Είναι αλήθεια πως όλοι έχουμε πρόσβαση σε γιατρούς και διαγνωστικά κέντρα μέσα από το δημόσιο σύστημα υγείας. Κοινό μυστικό όμως, αποτελεί το γεγονός ότι αν μας προκύψει κάποιο αιφνίδιο περιστατικό όπως μια ξαφνική ασθένεια ή ατύχημα, η πρώτη μας σκέψη είναι να αποταθούμε στον ιδιωτικό τομέα έτσι ώστε να αποφύγουμε ουρές και μεγάλες αναμονές.
Γεγονός είναι πως το σύστημα υγείας μας στηρίζεται σε δύο βασικούς πυλώνες που είναι η πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας και η νοσοκομειακή περίθαλψη. Στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας περιλαμβάνονται υπηρεσίες και παροχές που έχουν σαν σκοπό να προάγουν και να προστατέψουν την υγεία του ασφαλισμένου ή/και των αγαπημένων του προσώπων διαμέσου των διαγνωστικών εξετάσεων.
Δωρεάν διαγνωστικές εξετάσεις σε συμβεβλημένα διαγνωστικά κέντρα και δωρεάν προληπτικοί και προγεννητικό έλεγχοι βάσει των όρων του συμβολαίου, παρέχουν την αναγκαία ασφάλεια σε κάθε ασφαλισμένο για την κατάσταση της υγείας του.
Όλες σχεδόν οι ασφαλιστικές εταιρίες ενισχύουν τις βασικές καλύψεις στα εξωνοσοκομειακά προγράμματα με επιπλέον παροχές όπως νοσηλεία κατ’ οίκον ή συνεδρίες σε συμβεβλημένα φυσικοθεραπευτήρια σε προνομιακές τιμές. Στις παροχές αυτές περιλαμβάνονται οδοντιατρικές πράξεις, επεμβάσεις laser, τεχνητή γονιμοποίηση καθώς και συνεδρίες με ψυχολόγους ή ψυχιάτρους.
Οι κάτοχοι των συγκεκριμένων προγραμμάτων θα πρέπει να απευθύνονται αποκλειστικά σε συμβεβλημένα διαγνωστικά κέντρα για τις εξετάσεις οι οποίες δεν συνταγογραφούνται υποχρεωτικά από συμβεβλημένο γιατρό.
Από την άλλη πλευρά υπάρχουν τα αυτόνομα ή ανεξάρτητα προγράμματα διαγνωστικών εξετάσεων. Όλες σχεδόν οι ασφαλιστικές εταιρίες παρέχουν μια πλειάδα προγραμμάτων με βάσει τις παροχές αλλά και τα προνόμια που προσφέρουν. Τα προγράμματα αυτά δεν χρησιμοποιούνται για προληπτικούς ελέγχους αλλά πρέπει να συντρέχει κάποιο πιστοποιημένο πρόβλημα υγείας από γιατρό ό οποίος δίνει την γνωμάτευση του και με παραπεμπτικό ο ασφαλισμένος θα πραγματοποιήσει τις εξετάσεις που είναι απαραίτητες.
Πρέπει να τονιστεί πως η ιατρική επίσκεψη καλύπτεται εφόσον υπάρχουν συμπτώματα και όχι στο πλαίσιο ενός τακτικού ελέγχου. Ανάλογα με το πρόγραμμα που θα επιλέξει κάποιος μπορεί να έχει διαγνωστικές εξετάσεις αξίας μέχρι 1.500 και 2.000 ευρώ. Αν υπερβεί το ποσό αυτό, τότε θα κληθεί ο ίδιος ο ασφαλισμένος να καταβάλει το υπόλοιπο.
Ορισμένες εξετάσεις απαιτούν χρονικές αναμονές όπως η μαγνητική τομογραφία ή το σπινθηρογράφημα που προσδιορίζεται στους 6 μήνες.
Επιλέγοντας ένας ασφαλισμένος το κατάλληλο πρόγραμμα πρωτοβάθμιας περίθαλψης το οποίο ταιριάζει στον τρόπο ζωής και την γενικότερη κατάσταση της υγείας του, θα μπορεί να εμπλουτίσει τις παραπάνω καλύψεις με επιπλέον παροχές βάσει των δυνατοτήτων που του παρέχει το συμβόλαιο του.
Αυτές οι παροχές αναλόγως την ασφαλιστική εταιρία μπορεί να περιλαμβάνουν δωρεάν πρόγραμμα παρακολούθησης από διατροφολόγο ή διαιτολόγο, εκπτώσεις σε υπηρεσίες οδοντιατρικής, αισθητικής, χειρουργικής και κοσμητικής ιατρικής.
Επίσης εκπτώσεις σε ιατρικές και χειρουργικές πράξεις εξωτερικών ιατρείων καθώς και 24ωρη τηλεφωνική φροντίδα για ιατρικές συμβουλές με συντονισμό για την καλύτερη αντιμετώπιση κάθε περιστατικού .
Συμπερασματικά λοιπόν πρέπει να τονιστεί η σημασία και η αξία που έχουν οι διαγνωστικές εξετάσεις στην πρόληψη δεδομένου πως αποτελούν το πρώτο βήμα για τον εντοπισμό μιας πάθησης. Η τεράστια ποικιλία προγραμμάτων αυτόνομων ή συνδυαστικών, παρέχουν την δυνατότητα στον ασφαλισμένο να επιλέξει εκείνο που ανταποκρίνεται στα δικά του «θέλω», στις ανάγκες και στις οικονομικές του δυνατότητες.
Διαβάστε επίσης
Επίδομα χειρουργικής επέμβασης: Πότε χρειάζεται και πώς χορηγείται
Δέκα tips για να επιλέξετε σωστά το κατάλληλο συμβόλαιο υγείας