Οι ρευματικές παθήσεις χωρίζονται αδρά σε δυο κατηγορίες, τις εκφυλιστικές παθήσεις που συνδέονται κυρίως με το γήρας (εκφυλιστική οστεοαρθρίτιδα), και τις φλεγμονώδεις, δηλαδή τις αυτοάνοσες χρόνιες ρευματικές παθήσεις.

Οι εκφυλιστικές ρευματικές παθήσεις είναι μακράν συχνότερες δεδομένου ότι δυνητικά αφορούν κάθε άτομο της τρίτης ηλικίας. Αντίθετα, οι αυτοάνοσες χρόνιες ρευματικές παθήσεις, όπου η φλεγμονή είναι το αποτέλεσμα της «αυτοάνοσης επίθεσης» του ανοσολογικού  συστήματος προς τις αρθρώσεις μας αφορούν 2% περίπου του πληθυσμού. Επειδή η αυτοάνοση επίθεση μπορεί να μην περιορίζεται στις αρθρώσεις αλλά να στρέφεται και προς άλλα συστήματα του ανθρώπου, όπως το δέρμα, το αίμα, οι πνεύμονες, τα νεφρά, κ.α., τα νοσήματα αυτά λέγονται και συστηματικά.

Η πλειοψηφία των ασθενών είναι γυναίκες, η δε αυτοάνοση ρευματική πάθηση αρχίζει συχνότερα μεταξύ της τρίτης και της έκτης δεκαετίας της ζωής.

Ενώ για τις εκφυλιστικές παθήσεις δεν υπάρχει προς το παρόν θεραπεία, στην επιτυχή αντιμετώπιση των αυτοανόσων ρευματικών παθήσεων έχουν υπάρξει μεγάλες πρόοδοι την τελευταία εικοσαετία. Αν και οριστική θεραπεία δεν έχει ακόμη βρεθεί, οι πρόοδοι αυτές έχουν ως αποτέλεσμα αρκετοί πλέον ασθενείς να μπορούν να ζουν μια καθόλα φυσιολογική ζωή. Από την άλλη μεριά, εάν δεν δοθεί η κατάλληλη θεραπεία, η χρόνια αυτοάνοση ρευματική πάθηση μπορεί να οδηγήσει σε αναπηρία άλλα και σε πρόωρο θάνατο.

Δεδομένου ότι η διάγνωση των αυοανόσων ρευματικών παθήσεων είναι κυρίως κλινική, γιατί δεν υπάρχουν αξιόπιστοι βιοδείκτες, η έγκαιρη διάγνωση που πρέπει να γίνεται από τον ειδικό Ρευματολόγο είναι το πρώτο βήμα στην θεραπεία. Δυστυχώς, η καθυστερημένη διάγνωση ευθύνεται για μη-αναστρέψιμες αναπηρίες ακόμα και σήμερα, π.χ. ασθενής με Ρευματοειδή Αρθρίτιδα, που είναι και η συχνότερη αυτοάνοση πάθηση, μπορεί να αργήσει να διαγνωσθεί για χρόνια όταν τα ενοχλήματα του/της αποδίδονται λανθασμένα σε τραυματικές κακώσεις η σε εκφυλιστική οστεοαρθρίτιδα.

Εκτός από την Ρευματοειδή Αρθρίτιδα (περίπου 100.000 ασθενείς στην Ελλάδα), τα άλλα κύρια αυτοάνοσα ρευματικά νοσήματα (συνολικά περίπου ακόμη 100.000 ασθενείς στην Ελλάδα) είναι η Ψωριασική Αρθρίτιδα, η Αγκυλωτική Σπονδυλαθρίτιδα, ο Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος, η Συστηματική Σκληροδερμία, και οι πρωτοπαθείς συστηματικές αγγειίτιδες, με συχνότερη την κροταφική αρτηρίτιδα.

Τα κυριότερα φάρμακα που χρησιμοποιούνται στην αντιμετώπιση των αυοανόσων ρευματικών παθήσεων είναι η κορτιζόνη, η μεθοτρεξάτη, η υδροξυχωροκίνη που χρησιμοποιούνται ήδη αρκετές δεκαετίες, και οι διάφοροι βιολογικοί παράγοντες.

Ο πρώτος βιολογικός παράγοντας χρησιμοποιήθηκε για την ρευματοειδή αρθρίτιδα το 1998. Από τότε και μέχρι σήμερα έχουν χρησιμοποιηθεί 15 διαφορετικοί βιολογικοί παράγοντες, και κάθε χρόνο προστίθενται νέοι. Ο κάθε βιολογικός παράγων έχει συγκεκριμένες ενδείξεις, σήμερα δε βιολογικοί παράγοντες χορηγούνται σε ασθενείς με σχεδόν κάθε αυτοάνοση ρευματική πάθηση.

Οι βιολογικοί παράγοντες είναι φάρμακα που στοχεύουν επιλεκτικά και αδρανοποιούν συγκεκριμένες ουσίες ή κύτταρα που διαδραματίζουν καίριο ρόλο στη διαδικασία της χρόνιας φλεγμονής και την αρθρική καταστροφή. Τα βιολογικά φάρμακα είναι πρωτεΐνες που εξουδετερώνουν άλλες πρωτεΐνες οι οποίες εμπλέκονται άμεσα στην φλεγμονή (πχ TNFα, ιντερλευκίνες 1, 6, 12/23, 17, JAK κινάσες), είτε ομάδες κυττάρων που εμπλέκονται με διαφόρους μηχανισμούς στη αυτοάνοση φλεγμονή (π.χ. Β-λεμφοκύτταρα, Τ-λεμφοκυτταρα).

Οι βιολογικοί παράγοντες είναι θεραπείες αποτελεσματικές και ασφαλείς, αλλά το πότε, σε ποιόν και για πόσο καιρό θα χορηγηθούν είναι απόφαση έμπειρου ρευματολόγου. Η ασφάλεια τους έχει πλέον τεκμηριωθεί για εκατομμύρια ανθρωπο/έτη, και είναι απολύτως βέβαιο ότι κάθε ασθενής που πρέπει να λάβει βιολογική θεραπεία θα έχει πολύ περισσότερα προβλήματα εάν καθυστερήσει ή αρνηθεί με τον φόβο των τυχόν παρενεργειών.

Η μεγαλύτερη εμπειρία στην χρήση των βιολογικών παραγόντων διεθνώς υπάρχει στη ρευματοειδή αρθρίτιδα, παγκοσμίως δε έχουν χορηγηθεί σε εκατομμύρια ασθενών με τη νόσο αυτή.

Βιολογικοί παράγοντες ωστόσο δεν είναι απαραίτητο να δοθούν σε κάθε ασθενή με ρευματοειδή αρθρίτιδα, ή σε κάθε ασθενή π.χ. με ψωριασική αρθρίτιδα, διότι τα παλαιότερα φάρμακα μπορεί να είναι εξίσου αποτελεσματικά.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του ελληνικού συστήματος ηλεκτρονικής συνταγογράφησης (Clinical experimental Rheumatology, 2017) περίπου 10.000 ασθενείς με Ρευματοειδή Αρθρίτιδα λαμβάνουν κάποιο βιολογικό παράγοντα σήμερα στη χώρα μας.