Ο εμβολιασμός αποτελεί μία από τις σημαντικότερες πράξεις που πραγματοποιούνται για το συμφέρον των παιδιών καθώς τα προστατεύει από σοβαρά λοιμώδη νοσήματα. Ασθένειες που μπορούν να προληφθούν με εμβολιασμό μπορεί να είναι πολύ σοβαρές, ακόμα και θανατηφόρες, ειδικά για βρέφη και μικρά παιδιά, και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να θεωρούνται ως ένα φυσικό και αναπόφευκτο γεγονός της ζωής. Ακόμη, ασθένειες όπως η ιλαρά, η ερυθρά και η παρωτίτιδα μπορεί να επιφέρουν βαριές επιπλοκές στα παιδιά, όπως πνευμονία, εγκεφαλίτιδα, απώλεια της όρασης και παράλυση.

Συνεχίζουμε τα εμβόλια του παιδιού
Τα εμβόλια είναι πολύ ασφαλή και σύμφωνα με τους ειδικούς οι περισσότερες αντιδράσεις στον εμβολιασμό είναι παροδικές και ήπιες, όπως πόνος και ερυθρότητα στην περιοχή της ένεσης και χαμηλός πυρετός. Σκοπός των εμβολίων είναι να ισχυροποιήσουν το ανοσοποιητικό σύστημα εναντίον συγκεκριμένων μικροβίων έτσι ώστε ο οργανισμός να είναι ικανός να αντισταθεί στα συγκεκριμένα μικρόβια όταν ξαναέρθει σε επαφή μαζί τους, γι’ αυτό και η τήρηση του εμβολιαστικού προγράμματος κρίνεται αναγκαία ακόμη και εν μέσω της πανδημίας του κορωνοϊού.

Oπως επισημαίνει ο ομότιμος καθηγητής Παιδιατρικής ΕΚΠΑ, Δημήτρης Καφετζής: «Σύμφωνα με την Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής οι εμβολιασμοί, ιδιαίτερα μέχρι την ηλικία των 2 ετών, αλλά και οι επαναληπτικοί, πρέπει να γίνουν χωρίς μεγάλες αποκλίσεις. Γονείς και παιδίατροι θα πρέπει να εξασφαλίσουν σε όλους τις πιο ασφαλείς συνθήκες ώστε οι εμβολιασμοί να πραγματοποιούνται χωρίς τον κίνδυνο της μετάδοσης του κορωνοϊού σε κανέναν. Αυτό εξασφαλίζεται με την αποστείρωση των χεριών, με καλό σαπούνισμα ή οινόπνευμα 70%, χρήση μάσκας για το παιδί και του ενός μόνο συνοδού και τα μέτρα προφύλαξης του γιατρού με μάσκα, γυαλιά, κάλυμμα κεφαλής και ολόσωμη μπλούζα μιας χρήσης. Γονείς που δεν εμβολιάζουν τα παιδιά τους είναι λάθος ενημερωμένοι και μπορεί να πληρώσουν πολύ ακριβά αυτή την απόφασή τους. Οσον αφορά στο εμβόλιο για τον κορωνοϊό, αυτή την ώρα έχουν περιγραφεί 44 εμβόλια ανά τον κόσμο, που όλα βρίσκονται σε κάποια φάση της ερευνητικής διαδικασίας για την απόδειξη της αποτελεσματικότητας και της ασφάλειας που παρέχουν. Πιστεύω ότι θα χρειαστούν, όσο σύντομα κι αν προχωρήσουν, 12-24 μήνες για να έχουμε στα χέρια μας το πρώτο αντι-COVID-19 εμβόλιο».

Τηρούμε το πρόγραμμα

Οι ειδικοί καθώς και το υπουργείο Υγείας επισημαίνουν ότι σε παιδιά ηλικίας έως 2 ετών οι εμβολιασμοί πρέπει να διενεργούνται έγκαιρα στις συνιστώμενες από το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών ηλικίες, ενώ τονίζουν ότι η διακοπή του εμβολιασμού, ακόμα και για βραχύ χρονικό διάστημα, μπορεί να οδηγήσει σε συσσώρευση επίνοσων ατόμων, να αυξήσει την πιθανότητα επιδημικής έξαρσης νοσημάτων που προλαμβάνονται με εμβολιασμό και να επιβαρύνει περαιτέρω το σύστημα Υγείας. Σημειώνεται ότι στη χώρα μας οι οδηγίες για το ποια εμβόλια πρέπει να γίνονται δίνονται από την Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών, μέσω του Εθνικού Προγράμματος Εμβολιασμών, το οποίο ανανεώνεται σε τακτά χρονικά διαστήματα και εγκρίνεται από το υπουργείο Υγείας.

Τονίζεται ακόμη ότι στα παιδιά ηλικίας άνω των 2 ετών, τα οποία είναι πλήρως εμβολιασμένα για την ηλικία τους, οι αναμνηστικοί και λοιποί εμβολιασμοί μπορούν να αναβάλλονται για βραχύ χρονικό διάστημα (μερικών εβδομάδων) και να προγραμματίζονται εκ νέου, καθώς και ότι ο προγραμματισμός των εμβολιασμών θα πρέπει να περιλαμβάνει καθορισμένη ημερομηνία και ώρα, έτσι ώστε η ανθρώπινη επαφή στην αίθουσα αναμονής να περιορίζεται στο ελάχιστο.

Την αναγκαιότητα της συνέχισης του εμβολιαστικού προγράμματος είχε επισημάνει άλλωστε και ο κ. Σωτήρης Τσιόδρας, καθηγητής Παθολογίας-Λοιμωξιολογίας και εκπρόσωπος του υπουργείου Υγείας για τον νέο κορωνοϊό, με τα παρακάτω λόγια: «Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα τοπικά επιδημιολογικά δεδομένα, καθώς και τις σχετικές οδηγίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, σε συνεργασία με την Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών, συστήνεται ο έγκαιρος εμβολιασμός των παιδιών έως δύο ετών χωρίς καθυστέρηση και σε συνεννόηση με τον παιδίατρο. Ιδιαίτερα για εμβόλια πρώτης προτεραιότητας, όπως το Διφθερίτιδας, Τετάνου, Κοκκύτη, Πολιομυελίτιδας, αιμόφιλου ινφλουέντσας, Πνευμονιόκοκκου, MMR (Ιλαράς – Παρωτίτιδας – Ερυθράς) και μηνιγγίτιδας, με προτίμηση στη χορήγηση πολυδύναμων εμβολίων για να μειώνονται οι επισκέψεις».

Παιδιά με συμπτώματα
Σε παιδιά με συμπτώματα λοίμωξης του αναπνευστικού συστήματος, ο εμβολιασμός αναβάλλεται για χρονικό διάστημα 1 έως 2 εβδομάδων έτσι ώστε να ελαχιστοποιηθεί η πιθανότητα μετάδοσης του ιού. Είναι απαραίτητος ο διαχωρισμός σε διαφορετικό χώρο μεταξύ παιδιών με λοιμώξεις και των υγιών που προσέρχονται για εμβολιασμό στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας και εφόσον αυτό δεν είναι εφικτό, ο εμβολιασμός προγραμματίζεται για άλλη ημέρα. Ο συνοδός του παιδιού θα πρέπει να είναι ένας και να μην παρουσιάζει πυρετό ή σύμπτωμα οξείας αναπνευστικής λοίμωξης, ενώ την ημέρα του εμβολιασμού δεν θα πρέπει να προσέρχονται και τα αδέλφια. Η τήρηση των ραντεβού είναι σημαντική με στόχο η αίθουσα αναμονής να είναι κενή. Επίσης, τα ραντεβού θα πρέπει να έχουν ικανή χρονική απόσταση μεταξύ τους ώστε να είναι δυνατός ο καλός καθαρισμός του χώρου, για τον οποίο πρέπει να λαμβάνεται συστηματική μέριμνα.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο έντυπο ygeiamou τεύχος ν.3 που κυκλοφόρησε με το Πρώτο Θέμα στις 17/5