Κομβικό ρόλο για την επιτυχία της θεραπείας των πασχόντων από πόνους στον ώμο φαίνεται ότι παίζει η θετική σκέψη, η αισιοδοξία τους ότι θα ξεπεραστεί ο πόνος και η πίστη στη φυσικοθεραπεία. Αυτό καταδεικνύει νέα έρευνα των Πανεπιστημίων East Anglia και Hertfordshire η οποία συμπεραίνει πως είναι πιο πιθανό να αναρρώσουν από πόνους στον ώμο οι άνθρωποι οι οποίοι συνεχίζουν να κάνουν πράγματα και δραστηριότητες παρά τον πόνο τους, πιστεύοντας ότι τελικά θα περάσει η ενόχληση.

Οι ερευνητές μελέτησαν περισσότερους από 1.000 ανθρώπους οι οποίοι έκαναν φυσιοθεραπεία για πόνους στον ώμο.

Βρήκαν ότι εκείνοι οι οποίοι περίμεναν πως η φυσιοθεραπεία θα τους βοηθούσε ήταν πιο πιθανό να αναρρώσουν γρηγορότερα συγκριτικά με τους απαισιόδοξους που περίμεναν ελάχιστη ή καθόλου βελτίωση από τη φυσιοθεραπεία.

Η επικεφαλής ερευνήτρια Δρ. Rachel Chester, από τη UEA Σχολή Επιστημών Υγείας δήλωσε: «Μελετήσαμε τους πόνους στον ώμο, οι οποίοι είναι πολύ συνηθισμένοι, επηρεάζουν ανθρώπους κάθε ηλικίας και συχνά προκαλούν προβλήματα στην κίνηση αλλά και νυχτερινό πόνο. Η φυσιοθεραπεία είναι αποτελεσματική για τους περισσότερους ανθρώπους με πόνο στον ώμο αλλά όχι σε όλους. Θέλαμε να βρούμε ποιοι παράγοντες προβλέπουν γιατί ορισμένοι άνθρωποι τα πάνε καλύτερα από άλλους».

Οι επιστήμονες ερεύνησαν την ψυχική δύναμη και αισιοδοξία των ασθενών και την ικανότητά τους να ολοκληρώνουν ενέργειες και επιθυμίες παρά το ότι πονάνε.

Πώς διεξήχθη η μελέτη

Η μελέτη περιλάμβανε 1.030 ανθρώπους οι οποίοι έκαναν φυσιοθεραπεία για την αντιμετώπιση του μυοσκελετικού πόνου στον ώμο.
Η ομάδα συγκέντρωσε πληροφορίες σχετικά με τα χαρακτηριστικά του ασθενούς και τα ευρήματα κλινικών εξετάσεων πριν και κατά τη διάρκεια της πρώτης συνεδρίας φυσικοθεραπείας των ασθενών. Συνολικά 811 άτομα παρείχαν πληροφορίες για τον πόνο στον ώμο τους και σε τι κατάσταση βρισκόντουσαν έξι μήνες αργότερα.

Το πιο ενδιαφέρον συμπέρασμα ήταν ότι η αισιοδοξία και η πεποίθηση του ασθενή μπορούσε να αλλάξει την έκβαση της θεραπείας.

Ο Δρ. Chester είπε: «Εξετάσαμε τους ανθρώπους οι οποίοι ξεκίνησαν με υψηλά επίπεδα πόνου και αναπηρίας και διαπιστώσαμε ότι όσο περισσότερο πίστευαν στην ικανότητά τους να κάνουν πράγματα και να επιτύχουν την επιθυμητή ανάρρωση τόσο πιο βελτιωμένη ήταν η κατάστασή τους έξι μήνες μετά.

«Αυτό που πραγματικά μας εκπλήσσει είναι ότι αυτοί οι άνθρωποι ήταν πιο πιθανό να έχουν καλύτερα αποτελέσματα από ανθρώπους που είχαν αναφέρει πόνο και αναπηρία σε χαμηλότερο επίπεδο, αλλά ήταν απαισιόδοξοι ως προς την εξέλιξη της θεραπείας τους».

«Επιπρόσθετα, κατά μέσο όρο, οι άνθρωποι που ανέμεναν να αναρρώσουν με τη βοήθεια της φυσικοθεραπείας ένιωσαν καλύτερα από εκείνους που περίμεναν ελάχιστον ή καθόλου όφελος».