Οι ασθενείς με άνοια εμφανίζουν συχνά συμπτώματα, όπως επιθετικότητα και ανησυχία, τα οποία φαίνεται ότι αντιμετωπίζονται πιο αποτελεσματικά με παρεμβάσεις όπως δραστηριότητες στη φύση, μασάζ και θεραπεία μέσω του αγγίγματος, συγκριτικά με τη λήψη φαρμάκων σύμφωνα με νέα έρευνα.

Η συγκεκριμένη μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο Annals of Internal Medicine και διεξήχθη από το Νοσοκομείο του Τορόντο Saint Michael’s και το Πανεπιστήμιο του Κάλγκαρι, στον Καναδά, έδειξε ότι οι δραστηριότητες στη φύση ήταν πιο αποτελεσματικές από τη χορήγηση αντιψυχωσικών φαρμάκων για την θεραπεία  συμπτωμάτων όπως η επιθετικότητα που εμφανίζουν συχνά οι ασθενείς με άνοια. Αντίστοιχα, για τους ασθενείς που εμφάνιζαν φυσική υπερδιέγερση (ανησυχία), το μασάζ και η θεραπεία μέσω της σωματικής επαφής παρουσίασαν μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα από τη συνήθη φροντίδα ή την υποστήριξη που παρέχεται από τον φροντιστή.

«Η άνοια προσβάλλει περίπου 50 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως και περίπου τα τρία τέταρτα από αυτούς που ζουν με τη νόσο βρίσκονται αντιμέτωποι με νευροψυχιατρικά συμπτώματα, όπως άγχος, ανησυχία και επιθετικότητα», τόνισε η Jennifer Watt, ερευνήτρια του Ιδρύματος Ερευνών Li Ka Shung του Νοσοκομείου του Τορόντο Saint Michael’s στον Καναδά.

Στην έρευνα αυτή έλαβαν μέρος 23.143 άτομα με άνοια και μελετήθηκαν φαρμακευτικές και μη φαρμακευτικές παρεμβάσεις για την καταπολέμηση της επιθετικότητας και της ανησυχίας.

Οι μελετητές, εξετάζοντας τους δύο τύπους παρεμβάσεων, καταλήγουν ότι τα νευροψυχιατρικά συμπτώματα της άνοιας δεν έχουν μια λύση που να είναι κατάλληλη για όλα τα περιστατικά.

Η Δρ Sharon Straus, διευθύντρια του προγράμματος Knowledge Translation του Νοσοκομείου του Τορόντο Saint Michael’s και γενετίστρια στο ίδιο νοσοκομείο, υποστηρίζει ότι η θεραπεία θα πρέπει να εξατομικεύεται λέγοντας: «Η θεραπεία πρέπει να προσαρμόζεται στον κάθε ασθενή και την εμπειρία του». Παρόλα αυτά η ίδια εξηγεί ότι η παρούσα μελέτη δείχνει ότι υπάρχουν παρεμβάσεις που πρέπει να τίθενται σε προτεραιότητα για την επιθετικότητα και την ανησυχία.

Κατά την Δρ. Watt, η μελλοντική έρευνα πρέπει να θέσει ως στόχο την διερεύνηση της επίδρασης των ατομικών χαρακτηριστικών των ασθενών στην ανταπόκρισή τους στη θεραπεία. Έχει ίσως νόημα να εκτιμηθεί και το διαφορετικό κόστος των δύο παρεμβάσεων (φαρμακευτικής και μη) ώστε να γίνει ανάλυση κόστους – οφέλους.

«Αυτή η μελέτη μας δείχνει ότι η διεπιστημονική φροντίδα είναι αποτελεσματική και πως είναι σύμφωνη με μια θεραπευτική προσέγγιση που θέτει στο κέντρο της τον άνθρωπο», δήλωσε η Δρ. Watt και συνέχισε λέγοντας ότι η έρευνα αυτή αναδεικνύει το όφελος της υποστήριξης των διεπιστημονικών ομάδων που παρέχουν φροντίδα σε ασθενείς με άνοια είτε στο πλαίσιο της κοινότητας είτε στο νοσοκομείο.