Ο κ. Γιώργος Καχριμάνης, καθηγητής της Γερμανικής Αθλητικής Σχολής (Deutsche Sporthochschule) στην Κολωνία, με μακρά εμπειρία στον χώρο της επιστήμης και του αθλητισμού έχει όλες τις απαντήσεις…

Σύμφωνα με μελέτες που έχετε κάνει, η γενετική προδιάθεση ενός παιδιού (το DNA του) καθορίζει το άθλημα που του ταιριάζει. Μιλήστε μας γι’ αυτό και για το πως γίνεται η διαδικασία αποκρυπτογράφησης αναφορικά με το ποιο άθλημα ταιριάζει στο παιδί μας;
Εδώ και μία δεκαετία έχει αποκρυπτογραφηθεί το ανθρώπινο DNA. Η επιστήμη εξελίσσεται και είμαστε υποχρεωμένοι να την ακολουθήσουμε. Τα γονίδια περιέχουν αποθηκευμένη μια συγκεκριμένη γενετική πληροφορία. Το DNA βρίσκεται στον πυρήνα του κυττάρου και το γονίδιο είναι μέρος του DNA και υπεύθυνο για τα χαρακτηριστικά μας.

Με μια απλή εξέταση διάρκειας 30″ που γίνεται από εξειδικευμένους γενετιστές παίρνουμε γενετικό υλικό (λίγο σάλιο) με μια μπατονέτα από το στόμα του παιδιού και βρίσκουμε ποια είναι τα επίπεδα των γονιδίων που είναι περισσότερα στον οργανισμό του και θα το οδηγήσουν στην σωστή επιλογή του αθλήματος. Βρίσκουμε επίσης ποια είναι η γενετική προδιάθεση του παιδιού, κοινώς για το τι είναι γεννημένο, αν έχει έφεση και τα απαραίτητα χαρακτηριστικά για το άθλημα που επιθυμεί και ποιες είναι οι διατροφικές του ανάγκες για διάρκεια στην απόδοση και σωστή αποκατάσταση του οργανισμού. Έτσι, οι γονείς, μπορούν να μάθουν σε ποιο άθλημα αντοχής-δύναμης-ταχύτητας έχει κλίση το παιδί ώστε να το κατευθύνουν σωστά – γιατί όχι και στον πρωταθλητισμό.

Από ποια ηλικία μπορεί ένα παιδί να κάνει την εξέταση και μετά από πόσο καιρό βγαίνουν τα αποτελέσματα;
Από την ηλικία των 5 ετών και άνω. Γίνεται μία φορά στην ζωή μας. Συνήθως την εν λόγω εξέταση την κάνουμε σε ηλικίες 8 έως 10 ετών όπου το παιδί έχει κατασταλάξει στο άθλημα με το οποίο θέλει ν’ ασχοληθεί. Τα αποτελέσματα βγαίνουν σ΄ έναν μήνα.

Μέσα στα αποτελέσματα αναφέρεται το αθλητικό προφίλ του παιδιού και τα αθλήματα που του ταιριάζουν περισσότερο;
Βεβαίως γιατί από την εξέταση των γονιδίων βρίσκουμε π.χ. τα γονίδια ACE, AMPD1, EPROR που είναι υπεύθυνα για την υψηλή αντοχή (τη σωστή οξυγόνωση των μυών, δηλαδή την μεγάλη πρόσληψη οξυγόνου) άρα κατευθύνουμε το παιδί σε αγωνίσματα αντοχής όπως είναι ο στίβος (5000 ή 10000 μέτρα) και σε άλλα που έχουν διάρκεια.

Το MCT002, IL6 μας δείχνει τον δείκτη κόπωσης που σημαίνει ότι βρίσκουμε πότε κουράζεται το παιδί από την άσκηση κι έτσι αποφεύγουμε την υπερκόπωση του οργανισμού.

Το ΝΟS-3 σχετίζεται με την μυική δύναμη και στην συγκεκριμένη περίπτωση κατευθύνουμε το παιδί σε αθλήματα δύναμης (ταεκ-βο-ντο, καράτε, πάλη, άρση βαρών).

Το ACTN3 που σχετίζεται με την ταχεία μυϊκή σύσπαση και βοηθά τους αθλητές να ξεκινούν με το πλεονέκτημα της ταχύτητας, οπότε κατευθύνουμε το παιδί σε αθλήματα ταχύτητας και ταχυδύναμης όπως είναι το μπάσκετ, ποδόσφαιρο, στίβος (60,100 και 200μέτρα) ποδηλασία, τένις, βόλεϊ.

Το BDNF σχετίζεται με την διάθεση του παιδιού και το κίνητρό του για φυσική άσκηση κι έτσι μπορούμε να εξηγήσουμε γιατί κάποια παιδιά δεν θέλουν ευχάριστα να κάνουν προπόνηση κι άλλα να μην πάνε καθόλου.

Επίσης βρίσκουμε τα γονίδια που σχετίζονται με την πρόληψη τραυματισμών, την γρήγορη επούλωσή τους και κατά συνέπεια τη γρήγορη επαναφορά του παιδιού στην άσκηση.

Στο προφίλ υγείας που αφορά σε όλα τα παιδιά και θωρακίζει την υγεία τους βρίσκουμε τα γονίδια που προστατεύουν από καρδιοαγγειακά νοσήματα ή μη, την πρόληψη της παχυσαρκίας και την διαχείριση βάρους. Επιπλέον βρίσκουμε γονίδια που ίσως οδηγήσουν στο μέλλον το παιδί σε υπέρταση, σε διάφορες δυσανεξίες, σε πρόσληψη ή μη βιταμινών, καθώς και πολλά γονίδια που είναι υπεύθυνα για την ανοσολογική άμυνα του οργανισμού και ως εκ τούτου μειώνουν τον κίνδυνο λοιμώξεων και λειτουργούν ως αντιφλεγμονώδη.

Απ’ ό,τι αντιλαμβάνομαι, η χρησιμότητα του γονιδιακού ελέγχου είναι μεγάλη…
Τεράστια. Βρίσκοντας τα γονίδια συνθέτουμε το ιδανικό αθλητικό-υγείας προφίλ για το παιδί κάτι που μας βοηθά στην σωστή επιλογή του αθλήματος που του ταιριάζει. Μαθαίνουμε επίσης πού εντοπίζονται τα θετικά ή τα αρνητικά στοιχεία που επηρεάζουν την απόδοση και την υγεία του παιδιού κι έτσι επεμβαίνουμε προς τη βελτίωσή τους με προγράμματα προπόνησης και διατροφής.

Με τον γονιδιακό έλεγχο θέλουμε να μεγιστοποιήσουμε την απόδοση με την λιγότερη δυνατή φθορά. Φανταστείτε τον οργανισμό του παιδιού σαν μια μηχανή η οποία πρέπει να δουλεύει συνέχεια στο maximum (σχολείο, φροντιστήριο, διάβασμα στο σπίτι, αθλητισμός) και την οποία πρέπει να τον συντηρήσουμε με τα καλύτερα υλικά. Το πλεονέκτημα του θετικού γονότυπου είναι τεράστιο. Μελέτες δείχνουν ότι αυτός που το διαθέτει ξεκινά από θέση ισχύος άνω του 60%.
Επίσης εκτιμάται ότι το 50% της μέγιστης πρόσληψης οξυγόνου-δείκτη αντοχής είναι προκαθορισμένο και μάλιστα κληρονομείται από την μητέρα.
Βλέπουμε λοιπόν ότι παρόλο που η αθλητική απόδοση και η υγεία επηρεάζεται από περιβαλλοντικούς παράγοντες και μπορεί να βελτιωθεί, ο ρόλος της κληρονομικότητας δεν είναι αμελητέος, αλλά συμβάλει στο να ξεχωρίσει ο ένας αθλητής από τον άλλον.

Φανταστείτε ένα παιδί που ασχολείται με ένα άθλημα χρόνια (το οποίο προϋποθέτει χρόνο, κούραση, χρήματα από τους γονείς, χαρές-απογοητεύσεις κ.α.) και στην ηλικία των 16 ετών που πρέπει ν αξιολογηθεί για να κάνει την υπέρβαση και να δουλέψει σωστά για να φτάσει στον πρωταθλητισμό να καταλάβει ότι ο συναθλητής του έχει τις δυνατότητες εκείνες (θετικό γονότυπο για το άθλημα που κάνουν) και προωθείται μέσω αυτών! Καταλαβαίνετε την απογοήτευση του παιδιού και των γονέων; Όλοι οι κόποι πηγαίνουν στράφι και η απογοήτευση είναι τεράστια. Θα μπορούσε λοιπόν το παιδί αυτό να βρει από μικρή ηλικία το άθλημα για το οποίο είναι γεννημένο κι έτσι να αποφευχθούν παντός είδους απογοητεύσεις. Πολλές φορές η ψυχή μπορεί να θέλει, αλλά το σώμα μας να έχει άλλη γνώμη. Τη γνώμη αυτή μας την αποκαλύπτει γονιδιακός έλεγχος και γι’ αυτό η αξία του είναι ανεκτίμητη.

Τελικά ο πρωταθλητής γεννιέται ή γίνεται;
Για να γίνει κάποιος πρωταθλητής πρέπει να έχει γεννηθεί πρωταθλητής, να έχει δηλαδή ευνοϊκό γονότυπο. Έτσι, ένα παιδί που γνωρίζει από νωρίς το άθλημα πού υπερτερεί μπορεί να επιλέξει το σωστό αγώνισμα και έχοντας το γενετικό πλεονέκτημα έναντι των άλλων που κάνουν την ίδια προπόνηση να φτάσει στον στόχο του θωρακίζοντας ταυτόχρονα την υγεία του.

*Ευχαριστούμε τον κύριο Γιώργο Καχριμάνη, καθηγητή Deutsche Sporthochschule Koeln / Τεχνικό Σύμβουλο ΕΟΤοξοβολίας