίδια συμπεριφορά με τα «ξαδερφάκια» του. Κι ενώ παραδέχονται ότι θα πρέπει να γίνουν μελέτες σε μεγάλα πληθυσμιακά δείγματα, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η επαναλοίμωξη είναι συχνή σε ότι αφορά τους τέσσερις συγκεκριμένους κορωνοϊούς, άρα είναι κοινό χαρακτηριστικό όλων των κορωνοϊών που προσβάλλουν τον ανθρώπινο οργανισμό, περιλαμβανομένου του SARS-CoV-2.