Νέους γενετικούς παράγοντες κινδύνου για την εκδήλωσης της νόσου Αλτσχάιμερ φέρνει στο φως μεγάλη μελέτη που δημοσιεύεται στο Nature Genetics.

Η επιστημονική ομάδα υπό τον Danielle Posthuma του Πανεπιστήμιο VU του Άμστερνταμ, τον Ole Andreassen από το Πανεπιστήμιο του Όσλο και τον Stephan Ripke από το Ινστιτούτο Broad της Βοστόνης, συμμετέχει στην Ψυχιατρική Γονιδιωματική Κοινοπραξία, που ίδρυσε ο Patrick Sullivan διακεκριμένος καθηγητής Ψυχιατρικής και Γενετικής, διευθυντής στο Κέντρο Ψυχιατρικής Γονιδιωματικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνα.

Η νόσος του Αλτσχάιμερ είναι η συχνότερη νευροεκφυλιστική νόσος, με πάνω από 30 εκατομμύρια πάσχοντες, παγκοσμίως. Ο αριθμός των ασθενών αναμένεται να διπλασιαστεί τα επόμενα 20 χρόνια, ξεπερνώντας τα 115,4 εκατομμύρια μέχρι το 2050.

Για την ανεύρεση πραγματικά αποτελεσματικών θεραπειών είναι αναγκαία η καλύτερη κατανόηση των υποκείμενων βιολογικών μηχανισμών που εμπλέκονται στην έναρξη των παθολογικών διαδικασιών που οδηγούν τελικά στην κλινική έκφανση της νόσου.

Στο πλαίσιο αυτό λοιπόν η αναγνώριση όλο και περισσοτέρων γενετικών παραγόντων κινδύνου είναι μια προσπάθεια που καταβάλλεται από επιστημονικές ομάδες ανά τον κόσμο.

Η επιστημονική ομάδα των Posthuma, Andreassen και Ripke επικεντρώθηκε στην ανάλυση δεδομένων από περισσότερα από 455.000 άτομα, καθιστώντας τη μελέτη, τη μεγαλύτερη γενετική έρευνα για τη νόσο Αλτσχάιμερ μέχρι σήμερα.

Οι επιστήμονες μελέτησαν κλινικές διαγνώσεις για να καθορίσουν τις ομάδες μελέτες, ενώ συμπεριλήφθηκε και ένα δείγμα ατόμων των οποίων οι γονείς είχαν νοσήσει από νόσο Αλτσχάιμερ. Για το σύνολο των συμμετεχόντων ήταν διαθέσιμο το γενετικό τους προφίλ, πράγμα που επέτρεψε τη μελέτη ολόκληρου το γονιδιώματός τους για πιθανούς γενετικούς παράγοντες κινδύνου.

Η πολυεπίπεδη αυτή ανάλυση οδήγησε στον εντοπισμό 29 σημείων στο γονιδίωμα που σχετίζονται με τη νόσο, περιλαμβανομένων εννέα εντελώς νέων. Από τα νέα αυτά δεδομένα οι ερευνητές εικάζουν ότι γενετικά ελλείμματα σε γονίδια που παίζουν ρόλο στο ανοσοποιητικό σύστημα και συστατικά που σχετίζονται με τα λιπίδια συντελούν στον κίνδυνο νόσησης.

«Χρησιμοποιώντας πρότυπα έκφρασης μεμονωμένων γονιδίων παρατηρήσαμε ότι οι γενετικές αλλαγές που εκφράζονται στα μικρογλοία σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο νόσου Αλτσχάιμερ. Τα μικρογλοία είναι κύτταρα σημαντικά για το ανοσοποιητικό σύστημα του εγκεφάλου. Και από τα νεότερα στοιχεία που βρήκαμε είναι σαφές ότι πρέπει να διευρύνουμε το πεδίο μελέτης ώστε να συμπεριλάβουμε και τα μικρογλοία παράλληλα με τα συμβατικά νευρολογικά μοντέλα μελέτης μας», λέει ο Δρ.Danielle Posthuma.

Και η Iris Jansen, κύρια συγγραφέας της μελέτης συμπληρώνει ότι «εντοπίσαμε γενετικές αλλαγές σε πρωτεΐνες που παίζουν ρόλο στα λιπίδια. Και ενώ αυτός ο συσχετισμός έχει ήδη περιγραφεί και για το γονίδιο APOE, τον ισχυρότερο γενετικό παράγοντα κινδύνου για την εκδήλωση νόσου Αλτσχάιμερ, τα νεότερα στοιχεία δείχνουν και άλλες λιπιδαιμικές πρωτεΐνες επηρεάζονται. Η παρατήρηση αυτή ενισχύει την εικασία ότι η παθογένεση της νόσου Αλτσχάιμερ περιλαμβάνει το παιχνίδι ανάμεσα στη φλεγμονή και τα λιπίδια, και καθώς τα λιπίδια αλλάζουν κάνουν κακό στις ανοσολογικές αντιδράσεις των μικρογλοιακών κυττάρων επηρεάζοντας έτσι την αγγειακή υγεία του εγκεφάλου».