Απάντηση στο ερώτημα που απασχολεί εδώ και χρόνια τους επιστήμονες έρχεται να δώσει μια μεγάλη μελέτη που εξέτασε αν υπάρχει κίνδυνος καρκίνου στην παιδική ηλικία μετά από θεραπεία Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής.

Τα τελευταία 30 χρόνια η Εξωσωματική Γονιμοποίηση (IVF) έχει εξελιχθεί από μια πειραματική διαδικασία σε μια θεραπευτική επιλογή με υψηλά ποσοστά επιτυχίας για τα ζευγάρια που αντιμετωπίζουν προβλήματα υπογονιμότητας.

Παρά βέβαια τις επιστημονικές εξελίξεις στις τεχνικές της Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής, οι κυήσεις που επιτυγχάνονται βάσει εξωσωματική γονιμοποίησης θεωρούνται αυξημένου κινδύνου λόγω ενδεχόμενου πρόωρου τοκετού και χαμηλότερου σωματικού βάρους γέννησης των νεογνών συγκριτικά με μια φυσιολογική κύηση.

Παράλληλα κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί και θεωρίες που θέλουν τις θεραπείες υποβοηθούμενης αναπαραγωγής να σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης καρκίνου στα παιδιά που έχουν γεννηθεί έπειτα από εξωσωματική γονιμοποίηση.

Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου της Μινεσότα προς αποσαφήνιση του θέματος διενήργησαν την μεγαλύτερη μέχρι σήμερα μελέτη επί του θέματος, περιλαμβάνοντας σχεδόν υπερδιπλάσιο αριθμό παιδιών που είχαν γεννηθεί μετά από IVF από τις προηγούμενες ανάλογες έρευνες στη Σκανδιναβία και το Ηνωμένο Βασίλειο.

Τα αποτελέσματα τους που δημοσιεύθηκαν πρόσφατα στο JAMA Pediatrics, βασίστηκαν σε ανάλυση ιατρικών αρχείων για ζώντες γεννήσεις που είχαν καταχωρηθεί στο Σύστημα Αναφοράς της Εταιρείας Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής, την περίοδο 2004-2013, και τα συσχέτισαν με αρχεία καταγραφής καρκίνου 14 πολιτειών, συγκρίνοντας έτσι το 66% των γεννήσεων στις ΗΠΑ με το 75% των γεννήσεων μετά από IVF. Τα αρχεία αυτά έπειτα συσχετίστηκαν με αρχεία καταγραφής καρκίνου των ίδιων πολιτειών για να εντοπιστούν οι καρκίνοι που είχαν διαγνωστεί την περίοδο 2013-2015. Στη συνέχεια οι ερευνητές με τυχαία επιλογή επέλεξαν δέκα παιδιά που είχαν συλληφθεί φυσιολογικά για κάθε παιδί που είχε προκύψει από IVF.

Η τελική βάση δεδομένων απαρτιζόταν από 275.686 παιδιά γεννημένα κατόπιν IVF και 2.266.847 που είχαν συλληφθεί φυσιολογικά.

Από την ανάλυση των δεδομένων προέκυψε ότι:
– το συνολικό ποσοστό καρκίνου (ανά 1.000.000 παιδιά) στα παιδιά που είχαν γεννηθεί έπειτα από IVF ήταν 17% μεγαλύτερο συγκριτικά με τα παιδιά που είχαν συλληφθεί φυσιολογικά,
– το ποσοστό ηπατικών όγκων ήταν υπερδιπλάσιο στη ομάδα της IVF συγκριτικά με την φυσιολογική σύλληψη,
– το ποσοστό άλλων συγκεκριμένων καρκίνων δεν διέφερε μεταξύ των δύο ομάδων,
– δεν υπήρχε συσχετισμός μεταξύ καρκίνου της παιδικής ηλικίας και συγκεκριμένων τεχνικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.

«Το μήνυμα της μελέτης είναι ότι οι περισσότεροι καρκίνοι της παιδικής ηλικίας δεν είναι συχνότεροι στα παιδιά που έχουν συλληφθεί με εξωσωματική γονιμοποίηση. Μπορεί να υπάρχει κάποιος αυξημένος κίνδυνος για κάποιους καρκίνους αλλά λόγω της φύση της μελέτης μας δεν μπορέσαμε να εντοπίσουμε τη διαφορά μεταξύ της ίδιας της IVF και της φύσης της υπογονιμότητας του ζευγαριού. Συνεπώς, τα αποτελέσματα μας είναι καθησυχαστικά για τους γονείς που έχουν αποκτήσει παιδιά μέσω IVF», υπογραμμίζει ο Logan Spector καθηγητής της Ιατρικής Σχολής και του Μασονικού Αντικαρκινικού Κέντρου, του Πανεπιστημίου της Μινεσότα.