Τα νήπια που ξοδεύουν ώρες μπροστά στην οθόνη έχουν πολύ κακή συμπεριφορά όταν φτάνουν στην ηλικία των πέντε ετών σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στο PLOS One. Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας που χρησιμοποιούν smartphones, τάμπλετ και άλλα gadgets για περισσότερες από δύο ώρες τη μέρα είναι επίσης επτά φορές πιο πιθανό να αναπτύξουν Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής – Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ).

Η ώρα που ξοδεύουν μπροστά στην οθόνη έχει «σημαντική επιρροή» στην ανάπτυξη του παιδιού σύμφωνα με τους ερευνητές οι οποίοι προειδοποίησαν τους γονείς ότι πρέπει να περιορίσουν αυτή την κακή συνήθεια των παιδιών. Ένας εκ των συγγραφέων της μελέτης δήλωσε πως αυτό οφείλεται στο ότι ο χρόνος που ξοδεύεται μπροστά στις οθόνες είναι χρόνος που αποσπάται από υγιείς δραστηριότητες όπως τα αθλήματα και ο ύπνος.

Μόλις μισή ώρα ενασχόλησης με τάμπλετ τη μέρα, ή ακόμα και λιγότερο, θα ήταν ιδανικός χρόνος για τα παιδιά προσχολικής ηλικίας, σύμφωνα με τους ερευνητές. Αλλά οι ειδικοί του πεδίου αμφισβητούν τα ευρήματα καθώς έχουν «κρίσιμες ελλείψεις» και δεν αποδεικνύουν ότι ο χρόνος της οθόνης είναι το αίτιο πρόκλησης της κακής συμπεριφοράς.

Οι επιστήμονες στο Πανεπιστήμιο Αlberta μελέτησαν περισσότερες από 2.400 οικογένειες και βρήκαν ότι τα παιδιά που ήταν «κολλημένα» στις οθόνες είχαν πιο σημαντικά προβλήματα συμπεριφοράς. Εκτός από τον κίνδυνο για ΔΕΠΥ, τα παιδιά που ξοδεύουν δύο ώρες τη μέρα στην οθόνη ήταν πέντε φορές πιο πιθανό να είναι απρόσεκτα. «Διαπιστώσαμε πως ο χρόνος που ξοδεύουν τα νήπια μπροστά στην οθόνη έχει σημαντική επίδραση στην συμπεριφορά τους στην ηλικία των πέντε ετών» δήλωσε ο Δρ. Piush Mandhane.

Τα παιδιά τριών ετών στη μελέτη περνούσαν μία ώρα και μισή κατά μέσο όρο, μπροστά στις οθόνες κάθε μέρα. Αυτό έπεφτε στις 1,4 ώρες για τα παιδιά ηλικίας πέντε ετών. Οι ερευνητές διαπίστωσαν πως ο χρόνος που τα νήπια σπαταλούν μπροστά στην οθόνη ενδέχεται να έχει σημαντικότερη επίδραση στην συμπεριφορά τους συγκριτικά με το πόσο πολύ κοιμούνται, ή πόσο αγχώδεις είναι οι γονείς τους. Αυτό μάλιστα μπορεί να οφείλεται στο ότι τα παιδιά δεν αφιερώνουν χρόνο σε άλλες πτυχές της ζωής που θα μπορούσαν να μειώσουν τον κίνδυνο για προβλήματα προσοχής.