Η πραγματικότητα μπορεί να μην είναι πάντα ευχάριστη, αλλά είναι σημαντικό να γνωρίζει κάποιος που έχει ασφαλιστικό συμβόλαιο — είτε πρόκειται για ασφάλιση υγείας, κατοικίας, ή περιουσίας — ότι ενδέχεται να αντιμετωπίσει την απόρριψη του αιτήματος αποζημίωσης, όταν χρειαστεί να χρησιμοποιήσει το συμβόλαιό του. Αυτή η απόρριψη μπορεί να οφείλεται σε διάφορους λόγους και να συνοδεύεται από χρονοκαθυστέρηση, που προκαλεί περαιτέρω ταλαιπωρία και αβεβαιότητα.

Οι δυσάρεστες αυτές καταστάσεις είναι γνωστές στους επαγγελματίες της ασφαλιστικής αγοράς, οι οποίοι λειτουργούν ως μεσολαβητές μεταξύ των ασφαλισμένων πελατών τους και των ασφαλιστικών εταιρειών. Συχνά βρίσκονται αντιμέτωποι με τις απογοητεύσεις των πελατών τους, εισπράττοντας τις απορρίψεις ή τις καθυστερημένες απαντήσεις στα αιτήματα αποζημίωσης. Γιατί, όμως, συμβαίνει αυτό; Και πώς μπορεί κανείς να διαχειριστεί τέτοιες καταστάσεις; Ας εξετάσουμε το θέμα πιο αναλυτικά.

Οι αιτίες πίσω από την απόρριψη των αποζημιώσεων

Έχει παρατηρηθεί ότι, σε αρκετές περιπτώσεις, οι ασφαλιστικές εταιρείες επικαλούνται διάφορες αιτιολογίες για να αρνηθούν την αποζημίωση ή να περιορίσουν το ποσό που θα καταβάλουν στον ασφαλισμένο. Για παράδειγμα, μια δήλωση του ασφαλισμένου πριν από κάποιο χειρουργείο που αφορά κάποιο σύμπτωμα, μπορεί να εκληφθεί από την ασφαλιστική ως προϋπάρχουσα ασθένεια, η οποία δεν είχε δηλωθεί κατά την υπογραφή του συμβολαίου. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η ασφαλιστική εταιρεία μπορεί να αποφασίσει ότι η δήλωση δεν ήταν πλήρης ή ακριβής και, συνεπώς, να εξαιρέσει ορισμένες δαπάνες από την αποζημίωση. Σε πιο σπάνιες περιπτώσεις, αυτό μπορεί να οδηγήσει ακόμα και στην ακύρωση του συμβολαίου.

Σε ό,τι αφορά την ασφάλιση κατοικιών, αν προκύψει μια ζημιά, όπως φωτιά που προκαλεί ζημιές σε περιουσιακά στοιχεία γύρω από το σπίτι, η ασφαλιστική εταιρεία μπορεί να αρνηθεί την αποζημίωση, επικαλούμενη ότι τα συγκεκριμένα στοιχεία — όπως μια ξύλινη πέργκολα — δεν είχαν δηλωθεί ή περιγραφεί στο συμβόλαιο. Επιπλέον, σε περιπτώσεις κλοπής, η ασφαλιστική μπορεί να ισχυριστεί ότι ο χώρος δεν διέθετε κατάλληλη ασφάλεια, όπως συναγερμό, και έτσι να απορρίψει την αίτηση αποζημίωσης.

Αυτές οι καταστάσεις συχνά προκαλούν μεγάλη απογοήτευση και αγανάκτηση στον ασφαλισμένο, που αισθάνεται προδομένος από την απόφασή του να εμπιστευτεί την εταιρεία για την προστασία της υγείας ή της περιουσίας του. Επιπλέον, ο επαγγελματίας ασφαλιστής, ο οποίος διαμεσολαβεί μεταξύ του πελάτη και της εταιρείας, βρίσκεται επίσης σε δύσκολη θέση, καθώς η εξέλιξη αυτή επηρεάζει αρνητικά την επαγγελματική του εικόνα και τις σχέσεις του με τους πελάτες του.

Ποια είναι η λύση σε αυτές τις περιπτώσεις;

Εάν ο ασφαλισμένος αισθάνεται ότι αδικείται και ότι το αίτημά του είναι δίκαιο, μπορεί να απευθυνθεί στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή ή στον Συνήγορο του Καταναλωτή. Αυτοί οι φορείς παρέχουν μια ασφαλή και αντικειμενική διαδικασία εξέτασης των παραπόνων, προσφέροντας στους πολίτες ένα κρατικό πλαίσιο προστασίας όπου μπορούν να διεκδικήσουν το δίκιο τους. Σε περίπτωση που οι διαπιστώσεις από αυτές τις αρχές επιβεβαιώσουν την αδικία, οι ασφαλισμένοι μπορούν να προβούν σε περαιτέρω ενέργειες για να εξασφαλίσουν την αποζημίωσή τους.

Ωστόσο, η καλύτερη προσέγγιση είναι η πρόληψη. Είναι σημαντικό ο υποψήφιος ασφαλισμένος να παρέχει ακριβή και λεπτομερή στοιχεία κατά τη διαδικασία σύναψης του συμβολαίου. Για την ασφάλιση περιουσίας, αυτό σημαίνει ότι πρέπει να περιγράφει πλήρως τα αντικείμενα και τις κατασκευές που επιθυμεί να καλύψει, ίσως και με τη χρήση φωτογραφιών. Στην ασφάλιση υγείας, η πλήρης και ειλικρινής απάντηση στο ιατρικό ερωτηματολόγιο είναι ζωτικής σημασίας. Πρακτικά, οι ασφαλισμένοι θα πρέπει να αποκαλύπτουν κάθε σχετική πληροφορία, όπως θα έκαναν σε μια συνομιλία με τον αναισθησιολόγο πριν από το χειρουργείο.

Διαβάστε επίσης:

Ασφαλιστήριο συμβόλαιο: Πότε μπορούμε να το ακυρώσουμε – Τα 3 δικαιώματα των ασφαλισμένων

Έχετε ασφαλιστεί; Μάθετε ποια είναι τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις σας

Ασφαλιστήριο: Σε ποιες περιπτώσεις υπάρχει κίνδυνος να «σπάσει» – Τι να προσέξετε πριν υπογράψετε